Abstract:
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανάδειξη του συμβολισμού των αριθμών στα άμφια, η οποία όμως δε φιλοδοξεί να καλύψει το κενό της υπάρχουσας βιβλιογραφίας στο θέμα αυτό, αλλά να εγείρει τον προβληματισμό και να προσφέρει κάποιες προκαταρκτικές πληροφορίες, τις οποίες και η επιστημονική κοινότητα καλείται να διευρύνει.
Πέρα όμως από την μικρή αυτή συμβολή στο συμβολισμό των αμφίων, η εν λόγω εργασία επικεντρώνεται σε μία προσέγγιση των αμφίων μέσα από μία σειρά θεωριών του υλικού πολιτισμού, η οποία αναδεικνύει την αξία των αμφίων ως υλικού αντικειμένου, σε αυτή την πραγματικότητα κι όχι σε μία πραγματικότητα έξω από αυτά, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της σημειωτικής θεωρίας, κατά την οποία τα άμφια εκλαμβάνονται ως ένα σύστημα επικοινωνίας με κωδικοποιημένα μηνύματα προς αποκρυπτογράφηση. Κύριο μέλημα της εργασίας αποτελεί η ανάδειξη της σχέσης των αμφίων ως υλικού αντικειμένου με το ενεργό ανθρώπινο υποκείμενο, όπως επιδιώκεται σε μία ανθρωπολογική προσέγγιση, με κύριο γνώμονα, πάντα τον άνθρωπο, με απώτερο στόχο την από κοινού δράση ύλης και ανθρώπου, για την προαγωγή και τη βελτίωση της ζωής του δεύτερου, χωρίς βέβαια αυτή να νοείται σε μία επιβολή του ανθρώπου πάνω στην ύλη, αλλά σε μία συνεργασία και των δύο για την παραγωγή αποτελέσματος. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα και πάλι να τονίσω, πως η συγκεκριμένη εργασία, λόγω της σύντομης έκτασής της εξαιτίας της εκπόνησή της στα πλαίσια σεμιναρίου, δεν αποσκοπεί στην ολοκληρωμένη ανάπτυξη μίας ανθρωπολογικής προσέγγισης, με σκοπό να καλύψει το κενό που εντοπίζεται στην ελληνική βιβλιογραφία, αλλά στη χάραξη των βασικών αξόνων προσέγγισης του θέματος, που απέχει βέβαια πολύ από μία ολιστική προσέγγισή του.
Το πρώτο κεφάλαιο, αποτελεί μία ανάλυση του συμβολισμού και της ιστορικής εξέλιξης των αμφίων, με την ανάδειξη όσο των δυνατών περισσότερων συμβολισμών για το κάθε άμφιο, καθώς οι περιπτώσεις πολλαπλού συμβολισμού του ίδιου αμφίου είναι πολλές, με αυτόν συχνά να μεταβάλλεται κατά την ιστορική εξέλιξη του αμφίου. Στο ίδιο κεφάλαιο επιχειρείται επίσης, η απόδοση του χρωματικού συμβολισμού των αμφίων αλλά και του αριθμητικού συμβολισμού των αμφίων της ιερατικής στολής κάθε βαθμίδας – η οποία δεν έχει μέχρι τώρα επιχειρηθεί- αλλά και μία ανάδειξη της σχέσης του αριθμού των αμφίων με την μαγική αριθμολογία της λαϊκής σκέψης, με την οποία μοιράζονται πολλά κοινά στοιχεία, σε μία υβριδική σύνδεση θρησκείας και μαγείας στη λαϊκή αντίληψη. Τέλος, παρατίθεται μια μικρή αναφορά στο συμβολισμό των παραστάσεων των αμφίων.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, αναλύεται μία κοινωνική προσέγγιση των αμφίων κατά την ιστορική τους διαδρομή και την εξέλιξή τους. Πιο συγκεκριμένα, επιδιώκεται η αναγνώριση των αμφίων ως παράγωγα της συνδιαλλαγής μεταξύ πολλών λαών κατά τη διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Επιχειρείται μία σύγχρονη ανάλυση αυτών ως δηλωτικά κοινωνικών θέσεων και των κοινωνικών ρόλων που αυτές συνεπάγονται, σε μία συγκριτική πολλές φορές διάσταση αυτών στο παρελθόν και στο παρόν. Στην ενότητα αυτή πραγματοποιείται και η αξιοποίηση των πορισμάτων της επιτόπιας έρευνας, που αφορά ακριβώς τη διάσταση των αμφίων στο παρόν και τη σύγκρισή τους με ανάλογα στοιχεία από το παρελθόν , που προέρχονται από τη βιβλιογραφική έρευνα. Για το λόγο αυτό, έκρινα σκόπιμο, την παράθεση στο παράρτημα ενός σύντομου κειμένου, που απαρτίζεται από κάποιες βασικές ιστορικές πληροφορίες για την Μητρόπολη, στην οποία διεξήγαγα την έρευνά μου. Γενικότερα, σε όλο το κεφάλαιο, καταβάλλεται προσπάθεια για την ανάδειξη του ρόλου των αμφίων , όχι μόνο στο να εκφράζουν, αλλά και να διαμορφώνουν κοινωνικές σχέσεις και σχέσεις εξουσίας, καθώς και να συντελούν στην κατασκευή της ταυτότητας του υποκειμένου, είτε αυτή είναι έμφυλη, ηλικιακή, επαγγελματική, θρησκευτική, και εθνοτική, αλλά και στον ετεροπροσδιορισμό του από τους «άλλους». Τέλος, πρόθεση της συγγραφέα είναι να φανεί η πολυσημία των αμφίων, ως υλικών αντικειμένων, με την ερμηνεία τους να διαφοροποιείται κάθε φορά σε σχέση με το κοινωνικό πλαίσιο, στο οποίο εντάσσονται.
Στο τρίτο κεφάλαιο, σε μία παρακολούθηση της χρονολογικής εξέλιξης εμφάνισης των θεωριών του υλικού πολιτισμού, από τις παλιότερες στις πιο σύγχρονες επιχειρείται μία προσέγγιση των αμφίων, με μια από τις πιο σύγχρονες θεωρίες,του υλικού πολιτισμού, αυτή της δράσης της τέχνης, αλλά και γενικότερα των υλικών αντικειμένων. Το πρώτο υποκεφάλαιο της ενότητας αφιερώνεται στη χρήση των αμφίων κατά τις διαβατήριες τελετουργίες, καθώς η παρουσία τους σε αυτό το είδος των τελετουργιών, είναι και αυτή που δικαιολογεί την αποτροπαϊκή δράση των ίδιων των αμφίων, ως υλικού αντικειμένου, η οποία δεν απορρέει μόνο μέσω ανιμιστικών και δυναμιστικών τελετουργιών, αλλά υπάρχει εγγενώς και αυτοτελώς στα άμφια και οφείλεται στις παραστάσεις αλλά και τα υλικά μέσα, τα οποία φέρουν. Τα σύμβολα των αμφίων, είτε αυτά είναι θρησκευτικά, είτε προέρχονται από την κοσμική τέχνη, δε συμβολίζουν μόνο, αλλά ενσωματώνουν και τη δύναμη την οποία αναπαριστούν , μετατρεπόμενα σε δυναμικά σύμβολα με δράση. Σε ένα επίπεδο συγκριτικής θρησκειολογίας, αναδεικνύεται επίσης η αποτρεπτική δράση των υλικών μέσων που φέρουν τα άμφια, όπως οι θύσανοι και τα μεταλλικά αντικείμενα, με τον εντοπισμό ομοιοτήτων είτε στην ενδυμασία του ιερατείου κι άλλων θρησκειών, είτε στον ίδιο αποτροπαϊκό χαρακτήρα των υλικών αυτών αντικειμένων και στην κοσμική τέχνη, όπως στις παραδοσιακές ενδυμασίες. Στο τέταρτο κεφάλαιο, επιχειρείται η ανάδειξη της σχέσης αμφίων και ενδύματος, καθώς και των τεχνικών σώματος των ιερέων για μια άνετη κίνηση αυτών με τα άμφια. Επίσης παρατίθενται τα χαρακτηριστικά των αμφίων ως ένδυμα στη σύγχρονη εποχή, με τις σύγχρονες τάσεις και τους συρμούς, που διαμορφώνουν ένα είδος μόδας στα άμφια, καθώς επίσης περιγράφεται ο τρόπος φύλαξης και καθαριότητας των αμφίων σήμερα, μέσα από τα πορίσματα της επιτόπιας έρευνας. Ακόμη στο τέλος αυτού του κεφαλαίου, περιλαμβάνεται κι ένα υποκεφάλαιο, που αφορά τα άμφια ως ιερατική στολή.
Στο πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας, θεωρήθηκε σκόπιμο να καταστεί σαφής η παρουσία του λαϊκού ρεύματος στην εκκλησιαστική χρυσοκεντητική, η οποία βέβαια λανθάνει και στις προηγούμενες ενότητες, κυρίως στη σύνδεση των αριθμών των αμφίων με την μαγική αριθμολογία, αλλά και στην αποτροπαϊκή δράση των αμφίων, με την αποτροπαϊκή πρόθεση να αποτελεί κύριο γνώρισμα της λαϊκής σκέψης. Κατά την ανάπτυξη του κεφαλαίου, επιδιώκεται η απόδειξη της παραπάνω επισήμανσης μέσω μιας σειράς επιχειρημάτων. Επιχειρείται να διαφανεί με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, πως αν και η εκκλησιαστική χρυσοκεντητική, χαρακτηρίζεται ως λόγια τέχνη, κυρίως λόγω της βυζαντινής της επίδρασης, αντλεί πολλά στοιχεία από τη λαϊκή τέχνη, σε μία γόνιμη ανταλλαγή μεταξύ των δύο ειδών τέχνης, οι οποίες δε διακρίνονται στη λαϊκή συνείδηση, με τη μια να δανείζεται στοιχεία από την άλλη, όπως άλλωστε συμβαίνει και στην πραγματική ζωή, χωρίς τους διαχωρισμούς που επιχειρεί η επιστήμη. Το κεφάλαιο, αυτό θεωρώ , πως αποτελεί τον καλύτερο τρόπο επιλόγου της εργασίας, ακριβώς γιατί αναδεικνύει το κοινό σημείο όλων των θεωριών προσέγγισης.
Μετά την ολοκλήρωση των κεφαλαίων, ακολουθεί συνόψιση με μια γενική επισκόπηση των συμπερασμάτων της παρούσης εργασίας. Έπεται η βιβλιογραφία, ελληνική και ξενόγλωσση και στη συνέχεια παρατίθεται παράρτημα, το οποίο συνίσταται από δύο μέρη. Το πρώτο μέρος αφιερώνεται στην παράθεση κάποιων ιστορικών στοιχείων για την Ιερά Μητρόπολη Περιστερίου, στην οποία διεξήχθη η επιτόπια έρευνα, ενώ το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει φωτογραφικό υλικό από τα εργαστήρια της έρευνας πεδίου, αλλά και τη χρήση των αμφίων στα Μυστήρια, πολλές από τις οποίες προέρχονται από τη συμμετοχική μου παρατήρηση σε αυτά με σκοπό την παρακολούθηση από κοντά, της σχέσης του ιερέα και των αμφίων του, στο ιερό περιβάλλον κατά την τέλεση των Ακολουθιών.