Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Ευστάθιος Αραποστάθης, Επίκουρος Καθηγητής Ι.Φ.Ε. ΕΚΠΑ (επιβλέπων),
Αριστοτέλης Τύμπας, Καθηγητής, Ι.Φ.Ε., ΕΚΠΑ,
Θεόδωρος Σταυρινούδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Τ.Δ.Ε./Τ.Ο.Δ.Τ. Πανεπιστήμιο Αιγαίου,
Ιωάννης Καλογήρου, Καθηγητής, Σχολή Χημικών Μηχανικών, ΕΜΠ,
Γεώργιος Σταμπουλής, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, Παν. Θεσσαλίας,
Θεόδωρος Αραμπατζής, Καθηγητής, Ι.Φ.Ε., ΕΚΠΑ.
Γεώργιος Γκότσης, Καθηγητής, Ι.Φ.Ε., ΕΚΠΑ.
Περίληψη:
Σκοπός αυτής της διδακτορικής διατριβής είναι να καθοδηγήσει μία ενεργειακή μετάβαση που θα συμπεριλαμβάνει και την τουριστική βιομηχανία, έτσι ώστε η τελευταία να κατευθυνθεί προς τη βιώσιμη ανάπτυξη. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού, οι κύριοι στόχοι της είναι η δημιουργία ενός υβριδικού μοντέλου για βιώσιμες κοινωνικό-τεχνικές μεταβάσεις, το οποίο θα ενσωματώνει προσεγγίσεις διακυβέρνησης (governance) και εμπλοκής της τοπικής κοινωνίας καθώς και η ανάπτυξη πέντε σεναρίων ενεργειακών μεταβάσεων που θα περιλαμβάνουν και τον τουρισμό στην εμπειρική περίπτωση της έρευνας, τη Χίο. Το παρόν πόνημα βασίζεται στην έννοια των βαθέων μεταβάσεων (deep transitions) (Schot and Kagner, 2018; Kagner and Schot, 2019). Η έννοια αναφέρεται σε παράλληλες αλληλοσυνδεόμενες μεταβάσεις ενός αριθμού κοινωνικο-τεχνικών (κ-τ) συστημάτων προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης. Έτσι, γίνεται κατανοητό ότι η βιώσιμη ανάπτυξη του τουριστικού τομέα απαιτεί την εμπλοκή του σε μία σειρά από τεχνολογικούς μετασχηματισμούς ενός μεγάλου αριθμού κομβικών κ-τ συστημάτων, όπως αυτά της ενέργειας, των μεταφορών, του νερού και των απορριμμάτων, καθώς και άλλων τα οποία διασυνδέονται με τον τουρισμό και επηρεάζονται από αυτόν. Σε αυτήν τη διδακτορική έρευνα έχει επιλεχθεί η εστίαση στην ενεργειακή κ-τ μετάβαση, ως η πλέον σημαντική από τους παραπάνω αναφερόμενους μετασχηματισμούς, εμπλέκοντας και τον τουρισμό σε αυτήν την πολύπλοκη κ-τ αλλαγή.
Για την υποστήριξη αυτών των στόχων, το παρόν πόνημα περιλαμβάνει πέντε κύρια κεφάλαια. Τα δύο πρώτα αναπτύσσουν το θεωρητικό πλαίσιο, δημιουργώντας το υβριδικό μοντέλο που θα χρησιμοποιηθεί σαν μεθοδολογικό και θεωρητικό εργαλείο. Το τρίτο παρουσιάζει δύο υποδειγματικές περιπτώσεις τοπικών (nested) ενεργειακών μεταβάσεων από τη Βόρεια Ευρώπη, ενώ τα δύο τελευταία αναφέρονται στην εμπειρική περίπτωση, όπου γίνεται προσπάθεια καθοδήγησης μιας βαθειάς ενεργειακής μετάβασης που θα περιλαμβάνει και τον τουριστικό κλάδο στη Χίο. Πιο συγκεκριμένα, στόχος του πρώτου κεφαλαίου είναι η επισκόπηση της βιβλιογραφίας αναφορικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη στον τουρισμό και στις κοινωνικές επιστήμες, και μέσω αυτής, η οριοθέτηση της ασαφούς και αμφίσημης έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης (Geels et al, 2017; Newig et al, 2007; Walker and Shove, 2007) με βάση τις ανάγκες της παρούσας διδακτορικής διατριβής, θέτοντας επιπλέον μερικώς το θεωρητικό πλαίσιο. Αντίστοιχα, το δεύτερο κεφάλαιο έχει ως στόχο την επισκόπηση προσεγγίσεων του πεδίου των Σπουδών στις Βιώσιμες Μεταβάσεις (Sustainable Transition Studies), μέσω της οποίας επισημαίνεται ο τρόπος που οι κοινωνικές επιστήμες νοηματοδοτούν τις ενεργειακές μεταβάσεις, καθώς και η σύνδεσή τους με εξαιρετικής σημασίας περιβαλλοντικά ζητήματα. Έτσι, παρουσιάζεται μία κριτική επισκόπηση του μοντέλου των Πολύ-Επίπεδων Οπτικών (MLP) και άλλων προσεγγίσεων του πεδίου, με τη βοήθεια των οποίων δημιουργείται το υβριδικό μοντέλο. Στο τρίτο κεφάλαιο, αναλύονται οι δύο υποδειγματικές περιπτώσεις νησιωτικών περιοχών, αυτές του δανέζικου Σάμσο και του σουηδικού Γκόντλαντ, στις οποίες ενεργειακές μεταβάσεις έχουν ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του 90, επηρεάζοντας παράλληλα με θετικό τρόπο και τον τουρισμό τους. Αυτές οι μελέτες περίπτωσης αναλύονται με τη βοήθεια του υβριδικού μοντέλου που δημιουργήθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο, έτσι ώστε να καθοριστούν οι διαφορετικοί δρώντες, η δυναμική τους και η σημαντικότητα των χρηστών, ενώ παράλληλα να διευκολυνθεί η ανάλυση στην εμπειρική περίπτωση, καταθέτοντας προτάσεις για την ανάπτυξη θεσμικών πλαισίων, τη χρήση τεχνολογιών και τη δημιουργία σημαντικών δρώντων. Το τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζει μία κ-τ ανάλυση του εθνικού ηλεκτρικού καθεστώτος (national electricity regime) καθώς και του τοπικού καθεστώτος της Χίου. Επιπρόσθετα, πραγματοποιείται η αποτίμηση του τουριστικού κλάδου καθώς και άλλων αλληλοσυνδεόμενων καθεστώτων –όπως αυτού των μεταφορών εντός του νησιού– στο τοπικό επίπεδο. Το πέμπτο κεφάλαιο καθοδηγεί μία ενεργειακή μετάβαση στην περίπτωση της Χίου. Η μετάβαση ακολουθεί τη λογική των διαφορετικών μονοπατιών (pathways) (Foxon et al, 2013), παρουσιάζοντας πέντε διαφορετικά σενάρια ενεργειακών μεταβάσεων που συμπεριλαμβάνουν και τον τουρισμό, σε έναν χρονικό ορίζοντα τριάντα χρόνων. Τα διαφορετικά σενάρια είναι το «flourish of renewables», το «gas emergence», το «linkage with the neighbors», το «continental solution to the motherland» και το «interconnection with others», τα οποία υποδηλώνουν διαφορετικότητα στη στιγμή εκκίνησης της μετάβασης, στο επίπεδο τοπικής συμμετοχής σε αυτήν και τη χρήση εναλλακτικών τεχνολογιών.
Τα τελευταία αυτά χαρακτηριστικά σχετίζονται επιπλέον με την κύρια συνεισφορά της παρούσας διδακτορικής διατριβής. Έτσι, η τοπική εμπλοκή στη μετάβαση είναι κύριο ζητούμενο αυτής της έρευνας, αν και προσεγγίζεται σαν μία από τα πάνω και πλήρως συντονισμένη διαδικασία. Επιπρόσθετα, η δημιουργία ενός ενδιάμεσου δρώντα καθοδηγητή της μετάβασης, σαν ένα εργαλείο που συμβάλλει στην εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας και την επιτάχυνση της διαδικασίας, αποτελεί ένα άλλο κρίσιμο στοιχείο που τονίζεται ως αναγκαίο σε περιβάλλοντα με μια πολιτική κουλτούρα όπως αυτή της Ελλάδας. Ένα τρίτο σημαντικό στοιχείο αποτελεί η εστίαση της έρευνας στην επιλογή της τεχνολογίας ως παράγοντα που καθορίζει το μονοπάτι μετάβασης που θα ακολουθηθεί. Λόγω της επιρροής που ασκούν οι οπτικές του πεδίου STS , η έμφαση δίνεται στο γεγονός ότι οι διαφορετικές τεχνολογίες περιλαμβάνουν και διαφορετικούς δρώντες, αλλάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις σχέσεις δύναμης σε μια διαδικασία μετάβασης, ενώ επιπρόσθετα εναλλακτικές υποδομές έχουν άλλη δυναμική (agency), με τελική απόρροια την αλλαγή του μονοπατιού της μετάβασης. Τέλος, η παρούσα έρευνα συνεισφέρει στη βιβλιογραφία της βιώσιμης ανάπτυξης του τουρισμού, προτείνοντας μια νέα οπτική στον τρόπο που οι Επιστήμες του Τουρισμού τη νοηματοδοτούν και την προσεγγίζουν.