Ανίχνευση του Mycoplasma genitalium σε πληθυσμιακές ομάδες στην Ελλάδα

Διδακτορική Διατριβή uoadl:2722619 554 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τομέας Κλινικοεργαστηριακός
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2018-03-29
Έτος εκπόνησης:
2018
Συγγραφέας:
Χρά Παρασκευή
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Α. Τσακρής, Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Γ. Αρσένης, Αν. Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Ι. Παπαπαρασκευάς, Αν. Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Δ. Ρηγόπουλος, Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Γ. Βρυώνη, Αν. Καθηγήτρια, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Β. Καψιμάλη, Αν. Καθηγήτρια, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Σ. Μπάκα, Αν. Καθηγήτρια, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Ανίχνευση του Mycoplasma genitalium σε πληθυσμιακές ομάδες στην Ελλάδα
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Ανίχνευση του Mycoplasma genitalium σε πληθυσμιακές ομάδες στην Ελλάδα
Περίληψη:
Το Mycoplasma genitalium, το οποίο απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1980 από
ουρηθρικά δείγματα ανδρών με μη γονοκοκκική μη χλαμυδιακή ουρηθρίτιδα (ΜΓΜΧΟ), είναι το
μικρότερο είδος από τα Μυκοπλάσματα (Mycoplasmas), τα οποία ανήκουν στην τάξη (class) των
Mollicutes (από το Λατινικό mollis = απαλό, και cutis = δέρμα).
Oπως όλα τα μυκοπλάσματα, το M. genitalium στερείται άκαμπτου κυτταρικού
τοιχώματος και είναι ανθεκτικό στις β-λακτάμες και άλλα αντιβιοτικά που στοχεύουν και δρούν
στο κυτταρικό τοίχωμα. Ένεκα των ορολογικά διασταυρουμένων αντιδράσεων και της
μορφολογικής ομοιότητάς του με το Μ. pneumoniae, σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά απαιτητικές
συνθήκες ανάπτυξής του, η μελέτη του κατέστη δυνατή μετά την ανακάλυψη της PCR
μεθοδολογίας και την ανάπτυξη και εφαρμογή ειδικών για τον συγκεκριμένο μικροοργανισμό
PCR μεθόδων.
Το M. genitalium είναι ένας σεξουαλικά μεταδιδόμενος παθογόνος μικροοργανισμός. Έχει
αναγνωριστεί ως κύρια αιτία οξείας και επίμονης μη γονοκοκκικής ουρηθρίτιδας στους άνδρες
και έχει συσχετισθεί με βαλανοποσθίτιδα, χρόνια προστατίτιδα και οξεία επιδιδυμίτιδα. Στις
γυναίκες, η λοίμωξη από M. genitalium έχει συσχετισθεί με τραχηλίτιδα, φλεγμονώδη νόσο της
πυέλου, επιπλοκές εγκυμοσύνης και υπογονιμότητα. Η παρουσία του έχει επίσης συσχετισθεί και
στα δύο φύλα με την μετάδοση του ανθρώπινου ιού της ανοσοανεπάρκειας (HIV). Η λοίμωξη από
M. genitalium μπορεί να είναι ασυμπτωματική και συχνά διαφεύγει αδιάγνωστη, ενώ έχει
εντοπιστεί και στο γεννητικό σύστημα σεξουαλικά ανενεργών γυναικών.
Ο αναφερόμενος επιπολασμός του M. genitalium στη βιβλιογραφία από μελέτες σε
διάφορες χώρες ποικίλλει, ανάλογα με τον γεωγραφικό πληθυσμό και τον πληθυσμό μελέτης.
Στην Ελλάδα υπάρχει έλλειψη δεδομένων σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τον επιπολασμό της
λοίμωξης από M. genitalium σε άτομα που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο για σεξουαλικά
μεταδιδόμενες λοιμώξεις (ΣΜΛ). Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το γεγονός αυτό, τις αυξανόμενες
ενδείξεις για τις δυσάρεστες επιπλοκές της λοίμωξης από M. genitalium σε άνδρες και γυναίκες,
και την αναφερόμενη αύξηση της ανθεκτικότητας του παθογόνου σε θεραπευτική χορήγηση
δοξυκυκλίνης, αζιθρομυκίνης και πρόσφατα μοξιφλοξασίνης, πραγματοποιήσαμε μία προοπτική
μελέτη μεταξύ συμπτωματικών και ασυμπτωματικών ενηλίκων ατόμων, ανδρών, γυναικών, και
εκδιδομένων γυναικών με άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, τα οποία προσήρχοντο για εξέταση για
σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) στα εξωτερικά ιατρεία του μικροβιολογικού
τμήματος του νοσοκομείου «Ανδρέας Συγγρός» των Αθηνών. Ουρηθρικά, τραχηλικά και
δείγματα ούρων συλλέχθησαν από 250 άτομα (94 άνδρες, 82 γυναίκες, και 74 εκδιδόμενες
γυναίκες οι οποίες προσήλθαν για έλεγχο για δυνατότητα ανανέωσης από την υγειονομική
υπηρεσία της άδειας ασκήσεως επαγγέλματός των). Για την ανίχνευση του M. genitalium
χρησιμοποιήθηκαν δύο διαφορετικές μέθοδοι PCR, συμβατική PCR (conventional PCR) και
πραγματικού χρόνου PCR (Real-Time PCR), με διαφορετικά γονίδια στόχους, για εξασφάλιση
του προγνωστικού παράγοντα του θετικού αποτελέσματος. Eκτός από το M. genitalium
αναζητήθηκε επίσης και ο επιπολασμός των N. gonorrhoeae, C. trachomatis, M. hominis,
Ureaplasma spp, Trichomonas vaginalis και Candida spp. Η βακτηριακή κολπίτις (Bacterial
vaginosis/BV) διαγνώσθηκε με τα κριτήρια του Amsel. Η στατιστική αξιολόγηση
πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας χ2 ανάλυση ή την ακριβή δοκιμασία Fisher ή προσομείωση,
ανάλογα με τις συχνότητες. Τα επιδημιολογικά, δημογραφικά και κλινικά δεδομένα
καταγράφηκαν μέσω της χρήσης συγκεκριμένου ερωτηματολογίου.
Από τα 250 άτομα του πληθυσμού μελέτης, 167 άτομα (66.8%) ανέφεραν συμπτώματα,
ενώ 83 άτομα (33.2%) ήταν ασυμπτωματικά. Ο συνολικός επιπολασμός της λοίμωξης από M.
genitalium ήταν 4.4% (11/250) ενώ των άλλων εξετασθέντων μικροοργανισμών ήταν: C.
trachomatis 10.0% (25/250), Neisseria gonorrhoeae 16.8% (42/250), Mycoplasma hominis 9.2%
(23/250), Ureaplasma spp. 39.6% (99/250), Trichomonas vaginalis 1.2% (3/250), και Candida
spp. 10.4% (26/250). Η bacterial vaginosis (βακτηριακή κολπίτις) διαγνώσθηκε σε ποσοστό 4.8%
(12/250) του μελετηθέντος πληθυσμού. Μεταξύ των συμπτωματικών ατόμων ο επιπολασμός
ήταν: M. genitalium 5.4% (9/167), C. trachomatis 14.4% (24/167), N. gonorrhoeae 25.1%
(42/167), M. hominis 9.6% (16/167), Ureaplasma spp. 32.3% (54/167), T. vaginalis 1.2% (2/167),
Candida spp. 10.8% (18/167) και βακτηριακής κολπίτιδας (bacterial vaginosis) 5.4% (9/167). Στα
ασυμπτωματικά άτομα τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν: M. genitalium 2.4% (2/83), C. trachomatis
1.2% (1/83), N. gonorrhoeae 0.0% (0/83), M. hominis 8.4% (7/83), Ureaplasma spp. 54.2%
(45/83), T. vaginalis 1.2% (1/83), Candida spp. 9.6% (8/83) και bacterial vaginosis 3.6% (3/83).
Το M. genitalium ανιχνεύθηκε μεταξύ των ανδρών, των μη εκδιδομένων γυναικών και των
εκδιδομένων γυναικών σε ποσοστά 6.4% (6/94)%, 4.9% (4/82) και 1.4% (1/74) αντίστοιχα,
μεταξύ των συμπτωματικών ανδρών, των συμπτωματικών μη εκδιδομένων γυναικών, και των
συμπτωματικών εκδιδομένων γυναικών σε ποσοστά 5.7% (5/87), 5.4% (4/74) και 0% (0/6)
αντίστοιχα, ενώ μεταξύ των ασυμπτωματικών ανδρών, των ασυμπτωματικών μη εκδιδομένων
γυναικών, και των ασυμπτωματικών εκδιδομένων γυναικών σε ποσοστά 14.3% (1/7), 0% (0/8)
και 1.5% (1/68) αντίστοιχα.
Το ποσοστό παρουσίας του M. genitalium βρέθηκε στατιστικά να μειώνεται με την ετήσια
αύξηση της ηλικίας (p=0.031) και ο μικροοργανισμός βρέθηκε οτι είχε μεγαλύτερη πιθανότητα
να ανιχνευθεί σε συλλοίμωξη με Ureaplasma spp. (p=0.028). Το ποσοστό των προσβληθέντων με
M. genitalium ατόμων που είχαν λάβει αντιβίωση (κυρίως αμοξυκιλλίνη + κλαβουλανικό οξύ) τις
τελευταίες 15 ημέρες πρίν την εξέταση ήταν μεγαλύτερο σε σχέση με τον αριθμό των
προσβληθέντων με M. genitalium ατόμων που δεν είχαν λάβει αντιβίωση στο αντίστοιχο χρονικό
διάστημα (p=0.042). Στα προσβληθέντα με M. genitalium άτομα παρατηρήθηκε επίσης συχνότητα
ανεύρεσης μικροσκοπικά στα ούρα ≥7 επιθηλιακών κυττάρων/οπτικό πεδίο σε μεγέθυνση x400
(p=0.014).
Η λοίμωξη από M. genitalium ήταν η τέταρτη σε σειρά επικρατέστερη ευρεθείσα
σεξουαλικά μεταδιδόμενη λοίμωξη στους συμπτωματικούς άνδρες μετά από την γονοκοκκική
λοίμωξη, την χλαμυδιακή λοίμωξη και την λοίμωξη από Ureaplasma spp. Δεν ανιχνεύθηκε διπλή
συλλοίμωξη M. genitalium και N. gonorrhoeae ή M. genitalium και C. trachomatis. Βρέθηκε μια
συσχέτιση μεταξύ αριθμού σεξουαλικών συντρόφων και πιθανότητας ανεύρεσης σεξουαλικά
μεταδιδομένης λοίμωξης (συμπεριλαμβανομένης και της βακτηριακής κολπίτιδoς), αλλά
σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι ασυμπτωματικές εκδιδόμενες δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο
εμφάνισης σεξουαλικά μεταδιδόμενης λοίμωξης σε σύγκριση με ασυμπτωματικές μη εκδιδόμενες.
Το γεγονός αυτό μπορεί να αποδοθεί στην από το νόμο επιβαλλόμενη τακτική ιατρική
παρακολούθηση και έλεγχο των με άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος εκδιδομένων γυναικών.
Συμπερασματικά, το M. genitalium βρέθηκε ότι στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει ένα
σημαντικό μικροβιακό παθογόνο σε ασθενείς με συμπτώματα ουρηθρίτιδoς ή τραχηλίτιδoς.
Εξέταση αναζήτησής του ως αίτιο σεξουαλικά μεταδιδόμενης λοίμωξης (ΣΜΛ) φαίνεται
απαραίτητη σε διαγνωστικούς αλγόριθμους και σε στρατηγικές θεραπείας. Δεδομένου ότι η
παρουσία του διαγνώσθηκε σε δείγμα ούρων ή σε ουρηθρικό/τραχηλικό, είναι προτιμότερο να
λαμβάνονται προς εξέταση δύο είδη δειγμάτων σε περιπτώσεις που υποψιαζόμαστε λοίμωξη από
M. genitalium.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Mycoplasma genitalium, Επιπολασμός, Συλλοιμώξεις, Πληθυσμιακές ομάδες υψηλού κινδύνου για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, Εκδιδόμενες, Neisseria gonorrhoeae, Chlamydia trachomatis, Mycoplasma hominis, Ureaplasma spp
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
395
Αριθμός σελίδων:
317
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.

PARASKEVI CHRA PhD.pdf
9 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.