Leishmania : παθοφυσιολογία και επιδημιολογία

Διπλωματική Εργασία uoadl:1314966 316 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Μοριακή και Εφαρμοσμένη Φυσιολογία
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2015-10-08
Έτος εκπόνησης:
2015
Συγγραφέας:
Ντόβα Ελένη
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Καθηγητής Σύψας Νικόλαος
Πρωτότυπος Τίτλος:
Leishmania : παθοφυσιολογία και επιδημιολογία
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Περίληψη:
Η λεϊσμανίαση είναι ζωοανθρωπονόσος που προκαλείται από το παράσιτο του
γένους Leishmania . Πρόκειται για ένα ενδοκυττάριο πρωτόζωο που προσβάλλει τα
μακροφάγα κύτταρα του ανθρώπου, του σκύλου, του ποντικού καθώς και άλλων άγριων
θηλαστικών. Ο σκύλος αποτελεί δεξαμενή του παρασίτου, η μετάδοση του οποίου
γίνεται μέσω νυγμάτων των ασπόνδυλων ξενιστών του γένους PhlebotomusΗ
επιδημιολογία της νόσου είναι πολυπαραγοντική, εξαρτώμενη σε μεγάλο βαθμό από
τα χαρακτηριστικά των διαφορετικών ειδών του παρασίτου, τις κλιματολογικές
συνθήκες της κάθε γεωγραφικής περιοχής και την κοινωνικοοικονομική κατάσταση
του πληθυσμού.Η νόσος στον άνθρωπο εμφανίζεται κλινικά με τρεις μορφές :
α) σπλαχνική λεϊσμανίαση ή Kala-azar (σπλαχνική προσβολή),
β) δερματική λεϊσμανίαση (προσβολή δέρματος),
γ) βλεννογονοδερματική λεϊσμανίαση (προσβολή βλεννογονοδερματικών ορίων).
Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι:
• Να παρουσιάσει τα σύγχρονα δεδομένα που αφορούν την παθοφυσιολογία της
λεϊσμανίασης, περιγράφοντας τόσο τον βιολογικό κύκλο του παρασίτου όσο και
όλους τους γνωστούς ανοσολογικούς μηχανισμούς που εμπλέκονται στην εκδήλωση της
νόσου.
• Να μελετήσει την επιδημιολογία της νόσου στην χώρα μας, ώστε να
αποτυπωθεί η κατανομή της μέχρι σήμερα και να αναδειχθούν παράγοντες που
εμπλέκονται στην εκδήλωση της.
Λέξεις-κλειδιά:
Λεισμανίαση, Eπιδημιολογία, Σπλαχνική λεισμανίαση, Δερματική λεισμανίαση, Παθοφυσιολογία
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
21
Αριθμός σελίδων:
46
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο.

document.pdf
2 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο.