Supervisors info:
Κουτσούκη Δ., Καθηγήτρια, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Χαιροπούλου Χ., Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Σταύρου Ν., Λέκτορας, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Summary:
Η παρούσα μελέτη εξέτασε την εγκυρότητα και αξιοπιστία του Developmental Coordination Disorder Questionnaire (DCDQ) (Wilson, Kaplan, Crawford, Cambell, Dewey, 2000), για την ανίχνευση παιδιών με ΑΔΚΣ. Το DCDQ αποτελείται από 15 ερωτήσεις προς τους γονείς, που ομαδοποιούνται σε 3 παράγοντες: «έλεγχος κατά την διάρκεια της κίνησης» (6 προτάσεις), «λεπτή κινητικότητα-γραφή» (4 προτάσεις), και «γενικός συντονισμός» (5 προτάσεις). Στην προκαταρτική μελέτη και σε δείγμα 83 γονέων εξετάστηκε η εγκυρότητα μετάφρασης καθώς και η παραγοντική δομή του DCDQ (exploratory factor analysis). Προέκυψε ένα ερωτηματολόγιο με 12 προτάσεις και δυο παράγοντες «αδρή κινητικότητα και διάθεση» (gross motor skills & concern) και «λεπτή κινητικότητα και επάρκεια» (fine motor skills & efficiency) με 6 προτάσεις για τον κάθε παράγοντα. (Ιδιοτιμές = 3.40 και 2.98, Ερμηνευομένη Διασπορά = 28.36% και 24.5%, Cronbach a =.87 και .80 αντίστοιχα). Τέλος ο έλεγχος χρονικής σταθερότητας (test - retest reliability) ήταν .99 και .98 για τους δυο παράγοντες αντίστοιχα.
Στην κύρια έρευνα εξετάστηκαν 40 μαθητές με το Movemnt Assessement Battery for Children (MABC) (Henderson & Sugden, 1992). Oι ενδοσυσχετήσεις (concurrent ability) έδειξαν α) σημαντική συσχέτιση μεταξύ των δυο παραγόντων και της συνολικής βαθμολογίας του DCDQ, καθώς και β) σημαντική συσχέτιση των 3 παραγόντων και της συνολικής βαθμολογίας του MABC, η οποία δεν ξεπέρασε την στατιστική σημαντικότητα. Στην συνέχεια αξιολογήθηκαν με χ2 οι διαφορές στον αριθμό των μαθητών με και χωρίς ΑΔΚΣ σύμφωνα με τις επιδόσεις τους στο MABC και τις απαντήσεις των γονέων τους στο ερωτηματολόγιο DCDQ. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπήρξαν σημαντικές διαφορές (χ2 = 0.030, p = .863). Η αντιστοίχηση στη συνέχεια του DCDQ με το MABC έδειξε ότι μπορούσε να αξιολογήσει με ακρίβεια μόνο τους μαθητές χωρίς ΑΔΚΣ (94.7%). Στην συνέχεια πραγματοποιήθηκε πολυμεταβλητική ανάλυση διασποράς (MANOVA) για την στατιστική ανάλυση (Λ = .883, F = 0.965, p = .434, n2 =.060) (Norusis, 1993) και τα μονομεταβλητικά αποτελέσματα δεν ήταν σημαντικά για τους παράγοντες «αδρή κίνηση και διάθεση» (F = 1.612, p = .216, n2 = .094) και «λεπτή κίνηση και επάρκεια» (F = 0.116, p = .890, n2 = .007) αντίστοιχα. Επιπλέον η ANOVA δεν έδειξε σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα παιδιά (με ΑΔΚΣ, χωρίς ΑΔΚΣ, σε κίνδυνο) στην συνολική βαθμολογία του DCDQ. Για άλλη μια φορά τα αποτελέσματα δεν ξεπέρασαν το επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας (F = 0.710, p = .500, n2 =.008). Τέλος, χρησιμοποιήθηκαν t-tests για ανεξάρτητα δείγματα για τις μετά – ANOVA συγκρίσεις (a = 0.05). Οι μαθητές κατηγοριοποιήθηκαν σε 2 ομάδες σύμφωνα με τις επιδόσεις τους στο MABC. Στην πρώτη ομάδα ήταν οι μαθητές χωρίς ΑΔΚΣ, ενώ στην δεύτερη ήταν οι μαθητές με ΑΔΚΣ και at risk. Οι 2 παραπάνω ομάδες συγκρίθηκαν μεταξύ τους στην συνολική βαθμολογία του DCDQ και δεν βρέθηκαν σημαντικές διαφορές ανάμεσα τους (t = 0.21, p = .235).
Συνολικά φαίνεται ότι οι γονείς των παιδιών με ΑΔΚΣ είχαν δυσκολία την εκτίμηση της κινητικής ικανότητας των παιδιών τους. Το DCDQ στην παρούσα δομή φαίνεται να είναι χρήσιμο εργαλείο ανίχνευσης και αξιολόγησης, ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψιν τα δυνατά και αδύναμα σημεία του, κρίνεται απαραίτητα η περαιτέρω μελέτη της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας του. είναι αδύναμο στην ανίχνευση παιδιών με ΑΔΚΣ. Προτείνεται να χορηγείται παράλληλα με κάποια άλλη δέσμη δοκιμασιών για την ανίχνευση της ΑΔΚΣ.