Supervisors info:
Κουτσούκη Δ.,Καθηγήτρια, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Σκορδίλης Ε.,Λέκτορας, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Ψυχουντάκη Μ., Λέκτορας,ΕΚΠΑ
Summary:
Σκοπός της μελέτης ήταν να εξετάσει τους παράγοντες (Στάσεις απέναντι στη άσκηση, Κοινωνικοί Παράγοντες-Σημαντικοί Άλλοι, Αντιλαμβανόμενος Έλεγχος της Συμπεριφοράς και Πρόθεση) της θεωρίας σχεδιασμένης συμπεριφοράς (ΣΣ) (Planned Behavior Theory, Ajzen, 1988), σε σχέση με την άσκηση, το φύλο και τον τύπο του σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ).
Οι ανεξάρτητες μεταβλητές ήταν: α) Στάσεις (attitudes toward exercise), β) Σημαντικοί Άλλοι (significant others-subjective norms), γ) Αντιλαμβανόμενος Έλεγχος της Συμπεριφοράς (ΑΕΣ) (perceived behavioral control), δ) Πρόθεση (intention), ε) τύπος διαβήτη (τύπος Ι, τύπος ΙΙ με χρήση ινσουλίνης και τύπος ΙΙ χωρίς χρήση ινσουλίνης) και στ) φύλο (άντρες και γυναίκες). Η εξαρτημένη μεταβλητή ήταν η συμμετοχή σε άσκηση («λίγο» ασκούμενοι, «κανονικά» ασκούμενοι και μη ασκούμενοι).
Πιλοτική έρευνα πραγματοποιήθηκε σε γενικό πληθυσμό του νομού Αττικής και της πόλης της Ρόδου. Το δείγμα αποτέλεσαν 163 ενήλικες, ηλικίας 22-71, άντρες και γυναίκες, ασκούμενοι και μη ασκούμενοι. Οι διερευνητικές παραγοντικές αναλύσεις (exploratory factor analysis) που έγιναν για την εξέταση της εγκυρότητας του ερωτηματολογίου των Kerner και Grossman (2001) ανέδειξαν τέσσερις παράγοντες που ερμηνεύουν τη συμπεριφορά απέναντι στην άσκηση. Οι συντελεστές αξιοπιστίας Cronbach alpha κυμαίνονταν από .64 έως .90 για τους παράγοντες της θεωρίας ΣΣ.
Το τυχαίο δείγμα αποτέλεσαν 171 άτομα με ΣΔ τύπου Ι (Ν=47), τύπου ΙΙ με χρήση ινσουλίνης (Ν=50) και τύπου ΙΙ χωρίς χρήση ινσουλίνης (Ν=74), άντρες και γυναίκες, «λίγο» ασκούμενοι, «κανονικά» ασκούμενοι και μη ασκούμενοι. Για τους σκοπούς της έρευνας χορηγήθηκαν οι κλίμακες που δημιούργησαν οι Kerner και Grossman (2001) με βάση τη θεωρία της ΣΣ (Ajzen, 1988). Η χορήγηση του ερωτηματολογίου έγινε από την ερευνήτρια σε δύο κλινικές των Αθηνών και στο κέντρο υγείας των Μεγάρων, όπου καταγράφονται χρόνια περιστατικά ΣΔ.
Τα αποτελέσματα της κύριας έρευνας έδειξαν ότι δεν υπήρχε σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ φύλου, συμμετοχής σε άσκηση και τύπου ΣΔ ως προς τους παράγοντες της θεωρίας ΣΣ. Οι ασκούμενοι (κανονικά και λίγο) διέφεραν σημαντικά από τους μη ασκούμενους (p=0.000). Η διακριτική ανάλυση έδειξε ότι ο ΑΕΣ αναδεικνύει τις διαφορές μεταξύ ασκουμένων και μη, ενώ δεν υπήρχαν διαφορές ως προς το φύλο. Συγκεκριμένα, οι «λίγο» ασκούμενοι (Μ=2,42) και οι «κανονικά» ασκούμενοι (Μ=2,11) διέφεραν από τους μη ασκούμενους (Μ=3,50) στον ΑΕΣ (Wilks’ Lambda =.758, p 0,001). Οι μη ασκούμενοι είχαν περισσότερα εμπόδια και δυσκολίες για τη συμμετοχή τους σε άσκηση από τους ασκούμενους γενικότερα.
Τα συμπεράσματα οδηγούν στην αναγκαιότητα ποιοτικής και ποσοτικής αξιολόγησης των πιθανών εμποδίων που αντιμετωπίζουν τα άτομα με ΣΔ σχετικά με τη συμμετοχή τους σε άσκηση. Επίσης, οδηγούν στην αναγκαιότητα δημιουργίας παρεμβατικών προγραμμάτων με σκοπό τη συμμετοχή σε άσκηση ατόμων με ΣΔ