Φαινοτυπικός καθορισμός ασθενών με άσθμα και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια

Διδακτορική Διατριβή uoadl:3292186 52 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τμήμα Ιατρικής
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2023-03-18
Έτος εκπόνησης:
2023
Συγγραφέας:
Καλλιέρη Μαρία
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Παπίρης Σπυρίδων, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Λουκίδης Στυλιανός, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Τσαγκάρης Ηρακλής, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Μπακάκος Πέτρος, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Μάναλη Ευφροσύνη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Ροβίνα Νικολέτα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Παπαϊωάννου Ανδριάνα, Επίκουρη Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Φαινοτυπικός καθορισμός ασθενών με άσθμα και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Φαινοτυπικός καθορισμός ασθενών με άσθμα και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια
Περίληψη:
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ Ι
Εισαγωγή: Η Μεπολιζουμάμπη είναι ένα εξανθρωποποιημένο μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι της ιντερλευκίνης 5 (IL-5), που εμποδίζει την σύνδεση της με τον υποδοχέα της IL-5 στην επιφάνεια των ηωσινοφίλων, με αποτέλεσμα την εκλεκτική αναστολή της ηωσινοφιλικής φλεγμονής, ενώ αποτελεί εγκεκριμένη θεραπεία για το σοβαρό ηωσινοφιλικό άσθμα.
Στόχος: Να περιγραφεί η διετής κλινική εμπειρία, η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της θεραπείας με μεπολιζουμάμπη στη θεραπεία ασθενών με σοβαρό ανθιστάμενο στη θεραπεία ηωσινοφιλικό άσθμα, σε ειδικά κέντρα στην Ελλάδα.
Μέθοδοι: Πρόκειται για μία προοπτική, πολυκεντρική, μη παρεμβατική μελέτη παρατήρησης που διεξήχθη σε 22 διαφορετικά κέντρα στην Ελλάδα. Κύριο καταληκτικό σημείο ήταν ο προσδιορισμός των κλινικά σημαντικών παροξύνσεων του άσθματος μετά από 12 και 24 μήνες θεραπείας, αντίστοιχα.
Αποτελέσματα: 169 ασθενείς συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη (28% άνδρες, μέση ± SD ηλικία 57.7±12.6). 134 (79.3%) ολοκλήρωσαν τους 24 μήνες παρατήρησης. Μετά από 2 χρόνια θεραπείας υπήρξε μείωση κατά 71.8% (p<0.001) των κλινικά σημαντικών παροξύνσεων. Στους 24 μήνες υπήρξε στατιστικά σημαντική βελτίωση του ACT score από 15.2±4.5 σε 21.8±3.1, και της αναπνευστικής λειτουργίας όπως φαίνεται από την αύξηση του FEV1, από 1.87±0.7 σε 2.2±0.8 L, p<0.001. Η δόση συντήρησης των από του στόματος κορτικοστεροειδών μειώθηκε σημαντικά από 10.6±7.5 mg/day σε 1.7±3mg/ημέρα, p<0.001 στους 24 μήνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 71% των ασθενών που λάμβαναν από του στόματος κορτικοστεροειδή στην έναρξη της μελέτης τα διέκοψαν τελείως. Σύμφωνα με τον προκαθορισμένο Ορισμό 1 το 83.8% των ασθενών ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία μετά από 24 μήνες, ενώ το 19.6% ήταν υπερ-ανταποκριτές, και σύμφωνα με τον Ορισμό 2, 93.1% ανταποκρίθηκαν στους 24 μήνες και το 27.5% ήταν υπέρ-ανταποκριτές, ενώ δεν παρατηρήθηκαν σημαντικά ζητήματα ασφαλείας.
Συμπεράσματα: Σε αυτή τη μελέτη παρατήρησης, η μεπολιζουμάμπη συσχετίστηκε με σημαντική μείωση στον ετήσιο αριθμό των παροξύνσεων, στη δόσης συντήρησης των από του στόματος κορτικοστεροειδών, βελτίωση του ελέγχου του άσθματος και της αναπνευστικής λειτουργίας, οφέλη που διατηρήθηκαν μετά από δύο έτη θεραπείας.
ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΙΙ
Εισαγωγή: Η ομαλιζουμάμπη είναι ένα ανασυνδυασμένο εξανθρωποποιημένο IgG1 μονοκλωνικό αντίσωμα έναντι της IgE, που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του σοβαρού ανθιστάμενου στη θεραπεία αλλεργικού άσθματος. Όλοι οι ασθενείς όμως, δεν ανταποκρίνονται το ίδιο στη θεραπεία παρόλο που έχουν επίπεδα IgE μέσα στα θεραπευτικά κριτήρια. Ο στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να προσδιοριστούν τα κλινικά και φλεγμονώδη χαρακτηριστικά των ασθενών που μπορούν να προβλέψουν την απάντηση στη ομαλιζουμάμπη.
Μέθοδοι: Μελετήσαμε αναδρομικά ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με ομαλιζουμάμπη σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της GINA. Καταγράφηκαν τα δημογραφικά δεδομένα, τα λειτουργικά χαρακτηριστικά, ο έλεγχος του άσθματος, το FeNO, τα ηωσινόφιλα του περιφερικού αίματος, τα επίπεδα της IgE στο αίμα, η ηωσινοφιλική κατιονική πρωτεΐνη (ECP), η ιντερλευκίνη 13 και ο αριθμός των κυττάρων στα προκλητά πτύελα. Όλες οι μετρήσεις έγιναν πριν την έναρξη θεραπείας με ομαλιζουμάμπη. Η αξιολόγηση της απάντησης στη θεραπεία έγινε σύμφωνα με συνολική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας από τον ιατρό (physician’s global evaluation of treatment effectiveness – GETE). Οι ασθενείς χαρακτηρίστηκαν σαν πρώιμοι ανταποκριτές όταν η ανταπόκριση επιτεύχθηκε μέσα σε 16 εβδομάδες και σαν όψιμοι ανταποκριτές όταν επιτεύχθηκε μεταξύ των 16 και 32 εβδομάδων. Οι ασθενείς που δεν έδειξαν καμία βελτίωση μετά από 32 εβδομάδες θεραπείας θεωρήθηκαν μη ανταποκριτές.
Αποτελέσματα: 42 ασθενείς συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. 28 ασθενείς (68.3%) χαρακτηρίστηκαν σαν ανταποκριτές, ενώ 13 (31.7%) σαν μη ανταποκριτές. Από τους ασθενείς που ανταποκρίθηκαν, 25 (89%) ήταν πρώιμοι ανταποκριτές και 3 (11%) ήταν όψιμοι ανταποκριτές. Οι ασθενείς που ανταποκρίθηκαν χαρακτηρίζονταν από χαμηλότερο FEV1 και FEV1/FVC κατά την έναρξη της θεραπείας και υψηλότερα επίπεδα IL-13 στο υπερκείμενο των προκλητών πτυέλων σε σύγκριση με αυτούς που δεν ανταποκρίθηκαν. Οι όψιμοι ανταποκριτές είχαν υψηλότερα επίπεδα IgE στον ορό, μικρότερη διάρκεια του άσθματος και υψηλότερες τιμές ηωσινοφίλων στο περιφερικό αίμα. Τέλος, χρησιμοποιώντας ROC καμπύλες, οι καλύτεροι προβλεπτικοί παράγοντες για την ανταπόκριση στην ομαλιζουμάμπη ήταν ο FEV1 (AUC=0.718) και η IL-13 στο υπερκείμενο των προκλητών πτυέλων (AUC=0.709).
Συμπέρασμα: Ο χαμηλότερος FEV1 πριν την έναρξη της θεραπείας και οι υψηλότερες τιμές της IL-13 στο υπερκείμενο των προκλητών πτυέλων ήταν προβλεπτικοί παράγοντες της ανταπόκρισης στη θεραπεία με ομαλιζουμάμπη.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Άσθμα, Omalizumab, Mepolizumab, Σοβαρό άσθμα, Ηωσινόφιλα
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
177
Αριθμός σελίδων:
157

 


PAPERS.rar
1 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο.