Καρδιαγγειακές και μεταβολικές αποκρίσεις και αντιλαμβανόμενη κόπωση με τρέξιμο σε βαθύ νερό σε δύο διαφορετικές θερμοκρασίες

Διπλωματική Εργασία uoadl:1452844 666 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Προπονητικό πεδίο
Βιβλιοθήκη Σχολής Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού
Έτος εκπόνησης:
2016
Συγγραφέας:
Κίττα Ιωάννα
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Σουλτανάκη Ε., Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, ΣΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Βογιατζής Ι., Αναπληρωτής Καθηγητής, ΣΕΦΑΑ,ΕΚΠΑ
Μπογδάνης Γ., Επίκουρος Καθηγητής, ΣΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Καρδιαγγειακές και μεταβολικές αποκρίσεις και αντιλαμβανόμενη κόπωση με τρέξιμο σε βαθύ νερό σε δύο διαφορετικές θερμοκρασίες
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Καρδιαγγειακές και μεταβολικές αποκρίσεις και αντιλαμβανόμενη κόπωση με τρέξιμο σε βαθύ νερό σε δύο διαφορετικές θερμοκρασίες
Περίληψη:
Η άσκηση σε κάθετη θέση σε βαθύ νερό (χωρίς δηλαδή να υπάρχει επαφή με τον πυθμένα) αποτελεί μία σύγχρονη μέθοδο βελτίωσης των συνισταμένων της φυσικής κατάστασης σε ένα περιβάλλον με μειωμένη βαρύτητα, εκμεταλλευόμενη όλων των ιδιοτήτων του νερού, όπως η άνωση, η πυκνότητα, η υδροστατική πίεση (Benelli, et al., 2004; Cassady et al., 1992). Απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτου ηλικίας, φύλου και επιπέδου φυσικής κατάστασης. Λόγω της άνωσης και της πυκνότητας του νερού, παρέχει περισσότερες και εναλλακτικές μορφές άσκησης σε άτομα που δυσκολεύονται να κινηθούν έξω από το αυτό (Cable, 2000). Ανάλογο με το στόχο του προγράμματος η άσκηση σε βαθύ νερό μπορεί να μεγιστοποιήσει όλους τους βιολογικούς μηχανισμούς, να χρησιμοποιηθεί σαν προπονητικό εργαλείο για αθλητές όλων των αθλημάτων (Robinson et al., 2004). Η βύθιση στο νερό σε διαφορετικά βάθη προκαλεί διαφορετικές αποκρίσεις και μεταβολή των βιολογικών λειτουργιών του ανθρώπου. Αυτές οι μεταβολές διαφοροποιούνται ανάλογα με τη θερμοκρασία της βύθισης αλλά και τη διάρκεια και την ένταση της άσκησης. Έως σήμερα οι μελέτες που αφορούν συγκρίσεις φυσιολογικών αποκρίσεων με άσκηση στο νερό σε διαφορετικές θερμοκρασίες έχουν γίνει μόνο σε συνθήκες ρηχών νερών ή συγκριτικά με άσκηση έξω από το νερό (Taylor et al., 1955; McArdle, 1976; Pyrnay et al., 1977; Avellini et al., 1983; Gleim & Nicholas, 1989; Choukroune & Varene, 1990; Napoletan & Hicks, 1995; Hall et al.,1998; Shimizu et al., 1998; Park et al., 1999; Fujishima & Shimizu, 2003). Σκοπός της παρούσης έρευνας είναι να διερευνήσει αν, ένα τεστ κλιμακούμενης έντασης έως εξάντλησης, σε χλιαρή θερμοκρασία κάτω της θερμό-ουδέτερης ζώνης (31°C), θα διαφοροποιήσει τις καρδιοαγγειακές αποκρίσεις, την αντιλαμβανόμενη κόπωση αλλά και τον χρόνο εξάντλησης, σε σχέση με μία δροσερή θερμοκρασία (24°C). Η παρούσα έρευνα αποτελεί μέρος μίας από σειρά ερευνών για τον καθορισμό της ασφαλής θερμό-ουδέτερης θερμοκρασίας άσκησης στο νερό, σε αναφορά με την ένταση και τη διάρκεια της άσκησης. Στην έρευνα συμμετείχαν 9 άρρενες αθλητές (Ν=9), ηλικίας 18-27 ετών, σε δύο δοκιμασίες κλιμακούμενης έντασης άσκησης μέχρι εξάντλησης με τρέξιμο σε βαθύ νερό (ΤΒΝ), σε 24°C και 31°C, με τη μέθοδο της ισοσταθμισμένης σειράς. Πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις: των φυσικών χαρακτηριστικών, της καρδιακής συχνότητας και της αντιλαμβανόμενης κόπωσης κατά την διάρκεια της άσκησης, των επίπεδων του γαλακτικού, της γλυκόζης, της αρτηριακής πίεσης, και της θερμοκρασίας σώματος πριν και μετά την άσκηση. Η στατιστική ανάλυση περιλαμβάνει: α) περιγραφικά στατιστικά στοιχεία των δοκιμαζομένων (mean±SD) β) σύγκριση ανάμεσα στις δύο διαφορετικές θερμοκρασίες για τις καρδιακές συχνότητες και την αντιλαμβανόμενη κόπωση με two-way Anova για εξαρτημένα δείγματα και επαναλαμβανόμενες μετρήσεις (mean±SE) γ) post hoc ανάλυση με Bonferroni test και δ) πολλαπλές δοκιμασίες ελέγχου t για εξαρτημένα δείγματα (paired t-test) όπου εντοπίστηκαν διαφορές ε) συσχέτιση με τον συντελεστή Pearson ( r ) μεταξύ ΚΣ και RPE και στ) διπλή παλινδρόμηση. Οι στατιστικές αναλύσεις έγιναν με τα πρόγραμμα SPSS 22.0, τα σχήματα με το πρόγραμμα PRISM και το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας ορίστηκε στο p<0.05 Τα αποτελέσματα έδειξαν: α) σημαντική μείωση στη συνολική διάρκεια εθελούσιας άσκησης έως εξάντλησης στους 31°C(p=0.036), β) πρώιμη εμφάνιση της ανώτατης καρδιακής συχνότητας στους 31°C(p=0.043), γ) υψηλότερη συστολική πίεση μετά από την άσκηση στους 31°C (p=0.008),δ) υψηλότερα επίπεδα γαλακτικού μετά από την άσκηση στους 24°C (p=0.002) και στους 31°C (p=0.000) ε) χαμηλότερη θερμοκρασία σώματος μετά από την άσκηση στους 24°C (p=0.001). Οι τιμές της αντιλαμβανόμενης κόπωσης δεν παρουσίασαν στατιστική σημαντικότητα μεταξύ των δύο θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια της άσκησης. Τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα δεν παρουσίασαν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στην ηρεμία και την κλιμακούμενη άσκηση στις δύο θερμοκρασίες νερού.

Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας υποδεικνύουν μία επιτάχυνση των καρδιοαγγειακών αποκρίσεων και γρηγορότερη εμφάνιση της κόπωσης σε μία θερμοκρασία 31°C, που έως και σήμερα θεωρείται ευρέως αποδεκτή για αγώνες ανοιχτής θάλασσας ή/και αποκατάστασης με άσκηση στο νερό. Πρόσφατα δεδομένα δείχνουν όμως ότι αυτό μπορεί να αποβεί έως και θανατηφόρο, σε υψηλής έντασης ή/και παρατεταμένης άσκησης στο νερό. Αυτό συμβαίνει λόγω των διαφορετικών θερμορυθμιστικών παραγόντων που λαμβάνουν χώρα, με την άσκηση σε θερμότερα νερά, και ειδικότερα την αδυναμία της εξάτμισης σαν μέσω αποβολής της θερμότητας. Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διασαφηνίσει την επίπτωση της έντασης και διάρκειας του ασκησιογόνου ερεθίσματος μέσα σε θερμά νερά, έτσι ώστε να καθορισθεί το ασφαλές εύρος θερμοκρασιών άσκησης στο νερό, έναντι μιας επιταχυνόμενης υπερθερμίας.
Λέξεις-κλειδιά:
βύθιση στο νερό, άσκηση στο βαθύ νερό, καρδιοαγγειακές αποκρίσεις, θερμοκρασία νερού, θερμό νερό, αντιλαμβανόμενη κόπωση
Ευρετήριο:
Ναι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
127
Αριθμός σελίδων:
63
mi tesis ya corregida 15-7-2016.pdf (1 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο