Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Μέλη Τριμελούς Επιτροπής:
Τριανταφυλλίτσα Μανιάτη- Κοκκίνη, Επιβλέπουσα, Επίκ. Καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και αρχαιολογίας ΕΚΠΑ,
Αθηνά Κόλια- Δερμιτζάκη, Ομότιμη Καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ.
Ειρήνη Χρήστου, Αναπλ. Καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ,
Μέλη Επταμελούς Επιτροπής:
Κατερίνα Νικολάου, Αναπλ. Καθηγήτρια Ιστορίας του Βυζαντινού Κράτους, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ,
Σοφία Μεργιαλή- Σαχά, Αναπλ. Καθηγήτρια Ιστορίας του Βυζαντινού Κράτους, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ,
Ταξιάρχης Κόλιας, Καθηγητής του «Βίου και του πολιτισμού των Βυζαντινών», Τμήμα Φιλολογίας, Τομέας Βυζαντινής Φιλολογίας και Λαογραφίας ΕΚΠΑ.
Αντωνία Κιουσοπούλου, Καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΕΚΠΑ
Περίληψη:
Ως εξορία νοείται η ανεπιθύμητη απομάκρυνση ενός ατόμου ή περισσότερων με εντολή της κεντρικής εξουσίας. Η λέξη παράγεται από την πρόθεση ἐξ και τη λέξη ὅριον, υποκοριστικό της λέξης ὅρος (ἐξ + ὅριος) και σημαίνει αυτόν που ζει εκτός συνόρων, εκτός των ορίων πόλεως ή κράτους.
Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου, η εξορία είχε δύο μορφές: την relegatio (ἐξορία), που ήταν η ελαφρά μορφή, και την deportatio (περιορισμός), τη βαρύτερη. Η deportatio συνεπαγόταν την απώλεια της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη και τη δήμευση όλων των περιουσιακών στοιχείων του εξορίστου, γι’ αυτό και ανήκε στις κεφαλικές ποινές, σε αυτές, δηλαδή, που επέσυραν τον θάνατο του καταδίκου. Από τη μέση βυζαντινή περίοδο όμως, το περιεχόμενο της ποινής ήταν ενιαίο και η εξορία έπαψε να ανήκει στις κεφαλικές ποινές. Απαντάται στα βυζαντινά νομικά κείμενα πλέον ως αυτοτελής ποινή για εγκλήματα μέσης βαρύτητας.
Στην αρχαία Ελλάδα, οι Αθηναίοι εξόριζαν για δέκα χρόνια με τη διαδικασία του ὁστρακισμού τους πολίτες που θεωρούνταν επικίνδυνοι για την Πόλη-Κράτος. Ακολούθησαν οι Ρωμαίοι, οι οποίοι εξόριζαν τους πολιτικούς τους αντιπάλους σε απομακρυσμένα μέρη, όπως τον φημισμένο ποιητή Οβίδιο, που από τον τόπο εξορίας του δημιούργησε τη δική του παράδοση στις επιστολές των εξορίστων. Η παράδοση αυτή διατηρήθηκε και στα βυζαντινά χρόνια μέχρι και την υστεροβυζαντινή περίοδο, όπως αποδείχτηκε και στην παρούσα διατριβή με παραδείγματα.
Οι Βυζαντινοί, όπως και οι προκάτοχοί τους Ρωμαίοι, έκαναν χρήση της ποινής της εξορίας όχι μόνο για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, αλλά και για πολιτικούς λόγους. Έτσι, η εξορία, ως πρακτική απομάκρυνσης των ανεπιθύμητων προσώπων για την κεντρική εξουσία, εφαρμόστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου. Ως αποτέλεσμα, ένας μεγάλος αριθμός επιφανών Βυζαντινών, συγκεκριμένα αυτοκράτορες και αυτοκράτειρες, διάδοχοι και επίδοξοι διάδοχοι, πατριάρχες, στρατηγοί, πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι, εξορίστηκαν, επειδή η ισχύς τους θεωρήθηκε ή αποδείχθηκε στην πράξη επικίνδυνη για την πολιτική εξουσία.
Η παρούσα διατριβή, λοιπόν, έχει ως θέμα επιφανείς Βυζαντινούς που εξορίστηκαν από την Κωνσταντινούπολη ή άλλες σημαντικές πόλεις της αυτοκρατορίας, τα αίτια εξορίας τους και τους τόπους εξορίας, με χρονικό πλαίσιο από το 1081 έως το 1453. Καθώς, όμως, η εξορία, ως πρακτική απομάκρυνσης πολιτικών αντιπάλων, εφαρμοζόταν και κατά το παρελθόν, για την εξαγωγή συμπερασμάτων ήταν απαραίτητη και η μελέτη περιπτώσεων εξορίστων της πρώιμης και μέσης βυζαντινής περιόδου. Η παρούσα μελέτη εξετάζει, επίσης, το πολιτικό, κοινωνικό, εκκλησιαστικό και στρατιωτικό περιβάλλον των εξορίστων, πριν την απομάκρυνσή τους, ώστε να μπορούν να διαφωτιστούν τα αίτια αυτής, καθώς και τις συνθήκες στον τόπο εξορίας τους. Γι’ αυτό, εκτός από τις ιστοριογραφικές πηγές, αντικείμενο έρευνας αποτέλεσαν επιστολές, επίσημα έγγραφα, διαθήκες και Βίοι αγίων, επιγραφές, επιγράμματα, ποιήματα, σφραγίδες, νομίσματα και έργα τέχνης.
Το κυρίως θέμα διαιρείται σε δύο μεγάλα μέρη. Στο πρώτο μελετώνται οι εξόριστοι την περίοδο των Κομνηνών (1081-1185) και αυτής των Αγγέλων (1185-1204). Στο δεύτερο μέρος εξετάζονται οι εξόριστοι της περιόδου μετά το 1204 και αυτοί της Παλαιολόγειας εποχής (1259 -1453). Κάθε εξόριστος εξετάζεται χωριστά με χρονολογική σειρά και ανά αυτοκράτορα, αφού η ζωή του, το έργο και η δράση του συνδεόταν άμεσα με τα γεγονότα της εποχής του, στα οποία ενίοτε πρωταγωνιστούσε και ο ίδιος.
Επίσης, μελετήθηκαν οι τόποι εξορίας και οι λόγοι που επιλέχθηκαν από την κεντρική εξουσία. Κάποιοι από αυτούς αποτελούσαν προσφιλή τόπο εξορίας και κατά το παρελθόν, κάποιοι άλλοι εμφανίζονται για πρώτη φορά κατά την ύστερη βυζαντινή εποχή. Οι αλλαγές που συνέβησαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, λόγω των πολεμικών γεγονότων, η απώλεια εδαφών και σημαντικών επαρχιών της αυτοκρατορίας, οδήγησε βαθμιαία στην έλλειψη διαθεσιμότητας τόπων εξορίας, κυρίως κατά τους τελευταίους αιώνες (τέλη 14ου και πρώτο μισό 15ου), όταν το Κράτος περιορίστηκε πλέον στην Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της, στο Δεσποτάτο του Μυστρά στη νότια Πελοπόννησο και σε κάποια νησιά στο βόρειο Αιγαίο. Αυτός πιθανότατα είναι και ο λόγος, για τον οποίο από τα τέλη του 14ου αιώνα μέχρι την πτώση της αυτοκρατορίας το 1453, δεν εντοπίζονται εξόριστοι στις βυζαντινές πηγές. Η απουσία αυτή θεωρώ ότι οφείλεται τόσο στην έλλειψη διαθέσιμων τόπων, όσο και στα πολεμικά γεγονότα, αφού η επικοινωνία μεταξύ των ελάχιστων εναπομείναντων περιοχών υπό βυζαντινή εξουσία ήταν αδύνατη και δεν θα επέτρεπε τη μεταφορά εξορίστων στους τόπους εξορίας.
Για την καλύτερη κατανόηση των παραπάνω, έχουν σχεδιαστεί χάρτες, οι οποίοι παρατίθενται στο τέλος της παρούσας διατριβής. Σε αυτούς σημειώνονται οι τόποι εξορίας και ταυτόχρονα τα εναπομείναντα βυζαντινά εδάφη μέχρι το 1453.
Λόγω της έλλειψης σταδιακά διαθέσιμων τόπων εξορίας κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο, οι εξόριστοι συχνά εγκλείονταν σε φρούρια ή σε κάποιες περιπτώσεις φυλακίζονταν στον τόπο εξορίας τους. Οι περισσότεροι από τους εξορίστους δεν επέστρεψαν ποτέ, κάποιοι από αυτούς όμως, όχι μόνο ξαναγύρισαν, αλλά πρωταγωνίστησαν στις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις της εποχής τους.
Στο τέλος της παρούσας μελέτης παρατίθενται πίνακες, στους οποίους καταγράφονται οι εξόριστοι, τα αίτια εξορίας και οι τόποι εξορίας τους.