Μοριακή μελέτη της οξείας προμυελοκυτταρικής λευχαιμίας

Διδακτορική Διατριβή uoadl:2837850 283 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τομέας Παθολογίας
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2018-12-17
Έτος εκπόνησης:
2018
Συγγραφέας:
Γαροφαλάκη Μαρία
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Φλώρα Κοντοπίδου, Αναπλ. Καθηγήτρια, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Καψιμάλη Βιολέτα, Αναπλ. Καθηγήτρια, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Βασιλακόπουλος Θεόδωρος, Αναπλ. Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Παναγιωτίδης Παναγιώτης, Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Αγγελοπούλου Μαρία, Αναπλ. Καθηγήτρια, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Τσιριγώτης Παναγιώτης, Αναπλ. Καθηγητής, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Κοκόρη Στυλιανή, Επικ. Καθηγήτρια, Ιατρική, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Μοριακή μελέτη της οξείας προμυελοκυτταρικής λευχαιμίας
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Μοριακή μελέτη της οξείας προμυελοκυτταρικής λευχαιμίας
Περίληψη:
Η ΟΠΛ είναι ένας ξεχωριστός υπότυπος της Οξείας Μυελογενούς Λευχαιμίας, που χαρακτηρίζεται από την παρουσία της αντιμετάθεσης t(15;17)(q22;q21), η οποία περιγράφτηκε για πρώτη φορά το 1977 και από την ανταπόκριση στη θεραπεία με all-trans ρετινοϊκό οξύ (ATRA). Σε αυτή την αντιμετάθεση το γονίδιο PML από το χρωμόσωμα 15q ενώνεται με το γονίδιο RARΑ στο χρωμόσωμα 17q με αποτέλεσμα την παραγωγή δύο μεταγραφικά ενεργών υβριδικών γονιδίων των PML-RARA και RARΑ-PML. H αμοιβαία χρωμοσωμική μετάθεση t(15;17) ανιχνεύεται σε ποσοστό 92% ενώ το γονίδιο PML-RARA σε ένα επιπλέον ποσοστό 6% των περιστατικών.
Σύμφωνα με τους de The και συνεργάτες, η ΟΠΛ αποτελεί μία μονογονιδιακή κακοήθεια, η οποία κυρίως και πιθανά αποκλειστικά οφείλεται στην πρωτεΐνη PML-RARA.
Η RT-PCR αποτελεί τη μέθοδο εκλογής για την επιβεβαίωση της διάγνωσης ΟΠΛ. Εκτός από τη μεγάλη ειδικότητα και ευαισθησία έχει τη δυνατότητα ταυτοποίησης του μεταγράφου του υβριδικού γονιδίου, που είναι απαραίτητο για την παρακολούθηση της ΕΥΝ.
Μελετήθηκαν 548 δείγματα, από 47 ασθενείς με ΟΠΛ, τα οποία συλλέχτηκαν κατά τη διάγνωση, μετά από κάθε κύκλο χημειοθεραπείας και ακολούθως ανά 3-6 μήνες μέχρι τα πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση. Η μοριακή μελέτη αφορά στην ανίχνευση και ποσοτική εκτίμηση του υβριδικού γονιδίου PML-RARA, καθώς και των μεταλλάξεων (TKD και ITD) του γονιδίου FLT3. Έγινε προσπάθεια αξιολόγησης των τεχνικών, που χρησιμοποιούνταν στο εργαστήριο σε σχέση με νέες τεχνικές ποσοτικής εκτίμησης του υβριδικού γονιδίου, με RQ-PCR, για την παρακολούθηση της ΕΥΝ.
Το αποτέλεσμα της σύγκρισης οδήγησε στην κατάργηση της συμβατικής “nested” RT-PCR και την αντικατάστασή της από την RQ-PCR, λόγω της μεγαλύτερης ευαισθησίας της αλλά και της δυνατότητας για άμεση αξιολόγηση της καταλληλότητας του δείγματος. Η προσπάθεια εύρεσης τρόπου συντόμευσης του χρόνου από τη στιγμή της παραλαβής του δείγματος μιας πιθανής ΟΠΛ μέχρι την έκδοση του αποτελέσματος αφενός και η παρατήρηση ότι κάθε μετάγραφο του υβριδικού γονιδίου ανιχνευόταν με διαφορετική ευαισθησία από τις τρεις διαφορετικές δοκιμασίες RQ-PCR, που είχαν τυποποιηθεί στα πλαίσια του προγράμματος EAC αφετέρου, οδήγησαν στη σύγκριση της συμβατικής PCR και των τριών πρωτοκόλλων της RQ-PCR για την ανίχνευση και σωστή ταυτοποίηση του μεταγράφου του υβριδικού γονιδίου κατά τη διάγνωση. Τα συμπεράσματα από τη σύγκριση αυτή οδήγησαν στην επιλογή της RQ-PCR για τη γρήγορη διάγνωση της ΟΠΛ.
Για την ανίχνευση των μεταλλάξεων του γονιδίου FLT3 (TKD και ITD) εφαρμόσθηκαν δύο δοκιμασίες PCR, βασιζόμενες σε fragment analysis σε αυτόματο αναλυτή αλληλουχιών.
Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ότι είναι μεγάλης σημασίας η ανίχνευση του PML-RARA μεταγράφου στο τέλος της θεραπείας σταθεροποίησης ως δείκτη ισχυρής προγνωστικής αξίας για την πρόβλεψη της υποτροπής, ενώ δεν έχει προγνωστική αξία η ανίχνευσή του στο τέλος της θεραπείας εφόδου. Οι περισσότερες μελέτες ωστόσο δεν κατάφεραν να επιβεβαιώσουν την προγνωστική σημασία ανίχνευσης των μεταλλάξεων του γονιδίου FLT3.
Στα πλαίσια της προσπάθειας καθορισμού προγνωστικών παραγόντων, που θα επιτρέπουν να διακρίνονται έγκαιρα οι ασθενείς υψηλού κινδύνου για υποτροπή, έγινε αξιολόγηση των τιμών των μεταγράφων κατά τη διάγνωση σε σχέση με την περαιτέρω πορεία και την έκβαση των ασθενών, χωρίς όμως να προκύπτει, τουλάχιστον μέχρι τώρα, σαφής συσχέτιση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο αριθμός των ασθενών της παρούσας μελέτης, είναι μικρός ώστε να μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα.
Γεγονός πάντως είναι ότι, η εφαρμογή της ποσοτικής PCR έδωσε στο εργαστήριο τη δυνατότητα γρήγορης και ακριβούς διάγνωσης της ΟΠΛ, όπως και τη δυνατότητα ασφαλούς παρακολούθησης της ΕΥΝ με μεγάλη ευαισθησία. Η στενή μοριακή παρακολούθηση με τη χρήση της RQ-PCR μπορεί να βοηθήσει στην πρόβλεψη και κυρίως στην πρόληψη, με την έγκαιρη θεραπευτική αντιμετώπιση, αιματολογικών υποτροπών της ΟΠΛ, όπως ήδη φαίνεται, από τα αποτελέσματα της εργασίας.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Οξεία προμυελοκυτταρική λευχαιμία, PML-RARA, RQ-PCR, t(15;17)
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
349
Αριθμός σελίδων:
165
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.

Maria Garofalaki-Phd Thesis.pdf
3 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.