Mελέτη της συσχέτισης του αυτοελέγχου γλυκόζης αίματος και της επίτευξης γλυκαιμικού ελέγχου σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2

Διπλωματική Εργασία uoadl:1314972 425 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Βιοστατιστική
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2012-10-31
Έτος εκπόνησης:
2012
Συγγραφέας:
Παπαζαφειροπούλου Αθανασία
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Επίκουρος Καθηγητής Νικόλαος Τεντολούρης (Επιβλέπων), Καθηγητής Απόστολος Μπουρνέτας, Διευθυντής ΕΣΥ Σταύρος Παππάς
Πρωτότυπος Τίτλος:
Mελέτη της συσχέτισης του αυτοελέγχου γλυκόζης αίματος και της επίτευξης γλυκαιμικού ελέγχου σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Περίληψη:
Η επίπτωση του σακχαρώδη διαβήτη αυξάνεται σημαντικά τα τελευταία χρόνια
παγκοσμίως. Τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, τόσο τύπου 1 όσο και τύπου 2,
κινδυνεύουν από την εμφάνιση μικροαγγειακών αλλά και μακρογγειακών επιπλοκών. Η
επίτευξη ευγλυκαιμίας, όπως προκύπτει από τη μελέτη UKPDS και άλλες κλινικές
μελέτες, καθυστερεί την εμφάνιση και επιβραδύνει την εξέλιξη των επιπλοκών του
διαβήτη. Τα τελευταία χρόνια οι γνώσεις γύρω από τη νόσο έχουν αυξηθεί
σημαντικά και νέα φάρμακα έχουν χρησιμοποιηθεί στη θεραπεία της, ωστόσο αυτό
δεν οδήγησε σε βελτίωση της γλυκαιμικής ρύθμισης των διαβητικών ασθενών. Ο
αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος (Self-monitoring of blood glucose, SMBG)
αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για την επίτευξη των θεραπευτικών στόχων στο
σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και στον ινσουλινοθεραπευόμενο τύπου 2, ενώ για το
σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 υπό αγωγή με δισκία και/ή δίαιτα υπάρχουν
αντικρουόμενα στοιχεία και απόψεις. Για να εφαρμοστεί επιτυχώς ο αυτοέλεγχος
απαιτείται η συμμόρφωση του ασθενούς, η επαρκής εκπαίδευσή του και η τακτική
επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό. Οι οδηγίες προς τον ασθενή για τη συχνότητα
και το χρόνο διενέργειας του αυτοελέγχου πρέπει να είναι συγκεκριμένες. Ο
αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος δίνει πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο και
μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, τόσο
από τον ασθενή ός και από τον ιατρό, για την επίτευξη της ευγλυκαιμίας στο
πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου θεραπευτικού προγράμματος.
Στη χώρα μας δεν υπάρχουν βιβλιογραφικά δεδομένα σχετικά με τη συχνότητα του
αυτοελέγχου γλυκόζης αίματος ανάμεσα στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2
καθώς και την επίδρασή του στην επίτευξη γλυκαιμικού ελέγχου. Η παρούσα
διπλωματική εργασία σχεδιάσθηκε προκειμένου να διερευνηθεί η ύπαρξη συσχέτισης
του αυτοέλεγχου γλυκόζης αίματος και της επίτευξης γλυκαιμικού ελέγχου σε
άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 καθώς και τη διερεύνηση των παραγόντων που
επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη ως προς τον
αυτοέλεγχο γλυκόζης αίματος.
Στη μελέτη συμμετείχαν 776 άτομα (412 άνδρες / 364 γυναίκες, μέσης ηλικίας:
68,83 ± 10,26 έτη) με ΒΜΙ 31,45 ± 5,98 Kg/m2 , διάρκεια διαβήτη 16,57 ± 8,06
έτη και HbA1c 7,31 ± 3,45%. Ποσοστό της τάξης του 74,9% είχε αρτηριακή
υπέρταση, 74,0% δυσλιπιδαιμία, 22,4% στεφανιαία νόσο, 18,7%
αμφιβληστροειδοπάθεια, 7,0% χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και 5,9% περιφερική
νευροπάθεια. Ποσοστό της τάξης του 59,4% βρισκόταν σε αγωγή με αντιδιαβητικά
δισκία και 40,6% ελάμβανε αγωγή με ινσουλίνη μόνο ή σε συνδυασμό με
αντιδιαβητικά δισκία. Υπογλυκαιμία ανέφερε ποσοστό της τάξης του 27,80%.
Το σύνολο των ατόμων της μελέτης πραγματοποίησε 6 (0-32) μετρήσεις γλυκόζης
αίματος την εβδομάδα και 23,5 (0-125) μετρήσεις γλυκόζης αίματος το μήνα. Για
τα άτομα που ελάμβαναν αγωγή με αντιδιαβητικά δισκία οι αντίστοιχοι αριθμοί
ήταν: 4 (0-24) μετρήσεις την εβδομάδα και 12 (0-123) μετρήσεις γλυκόζης αίματος
το μήνα. Για τα άτομα που ελάμβαναν αγωγή με ινσουλίνη οι αντίστοιχοι αριθμοί
ήταν: 8 (0-32) μετρήσεις την εβδομάδα και 30 (0-125) μετρήσεις γλυκόζης αίματος
το μήνα. Ο αριθμός των μετρήσεων ανάμεσα στα άτομα που ελάμβαναν αγωγή με
αντιδιαβητικά δισκία και σε εκείνα που ελάμβαναν αγωγή με ινσουλίνη διέφερε
στατιστικά σημαντικά τόσο ανά εβδομάδα (Ρ<0,001) όσο και ανά μήνα (Ρ<0,001).
Στα άτομα της μελέτης η μονοπαραγοντική ανάλυση έδειξε ότι ο αριθμός των
μετρήσεων γλυκόζης αίματος ανά μήνα σχετίζονταν σημαντικά με τη διάρκεια του
σακχαρώδη διαβήτη (P<0,001), την παρουσία δυσλιπιδαιμίας (Ρ=0,005),
αμφιβληστροειδοπάθειας (P<0,001), χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας (P=0,001),
στεφανιαίας νόσου (P<0,001), τη θεραπεία με ινσουλίνη (P<0,001) και την
παρουσία υπογλυκαιμίας (P<0,001). Δεν βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές
συσχετίσεις με το φύλο, την ηλικία, το δείκτη μάζας σώματος, την παρουσία
αρτηριακής υπέρτασης, νευροπάθειας, τη HbA1c και την από του στόματος
αντιδιαβητική αγωγή.
Η ανάλυση πολλαπλής γραμμικής εξάρτησης έδειξε ότι η παρουσία
αμφιβληστροειδοπάθειας (Ρ=0,004), η θεραπεία με ινσουλίνη (Ρ<0,001), η παρουσία
υπογλυκαιμίας (Ρ=0,002) και η δυσλιπιδαιμία (Ρ=0,003) σχετίζονταν σημαντικά με
τον αριθμό των μετρήσεων γλυκόζης αίματος ανά μήνα.
Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της παρούσας διπλωματικής εργασίας έδειξαν ότι
ο αριθμός των μετρήσεων γλυκόζης αίματος εξαρτάται από την παρουσία
αμφιβληστροειδοπάθειας, τη θεραπεία με ινσουλίνη, την παρουσία υπογλυκαιμίας
και δυσλιπιδαιμίας στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η μονοπαραγοντική
ανάλυση δεν έδειξε την ύπαρξη συσχέτισης μεταξύ του αυτοελέγχου γλυκόζης
αίματος και της επίτευξης γλυκαιμικού ελέγχου.
Λέξεις-κλειδιά:
αυτοέλεγχος, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, υπογλυκαιμία, ινσουλινη
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
111
Αριθμός σελίδων:
87
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.

document.pdf
1 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.