Εκτίμηση του επιπολασμού των λοιμωδών νοσημάτων HBV, HCV και HIV στο γενικό πληθυσμό της Ελλάδας και μελέτη των καθοριστικών τους παραγόντων

Διδακτορική Διατριβή uoadl:3234253 44 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τμήμα Ιατρικής
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2022-10-06
Έτος εκπόνησης:
2022
Συγγραφέας:
Κασκαφέτου Σωτηρία
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Παπαθεοδωρίδης Γεώργιος, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Μανωλακόπουλος Σπήλιος, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Τουλούμη Παναγιώτα, Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Καντζανού Μαρία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Σύψα Βασιλική-Αναστασία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Παρασκευής Δημήτρης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Ντόιτς Μαρία-Μέλανη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Εκτίμηση του επιπολασμού των λοιμωδών νοσημάτων HBV, HCV και HIV στο γενικό πληθυσμό της Ελλάδας και μελέτη των καθοριστικών τους παραγόντων
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Εκτίμηση του επιπολασμού των λοιμωδών νοσημάτων HBV, HCV και HIV στο γενικό πληθυσμό της Ελλάδας και μελέτη των καθοριστικών τους παραγόντων
Περίληψη:
Υπόβαθρο: Οι ιογενείς ηπατίτιδες Β (HBV) και C (HCV) και η HIV λοίμωξη συγκαταλέγονται στα πιο σημαντικά προβλήματα δημόσιας υγείας. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και το UNAIDS έχουν θέσει ως στόχο την εξάλειψή για τις ηπατίτιδες Β και C και τον έλεγχο της HIV λοίμωξης το έτος 2030. Στην Ελλάδα, αν και έχουν γίνει αρκετές μελέτες και για τα τρία νοσήματα οι περισσότερες αφορούσαν ειδικές πληθυσμιακές ομάδες. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι α) η εκτίμηση του επιπολασμού και του καταράκτη φροντίδας των τριών λοιμωδών νοσημάτων στο γενικό πληθυσμό της Ελλάδας, β) η διερεύνηση των παραγόντων που σχετίζονται με ιστορικό προηγούμενου ελέγχου καθώς και με θετικότητα και γ) η αξιολόγηση του επιπέδου γνώσεων και των στάσεων έναντι των τριών αυτών λοιμώξεων και η διερεύνηση παραγόντων που σχετίζονται με το επίπεδο γνώσεων.
Μεθοδολογία: Τα δεδομένα της εργασίας προήλθαν από τη μελέτη Hprolipsis, την πρώτη εθνική έρευνα υγείας σε τυχαίο δείγμα του ενήλικου πληθυσμού για τα λοιμώδη νοσήματα της ηπατίτιδας Β, C και της HIV λοίμωξης, που διεξήχθη από το Μάϊο του 2013 έως τον Ιούνιο του 2016. Το δείγμα της μελέτης αποτελείται από 5.993 ενήλικες (≥18 ετών). Εφαρμόστηκε πολυσταδιακή στρωματοποιημένη τυχαία δειγματοληψία βάσει της απογραφής του 2011 για την συλλογή του δείγματος. Για τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων ελήφθη υπόψη ο σχεδιασμός της δειγματοληψίας της μελέτης, με πρόσθετη στάθμιση για τυχόν αποκλίσεις της κατά ηλικία, φύλο και γεωγραφική κατανομή του δείγματος από αυτή του γενικού πληθυσμού. Χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος πολλαπλών αναπληρώσεων (multiple imputation) για τις ελλείπουσες τιμές των μεταβλητών που διερευνήθηκαν. Όλες οι στατιστικές αναλύσεις πραγματοποιήθηκαν χρησιμοποιώντας το στατιστικό λογισμικό STATA (έκδοση 13.0).
Αποτελέσματα: Από τους 5.993 συμμετέχοντες οι 2546 ήταν άντρες (48.5%) και η διάμεση ηλικία (ενδοτεταρτημοριακό εύρος) 47,7 (34,64) έτη. 4246 από τους συμμετέχοντες είχαν και αποτέλεσμα εξετάσεων αίματος. Ο εκτιμώμενος επιπολασμός (95%CI) στο γενικό πληθυσμό ενηλίκων για την ηπατίτιδα Β και την ηπατίτιδα C ήταν σχετικά χαμηλός στο 1.7% (1.3, 2.3) και 0.9% (0.6, 1.3) αντίστοιχα, και για την HIV λοίμωξη πολύ χαμηλός 0.08% (0.02, 0.3). Το ποσοστό των αδιάγνωστων για τα τρία λοιμώδη νοσήματα ήταν 67.0% (HBV), 69.3% (HCV) και 50% (HIV) και από αυτούς που είχαν διαγνωστεί ένα σημαντικό ποσοστό δεν είχε υποβληθεί ποτέ σε θεραπεία (80.7% για την ηπατίτιδα Β και 60.2% για την ηπατίτιδα C).
Σχετικά με το επίπεδο γνώσεων τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπάρχουν σημαντικά κενά με το συνολικό επίπεδο γνώσης να είναι χαμηλό σε σημαντικό ποσοστό (27.9%, 33.1%, και 29.1% για τον HBV, HCV, και HIV, αντίστοιχα), εύρημα που οφείλεται κυρίως στα υψηλά ποσοστά παρανοήσεων σχετικά με τους τρόπους μετάδοσης (65.9% για την ηπατίτιδα Β, 67.2% για την ηπατίτιδα C και 67.9% για τον HIV). Οι γυναίκες, το υψηλότερο εισόδημα, το υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, η ελληνική καταγωγή, η κατοικία στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα/Θεσσαλονίκη), η εξέταση για τουλάχιστον ένα από τα τρία λοιμώδη νοσήματα της ηπατίτιδας Β, C και της HIV λοίμωξης και ο αυξημένος ιατρικός κίνδυνος συσχετίστηκαν με υψηλότερο επίπεδο γνώσης, ενώ η μεγαλύτερη ηλικία με χαμηλότερο επίπεδο γνώσης.
Το ένα τρίτο του γενικού πληθυσμού είχε ιστορικό προηγούμενης εξέτασης για τουλάχιστον ένα από τα τρία νοσήματα στο παρελθόν (34%), με το ποσοστό αυτό να ποικίλλει ανά λοίμωξη (30.9% για την ηπατίτιδα Β, 22.8% για την ηπατίτιδα C και 20% για την HIV λοίμωξη). Η ηλικιακή ομάδα 30-39 ετών εξετάζεται συχνότερα (53.5%). Οι γυναίκες που έχουν παιδιά εξετάζονται συχνότερα από τις γυναίκες που δεν έχουν (p-value<0,001). Το υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης, το υψηλότερο επίπεδο γνώσεων, ο υψηλός ιατρικός κίνδυνος και η συμπεριφορά υψηλού κινδύνου συσχετίστηκαν στατιστικά σημαντικά με μεγαλύτερη πιθανότητα εξέτασης. Επιπλέον, τα εμβολιασμένα άτομα για την ηπατίτιδα Β ήταν πιο πιθανό να έχουν εξεταστεί σχετικά με τα μη-εμβολιασμένα άτομα, μια διαφορά που γινόταν πιο έντονη όσο αυξανόταν η ηλικία.
Τέλος, από την πολυπαραγοντική ανάλυση για τους παράγοντες που σχετίζονται με την ύπαρξη θετικών ιολογικών αποτελεσμάτων για την ηπατίτιδα Β και C, οι άντρες και τα άτομα με χώρα γέννησης στα Βαλκάνια έχουν στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν θετικό αυστραλιανό αντιγόνο και anti-HBc αντισώματα, ενώ το υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, το υψηλότερο εισόδημα και η χρήση προφυλακτικού σχετίζονται με μικρότερη πιθανότητα θετικού αυστραλιανού αντιγόνου και anti-HBc. Η ύπαρξη οικογενειακού ιστορικού για ηπατίτιδα συσχετίστηκε με στατιστικώς σημαντική μεγαλύτερη πιθανότητα ύπαρξης θετικού αυστραλιανού αντιγόνου. Όσο μεγαλύτερη η ηλικία τόσο υψηλότερη και η πιθανότητα θετικών anti-HBc αντισωμάτων (p-value<0.001), και μικρότερη η πιθανότητα θετικού αυστραλιανού αντιγόνου. Για την ηπατίτιδα C όσο μεγαλύτερη η ηλικία τόσο υψηλότερη και η πιθανότητα θετικών anti-HCV ενώ η ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών και η μη ύπαρξη σχέσης/γάμου σχετίζονται στατιστικά σημαντικά με την ύπαρξη θετικών Anti-HCV.
Συμπεράσματα: Για πρώτη φορά στην Ελλάδα εκτιμήθηκε ο επιπολασμός των HCV, HBV και HIV, το επίπεδο γνώσης και η αυτο-αναφερόμενη εξέταση τους σε σύγκριση με ιολογικά αποτελέσματα και σε συσχέτιση με παράγοντες κινδύνου σε τυχαίο δείγμα των ενηλίκων που ζουν στην Ελλάδα. Ο επιπολασμός των HCV, HBV και HIV στον γενικό πληθυσμό, ήταν χαμηλός. Μόνο ένα στα τρία άτομα του γενικού ενήλικου πληθυσμού στην Ελλάδα έχει ιστορικό εξέτασης για τουλάχιστον ένα από τα τρία λοιμώδη νοσήματα. Το ποσοστό των αδιάγνωστων κυμαινόταν από 50-60% και μόνο ένα μικρό ποσοστό των διαγνωσθέντων έχει λάβει θεραπεία. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι υπάρχουν σημαντικά κενά γνώσεων στον ελληνικό γενικό πληθυσμό σχετικά με τους τρόπους μετάδοσης τους και τα προληπτικά μέτρα. Τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής παρέχουν δεδομένα που βοηθούν στον στοχευμένο σχεδιασμό πολιτικών δημόσιας υγείας προκειμένου να επιτευχθεί και ο στόχος της ΠΟΥ για την εξάλειψη της ηπατίτιδας Β και C έως το 2030, καταδεικνύουν την ανάγκη για την πραγματοποίηση δραστηριοτήτων ευαισθητοποίησης μεγάλης κλίμακας για την κάλυψη της έλλειψης γνώσης για τα τρία νοσήματα και τη σημασία και την ανάγκη ανάπτυξης και εφαρμογής δράσεων πληροφόρησης στον γενικό πληθυσμό για την προώθηση της πρόληψης και της έγκαιρης διάγνωσης των HBV, HCV και HIV στην Ελλάδα.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Hπατίτιδα B, ηπατίτιδα C, HIV λοίμωξη, Επιπολασμός, Γνώσεις, Ιστορικό εξέτασης
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
270
Αριθμός σελίδων:
201
Kaskafetou_Sotiria_PhD.pdf (4 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο