Αντιμετώπιση του οιδήματος της ωχράς λόγω απόφραξης κεντρικής φλέβας αμφιβληστροειδούς με ενδοϋαλοειδική έγχυση του αντι-αγγειογενετικού παράγοντα ranibizumab (Lucentis)

Διδακτορική Διατριβή uoadl:1305766 229 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τομέας Χειρουργικής
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2015-02-18
Έτος εκπόνησης:
2015
Συγγραφέας:
Μητσοπούλου Μαρία
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Αν. Καθ. Βέργαδος Ιωάννης
Πρωτότυπος Τίτλος:
Αντιμετώπιση του οιδήματος της ωχράς λόγω απόφραξης κεντρικής φλέβας αμφιβληστροειδούς με ενδοϋαλοειδική έγχυση του αντι-αγγειογενετικού παράγοντα ranibizumab (Lucentis)
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
A
Περίληψη:
Εισαγωγή/Σκοπός : Να εκτιμηθεί το αποτέλεσμα της εξατομικευμένης
επαναλαμβανόμενης ενδοϋαλοειδικής χορήγησης ranibizumab (Lucentis) στην οπτική
οξύτητα (VA) και στο πάχος του κεντρικού βοθρίου (CFT) ασθενών με οίδημα της
ωχράς που οφείλεται σε απόφραξη της κεντρικής φλέβας του αμφιβληστροειδή (CRVO).
Μέθοδοι : Η μελέτη μας ήταν μια προοπτική επεμβατική μελέτη. Συγκεντρώθηκαν 12
οφθαλμοί από 12 ασθενείς που διαγνώσθηκαν με οίδημα της ωχράς σχετιζόμενο με
CRVO (9 με μη ισχαιμική, 3 με ισχαιμική CRVO) και αντιμετωπίστηκαν με
επαναλαμβανόμενες ενδοϋαλοειδικές ενέσεις ranibizumab ως μονοθεραπεία εντός 3
μηνών από την εμφάνιση της νόσου. Οι μεταβολές στην οπτική οξύτητα (ETDRS) και
στο CFT αναλύθηκαν με την χρήση του student’s paired t-test.
Αποτελέσματα : Το μέσο χρονικό διάστημα από την διάγνωση μέχρι την πρώτη έγχυση
ήταν 80 ημέρες και ο χρόνος παρακολούθησης ήταν 12 μήνες. Συνολικά, έγιναν 89
ενέσεις (μέσος όρος 7.4). Η μέση τιμή του CFT βελτιώθηκε από 480 ± 166 μm στην
αρχική επίσκεψη σε 230 ± 33 μm (Ρ<0.001) στο τέλος του χρόνου παρακολούθησης.
Κατά τη διάρκεια του ίδιου χρονικού διαστήματος, από τους 12 οφθαλμούς, οι 8
(67%) είχαν βελτιωμένη οπτική οξύτητα (>0.3 LogMAR change, >25 γράμματα), οι 3
(25%) σταθερή και ο ένας (8%) χειρότερη οπτική οξύτητα σε σύγκριση με την
αρχική επίσκεψη. Κανένας από τους 9 ασθενείς με μη ισχαιμική CRVO δεν μετέπεσε
σε ισχαιμική μορφή στους 12 μήνες και ένας από τους 3 οφθαλμούς με ισχαιμική
CRVO (33.3%) εμφάνισε νεοαγγείωση ίριδας παρά τη χορήγηση 2 ενέσεων
ranibizumab. Δεν παρατηρήθηκε καμία οφθαλμική ή συστηματική ανεπιθύμητη
ενέργεια.
Συμπέρασμα : Η μηνιαία επαναλαμβανόμενη ενδοϋαλοειδική χορήγηση ranibizumab
έδειξε ενθαρρυντικά αποτελέσματα σε ασθενείς με οίδημα της ωχράς σχετιζόμενο με
CRVO. Περαιτέρω μελέτες είναι αναγκαίες προκειμένου να διευκρινιστεί ο ρόλος
της ενδοϋαλοειδικής χορήγησης Lucentis στην ισχαιμική μορφή της CRVO καθώς και
η ανασταλτική επίδραση του φαρμάκου όσον αφορά τη μετάπτωση από την μη
ισχαιμική στην ισχαιμική μορφή της νόσου.
Λέξεις-κλειδιά:
Αντιαγγειογενετικός παράγοντας, Ranibizumab , CRVO, Ενδοϋαλοειδική έγχυση
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
329
Αριθμός σελίδων:
129
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.

document.pdf
2 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.