Επίδραση του συνδυασμού αερόβιας και υψηλής έντασης διαλειμματικής προπόνησης στις φυσιολογικές αποκρίσεις δρομέων ταχύτητας.

Διπλωματική Εργασία uoadl:2864958 360 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Θεραπευτική-Ιαματική Άσκηση
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2019-03-05
Έτος εκπόνησης:
2019
Συγγραφέας:
Δούκας Παναγιώτης
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Αναστάσιος Φιλίππου, Επίκουρος Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Μιχαήλ Κουτσιλιέρης, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Μαρία Μαριδάκη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Επίδραση του συνδυασμού αερόβιας και υψηλής έντασης διαλειμματικής προπόνησης στις φυσιολογικές αποκρίσεις δρομέων ταχύτητας.
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Επίδραση του συνδυασμού αερόβιας και υψηλής έντασης διαλειμματικής προπόνησης στις φυσιολογικές αποκρίσεις δρομέων ταχύτητας.
Περίληψη:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η υψηλής έντασης διαλειμματική προπόνηση (ΥΕΔΠ) αποτελεί έναν αποδοτικό από άποψη χρόνου και αποτελεσματικό τρόπο βελτίωσης της αθλητικής απόδοσης. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της επίδρασης ενός συνδυασμού ΥΕΔΠ και αερόβιας προπόνησης στις μετασκησιακές μεταβολές της καρδιακής συχνότητας και των επιπέδων του γαλακτικού, της τεστοστερόνης και της κορτιζόλης σε δρομείς που τυπικά ακολουθούν την ΥΕΔΠ.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Δεκατέσσερις δρομείς των 200m - 400m εκτέλεσαν σε ανοικτό στίβο δρομική δοκιμασία α) 400 m μέγιστης έντασης (400mMax), β) 400 m στο 90% της μέγιστης (400m 90%), και γ) τρέξιμο σε δαπεδοεργόμετρο με ταχύτητα 12.8 km.h-1 και κλίση 20% μέχρι εξάντλησης (δοκιμασία Cunningham-Faulkner). Κατόπιν, οι εθελοντές χωρίστηκαν σε 2 ισοδύναμες/ισάριθμες ομάδες και ακολούθησαν πρόγραμμα προπόνησης 6 εβδομάδων που περιελάμβανε α) συνδυασμό ΥΕΔΠ 2 φορές/εβδομάδα και αερόβια προπόνηση 2 φορές/εβδομάδα (ΣΥΝΔ), ή β) ΥΕΔΠ μόνο 2 φορές/εβδομάδα (ΥΕΔΠ). Ειδικότερα, η ΥΕΔΠ περιελάμβανε πρόγραμμα 5 Χ 150m στη μία προπονητική συνεδρία και στην άλλη 4 X 200m, με ένταση στο 95% της μέγιστης και διαλείμματα των 4 min. Η ΣΥΝΔ περιελάμβανε εβδομαδιαίως, επιπλέον των δύο συνεδριών ΗΙΙΤ, και πρόγραμμα δύο συνεδριών αερόβιας προπόνησης, στη μία προπονητική συνεδρία 6 Χ 150m και στην άλλη 6 X 250m, με ένταση στο 60%-70% της μέγιστης και διαλείμματα του 1 min. Οι προπονητικοί όγκοι των ΥΕΔΠ και ΣΥΝΔ δεν ήταν εξισωμένοι μεταξύ τους. Μετά την ολοκλήρωση της προπόνησης 6 εβδομάδων οι δρομικές δοκιμασίες επαναλήφθηκαν, με την ένταση των 400 m στο 90% της μέγιστης να αντιστοιχεί σε εκείνη πριν τη περίοδο προπόνησης. Πριν και 3 λεπτά μετά από τις δρομικές δοκιμασίες συλλέχθηκαν δείγματα τριχοειδικού αίματος για τον προσδιορισμό της συγκέντρωσης γαλακτικού, ενώ για 3 λεπτά καταγράφoνταν και η αποκατάσταση της καρδιακής συχνότητας. Επίσης, πριν και 30 λεπτά μετά τις δοκιμασίες των 400 m (400mMax και 400m 90%) συλλέχθηκαν δείγματα σιέλου για τον προσδιορισμό της ελεύθερης τεστοστερόνης (ΤΕΣΤΟ) και κορτιζόλης (ΚΟΡΤ).
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Μετά την περίοδο προπόνησης, η βελτίωση της επίδοσης στα 400mmax (ΣΥΝΔ: 1.9 ± 0.4%, ΥΕΔΠ: 2.6± 0.4%) και στη δοκιμασία Cunningham-Faulker (ΣΥΝΔ: 13.9± 3.9%, ΥΕΔΠ: 15.7±1.3%) ήταν παρόμοια και στις 2 ομάδες (p=0.23και p=0.66,αντίστοιχα). Επίσης, η αύξηση της συγκέντρωσης του γαλακτικού 3 λεπτά μετά τις δοκιμασίες 400m 90% (ΣΥΝΔ: 9.6 ± 0.6 mmol.l-1, ΥΕΔΠ: 12.2 ± 0.6 mmol.l-1; p=0.04) και Cunningham-Faulkner (ΣΥΝΔ: 12.1 ± 0.4 mmol.l-1, ΥΕΔΠ: 15.4 ± 0.5 mmol.l-1; p=0.012) ήταν χαμηλότερη στην ομάδα ΣΥΝΔ σε σύγκριση με την ομάδα ΥΕΔΠ. Η μέση ποσοστιαία τιμή της καρδιακής συχνότητας στο 3ο λεπτό της φάσης αποκατάστασης μετά τη δοκιμασία των 400mMax ήταν χαμηλότερη (p< 0.01) στην ΣΥΝΔ (75 ± 1%) σε σύγκριση με την ΥΕΔΠ (80 ± 1%). Στη δοκιμασία των 400 m 90%, το πηλίκο ΤΕΣΤΟ/ΚΟΡΤ αυξήθηκε μετά την περίοδο προπόνησης μόνο στην ΣΥΝΔ (Πριν την Προπόνηση: 7.0 ± 2.2, Μετά την Προπόνηση: 13.4 ± 2.2, p=0.045), ενώ η ΚΟΡΤ ήταν υψηλότερη (p=0.016) μετά την προπόνηση στην ΥΕΔΠ (13.6 ± 1.5 ng.ml-1) σε σύγκριση με την ΣΥΝΔ (8.4 ± 1.5 ng.ml-1). Δεν παρατηρήθηκαν άλλες σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο προπονητικών ομάδων ως προς τις ορμονικές αποκρίσεις τους (p>0.05). Ωστόσο, υψηλότερες ορμονικές αποκρίσεις (p<0.05) στην άσκηση παρατηρήθηκαν στη δοκιμασία των 400 mMax σε σύγκριση με εκείνη των 400 m 90%, ανεξάρτητα από τους παράγοντες «προπόνηση» (πριν/μετά την προπόνηση) και «πειραματική ομάδα» (ΥΕΔΠ/ΣΥΝΔ).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Ο συνδυασμός αερόβιας προπόνησης και ΥΕΔΠ οδήγησε σε μειωμένη απόκριση της ΚΟΡΤ 30 λεπτά μετά την δοκιμασία 400 m 90%. Επίσης, η ίδια προπόνηση (ΣΥΝΔ) δεν προκάλεσε μεγαλύτερη βελτίωση της επίδοσης στα 400 mMax και στη δοκιμασία Cunningham-Faulkner, ωστόσο επέφερε φυσιολογικές μεταβολές που συνέβαλαν στην αποτελεσματικότερη εξουδετέρωση του γαλακτικού και την ταχύτερη αποκατάσταση της καρδιακής συχνότητας μετασκησιακά.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Υψηλής έντασης Διαλειματική προπόνηση, Ορμονικές απαντήσεις, Τεστοστερόνη, Κορτιζόλη, Φυσιολογικές προσαρμογές, αποκατάσταση, Αποκατάσταση καρδιακής συχνότητας, Αθλητική απόδοση
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
120
Αριθμός σελίδων:
128
PanagiotisDoukas MSc.pdf (2 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο