Μελέτη της θεραπευτικής επίδρασης της σιλοσταζόλης στη φλεγμονώδη απόκριση και την εξέλιξη της ισχαιμίας άκρου σε μύες

Διδακτορική Διατριβή uoadl:2897677 274 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Τμήμα Ιατρικής
Τομέας Χειρουργικής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2020-02-19
Έτος εκπόνησης:
2020
Συγγραφέας:
Παρώνης Ευθύμιος
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Ανδρέας Λάζαρης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Ιωάννης Κακίσης, Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Γεώργιος Γερουλάκος, Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Πηνελόπη Μπουζιώτη, Ερευνήτρια Α, Εργαστήριο Ραδιοχημικών μελετών, ΕΚΕΦΕ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ
Ουρανία Τσιτσιλώνη Καθηγήτρια, Βιολογία, ΕΚΠΑ
Δημήτριος Θάνος Ερευνητής Α, Κέντρο βασικής και μεταμεταφραστικής έρευνας, ΙΙΒΕΑΑ
Σπυρίδων Βασδέκης, Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Μελέτη της θεραπευτικής επίδρασης της σιλοσταζόλης στη φλεγμονώδη απόκριση και την εξέλιξη της ισχαιμίας άκρου σε μύες
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Μελέτη της θεραπευτικής επίδρασης της σιλοσταζόλης στη φλεγμονώδη απόκριση και την εξέλιξη της ισχαιμίας άκρου σε μύες
Περίληψη:
Εισαγωγή: Η αγγειογένεση είναι μια φυσιολογική διεργασία που αφορά την ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων από προϋπάρχοντα αγγεία. Τα μακροφάγα και τα Τ κύτταρα παίζουν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτού του φαινομένου. Αυτά τα κύτταρα συχνά επηρεάζονται από ποικίλα φάρμακα που χορηγούνται για τη θεραπεία ασθενειών που σχετίζονται με την παθολογική απόφραξη των αιμοφόρων αγγείων και που στοχεύουν συγκεκριμένα μόρια, όπως της οικογένειας αναστολέων της φωσφοδιεστεράσης.

Η σιλοσταζόλη είναι ένας εκλεκτικός αναστολέας της φωσφοδιεστεράσης 3Α (PDE-3Α), με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της διαλείπουσας χωλότητας (IC), αυξάνοντας σημαντικά την παράταση του χρόνου βάδισης ασθενών με IC. Το φάρμακο δρα στα αιμοπετάλια, τα αγγειακά λεία μυϊκά κύτταρα και τα ενδοθηλιακά κύτταρα, αυξάνοντας τα επίπεδα της κυκλικής μονοφωσφορικής αδενοσίνης (cAMP) μέσω της παράλληλης ενδοκυτταρικής αναστολής του PDE-3Α και της εξωκυτταρικής πρόσληψης αδενοσίνης.

Χρησιμοποιώντας ένα μοντέλο περιφερικής αρτηριακής νόσου (PAD) σε ποντικούς, σκοπός της μελέτης ήταν η διερεύνηση της αγγειογένεσης στους ισχαιμούντες γαστροκνήμιους μύες μετά την επαγωγή χειρουργικής ισχαιμίας των οπίσθιων άκρων, καθώς και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ της σιλοσταζόλης και των κυττάρων της φυσικής ανοσίας, και των επιδράσεων του φαρμάκου στο προφίλ των παραγόμενων κυτταροκινών.

Μέθοδοι: Χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 108 NOD.CB17-Prkdcscid/J και 108 CB17 αρσενικοί ποντικοί. Όλα τα ζώα υποβλήθηκαν σε χειρουργική ισχαιμία των πίσω άκρων. Την ημέρα της χειρουργικής επέμβασης (D0) χορηγήθηκαν 60 mg/kg σιλοσταζόλης σε όλα τα ζώα και τα ποντίκια συνέχισαν να λαμβάνουν ημερήσια δόση 30 mg/kg για τις επόμενες 7 μετεγχειρητικές ημέρες. Στις ομάδες ελέγχου χορηγήθηκε καθημερινά φυσιολογικός ορός. Τις μετεγχειρητικές ημέρες D1, D3, D5, και D7, μετρήθηκαν οι συγκεντρώσεις των IL-2, IL-4, IL-6, IL-10, IL-17A, TNF και ΙFΝ-γ στον ορό με κυτταρομετρία ροής. Την D7 μετά από ευθανασία των ζώων, πραγματοποιήθηκε ανάλυση με χορήγηση 68Ga-RGD. Ο γαστροκνήμιος μυς απομονώθηκε για ιστολογική αξιολόγηση.

Βασικά ευρήματα: Παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική αύξηση (p <0,05) στις συγκεντρώσεις των IL-4, IL-10, IL-6 και IFN-γ στα ζώα άγριου τύπου που υποβλήθηκαν σε αγωγή με σιλοσταζόλη, ενώ η IL-2 φάνηκε να καταστέλλεται σε σημαντικό βαθμό. Στα ανοσοανεπαρκή ζώα που έλαβαν αγωγή, τα επίπεδα TNF, IL-6 και IFN-γ παρουσίασαν σημαντική αύξηση ενώ η πρόσληψη 68Ga-NODAGA-RGDfK και η έκφραση του υποδοχέα CD31 βρέθηκαν σημαντικά χαμηλότερες στο ισχαιμικό άκρο σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση στην έκφραση του υποδοχέα CD31 στα αγρίου τύπου ζώα που έλαβαν αγωγή, όχι όμως και στην πρόσληψη 68Ga-NODAGA-RGDfK σε σύγκριση με τα ζώα της ομάδας ελέγχου.

Σημασία: Η σιλοσταζόλη φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά τα ανοσοκύτταρα ως προς τις κυτταροκίνες που παράγουν μέσω μεταβολής του τύπου της ανοσολογικής απόκρισης, προάγοντας την παραγωγή αντιφλεγμονωδών κυτταροκινών στα άγριου τύπου ζώα και βοηθώντας τη βελτίωση της ανοσολογικής απόκρισης στα ζώα με ανοσοανεπάρκεια.

Συμπεράσματα: Η σιλοσταζόλη φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά τα ανοσοκύτταρα επιδρώντας κυρίως στην παραγωγή κυτταροκινών, τροποποιώντας έτσι τον τύπο της ανοσολογικής απόκρισης. Επιπλέον, η σιλοσταζόλη φαίνεται να προάγει την παραγωγή αντιφλεγμονωδών κυτταροκινών και να αναστέλλει την παραγωγή IL-2 στα άγριου τύπου ζώα, ενώ βοηθά στη βελτίωση των ανοσολογικών αποκρίσεων στα ανοσοανεπαρκή ζώα επάγοντας την έκκριση προφλεγμονωδών κυτταροκινών και IFN-γ, μια διαπίστωση που πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω. Όσον αφορά την επίδραση της σιλοσταζόλης στην αγγειογένεση, τα αποτελέσματά μας δείχνουν μειωμένη έκφραση του υποδοχέα της ιντεγκρίνης αvβ3 και του υποδοχέα CD31 στους ανοσοανεπαρκείς ποντικούς, ενώ παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση στην έκφραση του υποδοχέα CD31 στα αγρίου τύπου ζώα που έλαβαν αγωγή, όχι όμως και στην πρόσληψη 68Ga-NODAGA-RGDfK σε σύγκριση με τα ζώα της ομάδας ελέγχου.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Αγγειογένεση, Σιλοσταζόλη, Προφίλ κυταροκινών, Ζωικό μοντέλο, Περιφερική ισχαιμία
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
248
Αριθμός σελίδων:
138
Paronis Efthimios Phd.pdf (3 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο