Supervisors info:
Μπαλτόπουλος Π. Αναπληρωτής Καθηγητής, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Μαριδάκη Μ., Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Τούτουζας Κ., Λέκτορας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Summary:
Η ενεργός συμμετοχή σε φυσικές δραστηριότητες συνοδεύεται από αιμοδυναμικές αλλαγές, που διαφοροποιούν τον τρόπο φόρτισης του καρδιαγγειακού συστήματος και ειδικότερα της καρδιάς (Fagard, 2003). Η συστηματική άσκηση προσαρμόζει τις καρδιοαναπνευστικές και μυοσκελετικές δομές, ανάλογα στο δεδομένο τύπο άσκησης. Συγκεκριμένα, οι αλλαγές που εμφανίζονται στην καρδιά και ειδικότερα στην αριστερή κοιλία είναι χαρακτηριστικές για τον τύπο κάθε αθλήματος (Fagard, 2003; Ghorayeb et al., 2005; Blomkvist & Saltin, 1983). H φυσική άσκηση διακρίνεται α) σε δυναμική, που απαιτεί ρυθμικές συστολές των μυών και μεταβολή του μήκους τους (Barbiera et al., 2006), β) σε στατική άσκηση, που απαιτεί την εφαρμογή υψηλών ενδομυϊκών φορτίων ενώ συνοδεύεται από παροδική άπνοια (Barbiera et al., 2006) και γ) στα μικτού τύπου αθλήματα στα οποία δραστηριοποιούνται-εμπλέκονται ο δυναμικός και ο στατικός τύπος άσκησης (Fagard, 2003; Barbiera et al., 2006; Mitcell et al., 1994). Οι αλλαγές αυτές αφορούν τη διάσταση της αριστερής κοιλίας, το πάχος του τοιχώματός της και την μάζα της. Αυτή η προσαρμογή της μάζας της αριστερής κοιλίας της καρδιάς ονομάζεται ως "καρδιά των αθλητών" (Pellicia and Maron, 1997). Από την υπάρχουσα βιβλιογραφία προκύπτει ότι η εμφάνιση υπερτροφίας της καρδιάς στους αθλητές δεν είναι ένα γενικό και μονοδιάστατο εύρημα, αλλά έχει διαφορετική αιτιολογία ανάλογα με τις απαιτήσεις του κάθε αθλήματος. Η παρούσα έρευνα είχε ως σκοπό να καταγράψει διαφορές και ομοιότητες, τόσο του μυοκαρδίου, όσο και της κοιλότητας της αριστερής κοιλίας ανάμεσα στους αθλητές μαχητικών αθλημάτων και της ομάδας ελέγχου.
Όλοι οι συμμετέχοντες αθλητές προέρχονταν από μαχητικά αθλήματα όπου χρησιμοποιούν τόσο τα άνω, όσο και τα κάτω άκρα για την επίτευξη σημείων.
Οι αθλητές χαρακτηρίζονταν ως υψηλού επιπέδου προερχόμενοι από εθνικές ομάδες και με επιτυχίες σε διεθνές επίπεδο (βαλκανικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο) (Pelliccia et al., 1999). καταγραφούν οι διαστάσεις που παρέχονται από τον υπερηχογραφικό έλεγχο της αριστερής κοιλίας. Το υπερηχογράφημα καρδιάς περιλάμβανε μέτρηση του πάχους μεσοκοιλιακού και οπισθιοκοιλιακού τοιχώματος, καθώς και την διάμετρο της αριστερής κοιλίας στη τελοδιαστολική και τελοσυστολική της φάση. Οι τιμές των προαναφερθέντων παραμέτρων εισήχθησαν σε ορισμένο μαθηματικό τύπο LVM=1.04[(LVIDd+PWTd+IVSTd)³ -LVIDd]-13.6 gr (Devereux et al., 1987) από όπου προσδιορίσθηκε η μάζα της αριστερής κοιλίας. Οι τιμές που αφορούν πάχη και διαμέτρους της αριστερής κοιλίας είναι υπολογισμένες σε mm του μέτρου, ενώ η μάζα της σε γραμμάρια (gr). Για τις συγκρίσεις των μέσων τιμών των υπερηχογραφικών παραμέτρων χρησιμοποιήθηκε t-test για ανεξάρτητα δείγματα. Ως επίπεδο σημαντικότητας επιλέχθηκε το α=0.05.
Από τις μετρήσεις του τελικού δείγματος αθλητών και μαρτύρων διακρίνονται στατιστικώς σημαντικές διαφορές, αναφορικά τόσο για κάποιες από τις καρδιαγγειακές παραμέτρους, όσο και ως προς τη μορφή της ίδιας της αριστερής κοιλίας ως κυριάρχου παράγοντα της καρδιακής απόδοσης.
Οι διαφορές στη μορφολογία της αριστερής κοιλίας μεταξύ αθλητών και μαρτύρων εντοπίζεται στη τελοδιαστολική διάμετρο και στο πάχος τοιχώματος (μεσοκοιλιακό και οπισθοκοιλίακο), όπου και οι δυο μεταβλητές διαφέρουν υπέρ των αθλητών με στατιστική σημαντικότητα.
Συγκεκριμένα οι αθλητές είχαν κατά μέσο όρο 51mm. τελοδιαστολική διάμετρο, ενώ η αντίστοιχη των μαρτύρων ήταν στα 46mm. Δεν υπάρχει όμως στατιστικώς σημαντική διαφορά ως προς την τελοσυστολική διάμετρος μεταξύ αθλητών και μαρτύρων (32 & 29 αντίστοιχα).
Το στοχευμένο υπερηχογράφημα έδειξε μέση τιμή 9.7mm πάχος για το μεσοκοιλιακό διάφραγμα των αθλητών με το αντίστοιχο των μαρτύρων στα 8mm. Εξίσου εμφανής και στατιστικώς σημαντική διαφορά υπήρξε και κατά την μέτρηση του οπισθοκοιλιακού τοιχώματος της αριστερής κοιλίας και ανευρέθη 9.3mm στους αθλητές και 7,9 στην ομάδα ελέγχου.
Η μεταβλητή <<σχετικό>> πάχος τοιχώματος που προσδιορίζεται από το κλάσμα του αθροίσματος μεσοκοιλιακού και οπισθοκοιλιακού τοιχώματος προς την τελοδιαστολική διάμετρο δε διέφερε σημαντικά ανάμεσα στις δυο ομάδες. Η μέση τιμή του σχετικού πάχους για τους αθλητές ήταν 0.37 και για τους μάρτυρες 0.35
Οι αθλητές εμφάνισαν μέση τιμή μάζας 200gr. περίπου και έχοντας εύρος τιμών 140-310 gr ενώ, οι αντίστοιχες των μαρτύρων είναι 145 gr. περίπου και με εύρος τιμών 100-190 gr. Το τελευταίο εύρημα είναι χαρακτηριστικό των αθλουμένων και εκείνο που χαρακτηρίζεται γενικά ως υπερτροφία της αριστερής κοιλίας.
Γενίκευση των αποτελεσμάτων δε μπορεί να γίνει, διότι το συγκεκριμένο πληθυσμιακό δείγμα των αθλητών δεν είναι αντιπροσωπεύει το μέσο αθλούμενο με τις πολεμικές τέχνες.
Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα της έρευνας με την υπάρχουσα βιβλιογραφία καταλήγουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Οι αθλητές υψηλού επιπέδου των μαχητικών αθλημάτων εμφανίζου ομοιότητα ως προς το πάχος του οπισθοκοιλιακού του τοιχώματος και του μεσοκοιλιακού διαφράγματος, με τους αθλητές που ασχολούνται με στατικού τύπου αθλήματα καθώς και μια εξίσου αυξημένη τελοδιαστολική διάμετρο παραπλήσια με εκείνη που επιδεικνύουν οι αθλητές των δρομικών αγωνισμάτων μεγάλων αποστάσεων.
Τέλος, το σημαντικότερο εύρημα είναι, η ιδιαίτερα διευρυμένη ,διαφορά της μάζας υπέρ της ομάδας των αθλητών που επιβεβαιώνει και την υψηλή προσαρμοστική αξία των μαχητικών αθλημάτων.