Το νομικό καθεστώς του ναυτικού σε περίπτωση πειρατείας

Διπλωματική Εργασία uoadl:2673259 741 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Ναυτικό Δίκαιο
Βιβλιοθήκη Νομικής Σχολής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2018-03-08
Έτος εκπόνησης:
2018
Συγγραφέας:
Κουτσουβά Αλεξάνδρα
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Γαρυφαλία Ι. Αθανασίου, Καθηγήτρια Εμπορικού Δικαίου, Νομική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών
Πρωτότυπος Τίτλος:
Το νομικό καθεστώς του ναυτικού σε περίπτωση πειρατείας
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Το νομικό καθεστώς του ναυτικού σε περίπτωση πειρατείας
Περίληψη:
Η πειρατεία αποτελεί μεγάλο κίνδυνο για την θαλάσσια αποστολή, ο οποίος συνεπάγεται τόσο οικονομικό κόστος όσο και κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Για τον λόγο αυτό, έχει συνταχθεί από την διεθνή κοινότητα πληθώρα οδηγιών, κανονισμών και κωδίκων, είτε δεσμευτικού χαρακτήρα, όπως είναι ο Διεθνής Κώδικας Ασφαλούς Διαχείρισης, γνωστός ως Κώδικας ISM, είτε συνιστώμενου χαρακτήρα, όπως είναι οι Βέλτιστες Πρακτικές Διαχείρισης για προστασία απέναντι στην πειρατεία που έχει ως βάση της τη Σομαλία, οι γνωστές ως ΒΜΡ. Το σύνολο αυτών των κειμένων περιέχουν έναν τεράστιο αριθμό προτεινόμενων μέτρων που μπορούν να ληφθούν για να αποτρέψουν την πραγματοποίηση μιας πειρατικής κατάληψης, όπως είναι η τοποθέτηση συρματοπλεγμάτων στο πλοίο ή οι μάνικες νερού που καθιστούν δυσχερή την προσέγγιση των πειρατών στο πλοίο.
Ανάμεσα στα μέτρα αυτά, εξέχουσα θέση κατέχει το μέτρο της πρόσληψης ένοπλων φρουρών από ιδιωτικές εταιρείες ασφάλισης για να παρέχουν υπηρεσίες προστασίας επί του πλοίου. Η ναυτιλιακή κοινότητα υπήρξε αρχικά επιφυλακτική απέναντι στην εφαρμογή του μέτρου αυτού, αλλά σταδιακά υποχώρησε, ενώ πρακτικά αποδείχθηκε και η πραγματική συνεισφορά του εν λόγω μέτρου στον περιορισμό του αριθμού των πειρατικών επιθέσεων. Μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα, η οποία έφθασε ευτυχώς στο σημείο της απόρριψης, δείχνει η ναυτιλία απέναντι στο μέτρο της οπλοφορίας των ίδιων των ναυτικών για εύλογες αιτίες, όπως είναι η απειρία των ναυτικών στη χρήση όπλων, αφού οι ίδιοι είναι απλοί πολίτες και όχι στρατιωτικοί ώστε να είναι εξοικειωμένοι με αυτές τις τεχνικές και τα μέσα.
Σε περίπτωση που τα ληφθέντα μέτρα αποτύχουν να αποτρέψουν μία πειρατική κατάληψη του πλοίου και την συνακόλουθη ομηρία των μελών του πληρώματος, ακολουθεί το στάδιο των διαπραγματεύσεων, όπου στόχος των πειρατών, στην πλέον συνήθη μορφή της παραπειρατείας, είναι να ζητήσουν την καταβολή λύτρων προκειμένου να απελευθερώσουν πλοίο, φορτίο και πλήρωμα. Ζήτημα έχει προκύψει, λοιπόν, με την νομιμότητα ή μη της καταβολής των λύτρων. Κύριο επιχείρημα της πλευράς που υποστηρίζει το νόμιμο της καταβολής είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας που τίθενται αναμφίβολα σε κίνδυνο κατά την διάρκεια μίας πειρατικής κατάληψης, ενώ στην αντίθετη πλευρά, το βασικό επιχείρημα υπέρ της ποινικοποίησης της καταβολής λύτρων είναι η οικονομική τροφοδότηση της τρομοκρατίας και η με αυτόν τον τρόπο συνδρομή στην διαιώνιση του φαινομένου.
Όσον αφορά την ασφαλιστική κάλυψη της πληρωμής των λύτρων, υπάρχει ασάφεια γύρω από το ζήτημα, η οποία πηγάζει από το ερώτημα της συμπερίληψης της πειρατείας στους κοινούς θαλάσσιους ή στους πολεμικούς κινδύνους, κατόπιν αναζήτησης των κινήτρων των πειρατών. Πάντως, μία πρόταση είναι η εφαρμογή μίας νέας μορφής ασφαλιστικής κάλυψης που καλείται Kidnap and Ransom Insurance, η οποία όμως επειδή είναι εξαιρετικά κοστοβόρα δεν τυγχάνει ευρείας εφαρμογής, ενώ οι πρακτικές που ακολουθούνται συχνότερα είναι η εφαρμογή της ρήτρας Sue and Labor και η λύση της κοινής αβαρίας.
Εάν αφήσουμε στην άκρη τις συνέπειες μιας πειρατικής επίθεσης και ομηρίας του πληρώματος σε σωματικό και ψυχολογικό επίπεδο, θα δούμε πως η πειρατεία έχει σοβαρό αντίκτυπο στον τομέα της εργασιακής απασχόλησης των ναυτικών. Βασικό ερώτημα αποτελεί το τι θα συμβεί με τους μισθούς των ναυτικών που κρατώνται ως όμηροι και με τις συμβάσεις εργασίας τους. Δυστυχώς, η Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας (MLC 2006) σιωπά ως προς τα ζητήματα αυτά και για τον λόγο αυτό έχει προταθεί να πραγματοποιηθούν τροποποιήσεις που θα επιλύουν το θέμα που προαναφέρθηκε. Η λύση που προτείνεται είναι να μην θεωρείται χαμένος χρόνος για τους ναυτικούς ο χρόνος της ομηρίας τους και να τους οφείλονται κανονικά οι μισθοί τους για όσο διάστημα κρατώνται αιχμάλωτοι, ενώ προτείνεται να παραμένει σε ισχύ και η σύμβαση εργασίας τους μέχρι την απελευθέρωσή τους για να μην μένουν αυτοί άνευ προστασίας. Αναφορικά με το δικαίωμα επαναπατρισμού των ναυτικών που κρατήθηκαν όμηροι, ελλείψει και πάλι ειδικής πρόβλεψης στην MLC, προτείνεται να υπάρξει ρύθμιση, ώστε να μην στερούνται οι ναυτικοί το δικαίωμά τους στην παλιννόστηση. Στις τελευταίες συζητήσεις σχετικά με την τροποποίηση της MLC έχει τεθεί επί τάπητος και το θέμα της υποχρεωτικής ασφάλισης των ναυτικών ώστε να εξασφαλίζεται η καταβολή των μισθών τους. Το μέτρο αυτό συζητείται να λάβει τη μορφή ενός ταμείου, όπου η πλοιοκτησία θα καταθέτει ένα κεφάλαιο που θα λειτουργεί ως εγγύηση για τη μετέπειτα πληρωμή των μισθών των ναυτικών.
Όσον αφορά, εν συνεχεία, την αποκατάσταση των ζημιών που υπέστησαν οι ναυτικοί εξαιτίας της πειρατείας πρέπει να αναφερθεί πως το συμβάν της πειρατικής επίθεσης εμπίπτει στο πεδίο ορισμού του ναυτεργατικού ατυχήματος, συνιστώντας εκείνο το βίαιο συμβάν που έλαβε χώρα κατά την διάρκεια της παροχής εργασίας ή εξ αφορμής αυτής και προκάλεσε σωματική βλάβη, ανικανότητα προς εργασίας ή ακόμη και απώλεια ζωής. Ενεργοποιούνται, επομένως, οι διατάξεις του νόμου 551/1915 από κοινού με την διάταξη του άρθρου 66 του ΚΙΝΔ, οι οποίες συρρέουν και δεν αλληλοαποκλείονται, και έτσι ο ναυτικός δικαιούται νοσήλεια και μισθό για τέσσερις μήνες, διαρκούσης βεβαίως, της ανικανότητάς του προς παροχή εργασίας. Επιπροσθέτως, με βάση το άρθρο 63 του ΚΙΝΔ, δικαιούται ακόμη αποζημίωση για τα προσωπικά του αντικείμενα που χάθηκαν ή εφθάρησαν συνεπεία του πειρατικού συμβάντος. Η εν λόγω διάταξη αναφέρεται βέβαια μόνο σε εκείνα τα αντικείμενα που ήταν απολύτως απαραίτητα για την προσωπική διαβίωση του ναυτικού και την προσφορά της εργασίας του και δεν επεκτείνεται σε τιμαλφή που τυχόν έφερε εκείνος επί του πλοίου. Η αποζημίωση, τέλος, των ναυτικών μπορεί να βασιστεί στις διατάξεις του κοινού δικαίου εάν το πειρατικό συμβάν οφείλεται σε δόλο του πλοιοκτήτη ή των προστηθέντων του ή εάν προκλήθηκε εξαιτίας μη τήρησης απαιτούμενων όρων ασφαλείας που προβλέπονται από ειδικότερους νόμους, διατάγματα ή κανονισμούς, όπως είναι ο Κώδικας ISM και οι ΒΜΡ. Με τις ανωτέρω αξιώσεις του ναυτικού συρρέει φυσικά και η αξίωσή τους για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη ή της ψυχικής οδύνης σε περίπτωση απώλειας της ζωής του ναυτικού.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Δίκαιο – Νομοθεσία
Λοιπές θεματικές κατηγορίες:
Ναυτικό δίκαιο
Λέξεις-κλειδιά:
Πειρατεία, πειρατές, ναυτικοί, όμηροι, λύτρα, ναυτικό δίκαιο, Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας
Ευρετήριο:
Ναι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
2
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
57
Αριθμός σελίδων:
88
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.

Koutsouva-thesis.pdf
1 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.