Distribution and acquisition of metals in the 2nd millennium BC Near East: Written sources and archaeometallurgical analysis

Διδακτορική Διατριβή uoadl:2852262 88 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Προϊστορική Αρχαιολογία
Βιβλιοθήκη Φιλοσοφικής Σχολής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2019-02-05
Έτος εκπόνησης:
2019
Συγγραφέας:
Παπαδοπούλου Γεωργία
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Κωνσταντίνος Κοπανιάς, επίκουρος καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, ΕΚΠΑ
Ιωάννης Παπαδάτος, αναπληρωτής καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, ΕΚΠΑ
Ελένη Φιλιππάκη, ερευνήτρια Α' βαθμίδος, ΕΚΕΦΕ "Δημόκριτος"
Ελένη Μαντζουράνη, καθηγήτρια, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, ΕΚΠΑ
Ελευθέριος Πλάτωνας, αναπληρωτής καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, ΕΚΠΑ
Arnulf Hausleiter, ερευνητής, Orient Department, Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο
Gojko Barjamovic, senior lecturer, Near Eastern Languages and Civilizations Department, Harvard University
Πρωτότυπος Τίτλος:
Distribution and acquisition of metals in the 2nd millennium BC Near East: Written sources and archaeometallurgical analysis
Γλώσσες διατριβής:
Αγγλικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Διανομή και απόκτηση μετάλλων κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. στην Εγγύς Ανατολή: Γραπτές πηγές και αρχαιομεταλλουργική ανάλυση
Περίληψη:
Η παρούσα έρευνα αποτελεί μία διεπιστημονική μελέτη γραπτών κειμένων και αρχαιομετρικών αναλύσεων μεταλλικών αντικειμένων της 2ης χιλιετίας π.Χ. από την Εγγύς Ανατολή. Η συνθετική προσέγγιση που ακολουθείται προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις μεταλλουργικές πρακτικές, τις γενικότερες προτιμήσεις στη χρήση των μετάλλων και τον ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα στις διαδικασίες κατασκευής και αποτίμησης.
Η διακίνηση, η ανταλλαγή και το εμπόριο των μετάλλων είναι ζητήματα που συνηθέστερα προσεγγίζονται από δύο κύριες, αλλά χωρίς (φανερά) άμεση σχέση μεταξύ τους, πλευρές: τις γραπτές πηγές από τη μία και τα αρχαιομεταλλουργικά και γεωλογικά δεδομένα από την άλλη. Οι περισσότερες παλαιότερες μελέτες επικεντρώνονται σε μία από τις δύο αυτές πλευρές και συγκεκριμένα σε ένα μέταλλο, μία δεδομένη περιοχή ή εποχή. Ωστόσο, η παρούσα έρευνα αναλαμβάνει μία πιο ολιστική και διεπιστημονική προσέγγιση για τη μελέτη της ανταλλαγής και χρήσης των μετάλλων, συνδυάζοντας πληροφορίες από γραπτές πηγές, αρχαιομεταλλουργικές αναλύσεις, την πειραματική αρχαιολογία, γεωλογικές μελέτες των σχετικών περιοχών και την εθνοαρχαιολογία.
Οι γραπτές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν είναι τα Παλαιο-Ασσυριακά κείμενα από το Κανές στην Κεντρική Ανατολία, τα οποία αναφέρονται στο εμπόριο που διεξαγόταν μεταξύ περίπου 2000-1715 π.Χ., και οι επιστολές από την Αμάρνα της Αιγύπτου που χρονολογούνται στα μέσα του 14ου αιώνα π.Χ. και αναφέρονται στην ανταλλαγή δώρων για την εξυπηρέτηση των διεθνών διπλωματικών σχέσεων μεταξύ βασιλέων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Εγγύς Ανατολή. Οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν από τα μελετημένα κείμενα αφορούν στις μετακινήσεις και στις ποσότητες και ποικιλίες των μετάλλων που μεταφέρονταν και χρησιμοποιήθηκαν σε βασικές στατιστικές αναλύσεις με σκοπό την παρατήρηση προτιμήσεων στη χρήση και την ανταλλαγή των μετάλλων. Επιπλέον, τα συλλογικά δεδομένα από τις χημικές, ή άλλου είδους, αναλύσεις αντικειμένων και σχετικών δειγμάτων μελετήθηκαν και αξιολογήθηκαν ως προς το κατά πόσο ανταποκρίνονται με τα καταγεγραμμένα χαρακτηριστικά και τις κατεργασίες των μετάλλων. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στη σημασία της εξωτερικής εμφάνισης, και πιο συγκεκριμένα του χρώματος, στην αναγνώριση ενός μετάλλου, των ιδιοτήτων, της σύστασης και της ποιότητάς του και πως αυτή σχετιζόταν με ή επηρέαζε την επιλογή για σκοπούς εμπορικούς ή ανταλλαγής δώρων.
Από τη συλλογή πληροφοριών από τα γραπτά κείμενα και σε συνδυασμό με τα δεδομένα από τις αρχαιομεταλλουργικές αναλύσεις μεταλλικών αντικειμένων εξήχθησαν ποικίλα συμπεράσματα που αφορούν στην κατεργασία και στη χρήση των μετάλλων. Πρώτον, ο καθαρισμός του χρυσού ήταν πραγματικά εφικτός, αλλά πιθανότερα δεν χρησιμοποιούταν πολύ συχνά λόγω του ότι το «φαίνεσθαι» ήταν σημαντικότερο από το «είναι». Δεύτερον, ο άργυρος, και συγκεκριμένα ο εξευγενισμένος άργυρος, χρησιμοποιούταν ως νόμισμα. Τρίτον, ο αρσενικούχος χαλκός συνέχισε να χρησιμοποιείται κατά την Παλαιο-Ασσυριακή εποχή. Την ίδια εποχή ο κασσίτερος εισαγόταν και κραματωνόταν κατά προτίμηση με καθαρό χαλκό για την παραγωγή μπρούτζου, το κατεξοχήν κράμα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Επιπλέον, η παρούσα μελέτη υποστηρίζει ότι ο σίδηρος περιγραφόταν μονάχα με μία ομάδα λέξεων, περαιτέρω προτείνοντας ότι οι υπόλοιπες λέξεις που έχουν συσχετιστεί με το μέταλλο αυτό θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Τέλος, ο συνδυασμός πληροφοριών από κείμενα, αρχαιομετρικές αναλύσεις καθώς και την πειραματική αρχαιολογία αναδεικνύουν τη σημασία των φυσικών χαρακτηριστικών και της εξωτερικής εμφάνισης – παραγόντων που συχνά παραβλέπονται – για την αναγνώριση, την κατασκευή και την αποτίμηση των μετάλλων και των μεταλλικών αντικειμένων.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Αρχαιολογία
Λέξεις-κλειδιά:
Εποχή Χαλκού, Εγγύς Ανατολή, μέταλλα, εμπόριο, ανταλλαγή δώρων, αρχαιομεταλλουργία, σφηνοειδή κείμενα, Αμάρνα, Κανές
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
550
Αριθμός σελίδων:
470
Papadopoulou_PhD_3.0.pdf (9 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο