Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Αριστοτέλης Τύμπας, Καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ
Ευστάθιος Αραποστάθης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης,, ΕΚΠΑ
Βασίλης Γαλής, Αναπληρωτής Καθηγητής, Business IT, IT University Copenhagen
Θεόδωρος Αραμπατζής, Καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ
Σταύρος Δρακόπουλος, Καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ
Jennifer Light, Καθηγήτρια, Program in Science Technology and Society, Massachusetts Institute of Technology (MIT)
Jan-Hendrik Passoth, Καθηγητής, European New School of Digital Studies, European University Viadrina
Περίληψη:
Η παρούσα διατριβή έχει ως αντικείμενο της τη σχέση ανάμεσα στο νεωτερικό κράτος και την τεχνολογία. Το βασικό ερευνητικό μου ερώτημα αφορά το οντολογικό καθεστώς της κρατικής διαμόρφωσης και της κρατικής εξουσίας, όπως αυτό τίθεται από την σκοπιά των τεχνολογικών υλικοτήτων που τις επιτελούν. Η έρευνα μου εστιάζει στην περίπτωση του ελληνικού κράτους και στον ψηφιακό μετασχηματισμό του μέσα από τα έργα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Υποστηρίζω ότι οι τεχνολογίες που αναπτύσσονται στο πλαίσιο τους δεν αποτελούν πολιτικά ουδέτερες εφαρμογές, αλλά είναι φορείς πολιτικής. Κατά συνέπεια, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση περιγράφεται ως μια μορφή τεχνοπολιτικής του κρατικού μετασχηματισμού.
Αρχικά προσπαθώ να διευρύνω το πεδίο της κρατική θεωρίας, ώστε να δημιουργηθεί χώρος για μια νέα αντίληψη του κρατικού φαινομένου, βασισμένη στην κοινωνικοτεχνική του φύση. Επιχειρώ μια τέτοια παρέμβαση μέσα από την αποδόμηση και την εκ νέου ανασύνθεση της έννοιας του κράτους ως δρώντος υποκειμένου μέσα από θεωρητικές προτάσεις και έννοιες που αντλώ από το πεδίο των Σπουδών Επιστήμης και Τεχνολογίας (Science and Technology Studies/ STS). Συγκεκριμένα, αμφισβητώ την αντίληψη του κράτους ως ενός a priori συνεκτικού και αυτοδύναμου μακρο-δρώντος, προκειμένου να δείξω πως το κράτος αποτελεί μια πολλαπλή οντότητα που επιδιώκει διαρκώς τη συναρμογή, τη διάταξη και τη σταθεροποίηση του μέσα από κοινωνικοτεχνικές υλικότητες, οι οποίες και συνιστούν άρρηκτο μέρος της ύπαρξης του. Έτσι, το κράτος μπορεί να γίνει κατανοητό ως ένα εγγενώς τεχνοεπιστημονικό αποτέλεσμα διαδικασιών, πρακτικών και κοινωνικοτεχνικών διατάξεων που του προσδίδουν συγκεκριμένες μορφές και εξουσιαστικές δυνατότητες. Παραφράζονται τον ορισμό του Μακιαβέλι για το κράτος ως έναν Κένταυρο, που είναι μισός άνθρωπος και μισός θηρίο, θα υποστήριζα ότι τα μοντέρνα κράτη είναι μισά άνθρωπος κα μισά μηχανή ή, για την ακρίβεια, μισά άνθρωπος και μισά πληροφοριακά συστήματα.
Στη συνέχεια δείχνω ότι η συστημική ανάλυση και το συστημικό μάνατζμεντ συνιστούν τις ιστορικές καταβολές του κοινωνικοτεχνικού μετασχηματισμού του κράτους, που σήμερα αποκαλούμε με τον όρο ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Οι περισσότερες από τις δομικές, οργανωτικές και τεχνικές αλλαγές στις οποίες στοχεύουν οι στρατηγικές της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης μπορούν να βρεθούν στους οραματισμούς και στις πρακτικές της συστημικής προσέγγισης, όπως αυτή αναπτύχθηκε μεταπολεμικά στις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Η πιο προβεβλημένη μεταξύ αυτών είναι, φυσικά, η χρήση ΤΠΕ σε διαδικασίες διοίκησης και διακυβέρνησης.
Οι μετασχηματισμοί που επιφέρουν τα έργα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης αναλύονται, περαιτέρω, ως προς τα αποτελέσματα τους επί των διαφορετικών όψεων του μοντέρνου κράτους. Οι διοικητικές διαδικασίες, οι δια-κυβερνητικές σχέσεις και οι σχέσεις κράτους-πολιτών μετασχηματίζονται δραστικά με τη βοήθεια ποικίλων ΤΠΕ. Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση περιγράφεται ως μία κοινωνικοτεχνική και τεχνοδιαχειριστική συναρμογή (assemblage) που μετατοπίζει και μετασχηματίζει σε βάθος πολλές από τις διαστάσεις του μοντέρνου κράτους.
Η περίπτωση του ψηφιακού μετασχηματισμού του ελληνικού κράτους αρχικά διερευνάται μέσα από την ανάλυση των στρατηγικών κειμένων κρατικής πολιτικής για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Υποστηρίζω ότι στο όνομα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης λαμβάνει χώρα μια τεχνοπολιτική προσπάθεια που αποσκοπεί στο να απομακρύνει το ελληνικό κράτος από την διοικητική παράδοση του συγκεντρωτισμού, της στατικότητας και της μονολιθικής δομής του, ώστε να το συνδέσει με την κοινωνία με κοινωνικοτεχνικούς τρόπους και να το εξοπλίσει με νέους τεχνοπολιτικούς μηχανισμούς. Με τους τελευταίους επιδιώκεται να μεταβληθεί η δομή του, να ενισχυθεί η κυβερνητική του εξουσία, αλλά και οι ικανότητες του για την παραγωγή και την εφαρμογή κρατικών πολιτικών. Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται μέσα από την προσπάθεια δημιουργίας ισχυρών θεσμικών κέντρων, την ανάπτυξη μεγάλων, οριζόντιων πληροφοριακών συστημάτων καθώς και μέσα από την αναδιάταξη του κρατικού χώρου, προκειμένου να μπορέσει να διαμορφωθεί μια πιο ενιαία κρατική μορφή.
Η εμπειρική μου έρευνα εστιάζει σε τρεις μελέτες περίπτωσης- τρία πρόσφατα έργα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης: το Κέντρο Διαλειτουργικότητας (ΚΕΔ), την υποδομή υπολογιστικού νέφους G-cloud και το Σύστημα Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης (ΣΗΣ). Δίνω έμφαση στις κοινωνικοτεχνικές δυνατότητες των ΤΠΕ που χρησιμοποιούνται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Επιδιώκω να κατανοήσω τον τεχνοπολιτικό τους χαρακτήρα και τα αποτελέσματα που παράγουν ως προς την δόμηση του κράτους και τις διαδικασίες διακυβέρνησης.
Στην περίπτωση του ΚΕΔ, το κράτος, εξαιτίας της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής λογισμικού που έχει υιοθετηθεί, επιχειρεί να διασπαστεί σε μικρές πληροφοριακές μονάδες, ώστε έπειτα να μπορεί να επανασυναρμόζεται με ευκολία και ταχύτητα, λαμβάνοντας τη μορφή ενός συστήματος σπονδυλωτού συγκεντρωτισμού. Μεγάλο τμήμα της εξουσίας του και της ικανότητας του να μετατρέπεται σε μακρο-δρώντα πηγάζει από την σπονδυλωτή αναδόμηση του και τη διοικητική ικανότητα που αυτή εξασφαλίζει. Υποστηρίζεται ότι οι διαλετουργικότητες δύνανται να συμβάλλουν στην διατάραξη της ισορροπίας δυνάμεων στις σχέσεις κράτους-κοινωνίας, καθώς νέες μορφές συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων επιδρούν καταλυτικά στις δομικές τάσεις του κράτους προς ολοποίηση και εξατομίκευση.
Η υποδομή υπολογιστικού νέφους G-cloud και η τεχνολογία της εικονικοποίησης, στην οποία η πρώτη βασίζεται, επιφέρουν τεχνοπολιτικές συνέπειες επί της εξουσίας υποδομών (infrastructural power) του κράτους, μιας και καθιστούν δυνατές νέες μορφές δια-κυβερνητικού ελέγχου, μέσα από την δημιουργία ισχυρών θεσμικών κέντρων. Ταυτόχρονα, συμβάλλουν στην αναδιάταξη διαφορετικών τμημάτων του κράτους,˙ επιδρώντας, έτσι, στον ενιαίο και πολλαπλό χαρακτήρα του κρατικού φαινομένου. Οι τεχνολογίες αυτές καθιστούν δυνατή την αλλαγή του κρατικού χώρου, στη βάση μια τοπολογικής, δηλαδή σχεσιακής και μη ευκλείδειας χωρικής αντίληψης. Ο τοπολογικός χώρος συνιστά τόσο μία νέα αποκρυστάλλωσή της κρατικής μορφής όσο και έναν ισχυρό πόρο προς χρήση για τους σκοπούς της διακυβέρνησης.
Το ΣΗΣ αναλύεται ως ένας τεχνοπολιτικός μηχανισμός που αναπτύσσεται μεταξύ της καθημερινής διακυβέρνησης της συνταγογραφικής συμπεριφοράς των ιατρών και της αναδόμησης του ελληνικού κράτους. Τα κοινωνικοτεχνικά «σενάρια δράσης» (scripts), που είναι εγγεγραμμένα σε αυτό, αναλύονται ως τεχνοπολιτικές διατάξεις που καθοδηγούν και κυβερνούν την ιατρική πρακτική με ποικίλους τρόπους. Ταυτόχρονα, ένα κεντρικό πληροφοριακό σύστημα και μια κεντρική βάση δεδομένων επιδιώκουν να ενισχύσουν την ικανότητα των κεντρικών αρχών να λαμβάνουν αποφάσεις, να διαμορφώνουν κρατικές πολιτικές και να τις εφαρμόζουν. Υποστηρίζω ότι η τεχνοπολιτική διαπερνά και τις δύο πλευρές της διεπαφής του ΣΗΣ. Ενισχύει την εξουσία υποδομών του κράτους, επιδρά στο μετασχηματισμό των σχέσεων κράτους-κοινωνίας και συμβάλλει στον επαναπροσδιορισμό του μεταξύ τους χώρου. Και εδώ παράγεται, μέσα από δικτυακές συνδέσεις και κεντρικές βάσεις δεομένων, ένας τοπολογικός χώρος. Αυτός, ως κατεξοχήν σχεσιακό χώρος, συνιστά την αναγκαία τεχνοπολιτική διάταξη τόσο για τη συγκρότηση νέων κρατικών μορφών όσο και για την άσκηση της κρατικής εξουσίας μέσα από το ΣΗΣ.
Λέξεις-κλειδιά:
Ηλεκτρονική διακυβέρνηση, ψηφιακός μετασχηματισμός, τεχνοπολιτική, ελληνικό κράτος, ΤΠΕ, διαλειτουργικότητα, υπολογιστικό νέφος, σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.