Η γυναικεία υποεκπροσώπηση ως διακύβευμα για τη δημοκρατία: Η δημόσια διαμάχη για τις "ποσοστώσεις", 1988-2002

Διπλωματική Εργασία uoadl:2917623 373 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Νεώτερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία
Βιβλιοθήκη Φιλοσοφικής Σχολής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2020-06-29
Έτος εκπόνησης:
2020
Συγγραφέας:
Φιλιππάκης Πασχάλης
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Δήμητρα Λαμπροπούλου, Επίκουρη Καθηγήτρια Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Ποθητή Χαντζαρούλα, Επίκουρη Καθηγήτρια, τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Πρωτότυπος Τίτλος:
Η γυναικεία υποεκπροσώπηση ως διακύβευμα για τη δημοκρατία: Η δημόσια διαμάχη για τις "ποσοστώσεις", 1988-2002
Γλώσσες εργασίας:
Αγγλικά
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Η γυναικεία υποεκπροσώπηση ως διακύβευμα για τη δημοκρατία: Η δημόσια διαμάχη για τις "ποσοστώσεις", 1988-2002
Περίληψη:
Η μελέτη αυτή ερευνά διαδικασίες ιστορικής συγκρότησης νοημάτων της δημοκρατίας υπό έμφυλο πρίσμα χρησιμοποιώντας για μελέτη περίπτωσης την αντιπαράθεση για την γυναικεία υποεκπροσώπηση και τις ποσοστώσεις κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ού και τις αρχές του 21ού αιώνα. Πρόκειται για μια δημόσια συζήτηση που λαμβάνει χώρα τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ΕΟΚ/ΕΕ. Η επικέντρωση δίνεται στην ελληνική εκδοχή της διαμάχης ενώ η Κοινοτική χρησιμοποιείται ως το απαραίτητο πλαίσιο.

Αν και η σχετική συζήτηση υπερβαίνει χρονικά την μεταπολιτευτική περίοδο (1974-1989) η φυσιογνωμία της, τα περιβάλλοντα στα οποία εκτυλίχθηκε, οι προεκτάσεις που έλαβε αλλά και οι ίδιες οι εμπειρίες των υποκειμένων που συμμετείχαν σε αυτή σφυρηλατήθηκαν σε διαδικασίες της μεταπολιτευτικής περιόδου από την οποία λαμβάνουν το ιστορικό τους βάθος.

Τούτου λεχθέντος, η παρούσα ανάλυση επιχειρηματολογεί σχετικά με την σημασία που είχαν οι συγκρούσεις γύρω από το περιεχόμενο και τη λειτουργία της δημοκρατίας μερίδας των πολιτικοποιημένων στρωμάτων της μεταπολίτευσης, εν προκειμένω του γυναικείου-φεμινιστικού κινήματος, για την διαμόρφωση του πολιτικού πεδίου της περιόδου. Στο πλαίσιο αυτό η «δημοκρατία» κατανοείται και προσεγγίζεται ως ιστορικό φαινόμενο ταυτόχρονα θεσμικό, εννοιολογικό και κινηματικό αλλά πρώτιστα ενδεχομενικό, τόσο ως προς την ύπαρξή του όσο και ως προς το περιεχόμενό του, γεγονός που την μετατρέπει σε διαρκές διακύβευμα και εξίσου σε μια αρένα αντικρουόμενων εννοιολογήσεών της.

Ορισμένα από αυτά τα αντικρουόμενα νοήματα επιχειρείται να εντοπισθούν μέσα από την ανίχνευση και την ερμηνεία των αιτιών και των τρόπων με τους οποίους το ζήτημα της γυναικείας υποεκπροσώπησης τέθηκε από τις συμμετέχουσες στις προαναφερθείσες συζητήσεις ως διακύβευμα για την δημοκρατία. Με άλλα λόγια η ανάλυση επιχειρεί να ερμηνεύσει τις αιτίες και την επιχειρηματολογία βάσει των οποίων οι συμμετέχουσες στις συζητήσεις κατανόησαν την σχέση δημοκρατίας και γυναικείας υποεκπροσώπησης ως ασυμβίβαστη. Περαιτέρω, η μελέτη σκοπεύει να αναδείξει τις διαφορετικές τους αντιλήψεις σχετικά με τις γυναίκες ως πολιτικά υποκείμενα, σχετικά δηλαδή με το κατά πόσο οι συμμετέχουσες στις συζητήσεις θεώρησαν πως η «γυναικεία ταυτότητα» μπορεί να κατανοηθεί ως πολιτική ταυτότητα. Επιχειρεί επίσης να φέρει στο προσκήνιο τα διαφορετικά περιεχόμενα που απέδιδαν στην «έμφυλη ισότητα» και τη «γυναικεία απελευθέρωση», κατά την ερευνώμενη ιστορική περίοδο, και τον ρόλο που επιφύλασσαν στο κράτος και τους θεσμούς για την πραγμάτωσή τους. Εντέλει, ανιχνεύει το έμφυλο περιεχόμενο της δημοκρατίας ως έννοιας που διαμόρφωσε το πολιτικό πεδίο της μεταπολίτευσης, μια οπτική που λείπει από τις περισσότερες προσεγγίσεις τόσο της μεταπολιτευτικής περιόδου όσο και της κριτικής θεωρίας της δημοκρατίας.

Η διάρθρωση της μελέτης αυτής καθορίστηκε με βάση δύο κεντρικά ερωτήματα: γιατί η δημόσια συζήτηση για την γυναικεία υποεκπροσώπηση ανακύπτει τόσο στην ΕΟΚ/ΕΕ όσο και στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και όχι νωρίτερα και γιατί τα ίδια τα ιστορικά υποκείμενα συνδέουν τη γυναικεία υποεκπροσώπηση με την έννοια της «δημοκρατίας»; Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα επιχειρείται μέσα από τον εντοπισμό των διαδικασιών που μετέτρεψαν την γυναικεία υποεκπροσώπηση και τις ποσοστώσεις σε αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης και που τα συνέδεσαν με την έννοια της «δημοκρατίας».

Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζονται οι διαδικασίες αυτές για την περίπτωση της διεθνούς κοινότητας με την έμφαση να δίνεται στην ΕΟΚ/ΕΕ. Εκεί η μετατροπή της γυναικείας υποεκπροσώπησης σε δημόσιο διακύβευμα και η ανάδειξή της σε επίδικο για την δημοκρατία κατανοείται ως αποτέλεσμα σημασιολογικών μετατοπίσεων σε κεντρικές έννοιες για την δημοκρατία όπως το «δικαίωμα», η «ισότητα» και η «εκπροσώπηση» υπό το βάρος τομών που καθόρισαν την ιστορία του «σύντομου εικοστού αιώνα», των δύο παγκοσμίων πολέμων, των κοινωνικών δικαιωμάτων και του κράτους πρόνοιας, των κοινωνικών κινημάτων –ιδιαίτερα του πρώτου και δεύτερου κύματος φεμινισμού-, της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της πτώσης της ΕΣΣΔ. Για την περίπτωση της ΕΟΚ/ΕΕ συγκεκριμένα οι λόγοι ανάδυσης της γυναικείας υποεκπροσώπησης και των ποσοστώσεων αναζητήθηκαν στις μεταβολές των πολιτικών της Κοινότητας ως προς την έμφυλη ισότητα όπως αυτές αποτυπώθηκαν σε πράξεις νομοθετικού περιεχομένου (οδηγίες, αποφάσεις, εκθέσεις, ψηφίσματα, διακηρύξεις κ.τ.λ. ) της περιόδου 1957-1997 με την έμφαση να δίνεται στις δεκαετίες του ’80 και του ’90.

Στο δεύτερο κεφάλαιο εξετάζονται οι διαδικασίες που οδήγησαν στην πρόκληση της συζήτησης για την γυναικεία υποεκπροσώπηση και τις ποσοστώσεις στην Ελλάδα την περίοδο της μεταπολίτευσης (1974-1989) και επιχειρούνται ερμηνείες σχετικά με το γιατί συνδέθηκαν με την έννοια της «δημοκρατίας». Η επικέντρωση δίνεται στην συγκρότησή του γυναικείου-φεμινιστικού κινήματος της περιόδου και στα βασικά χαρακτηριστικά του με σκοπό να αποσαφηνισθούν τα κύρια πεδία παρέμβασής του και να επεξηγηθεί γιατί ανάμεσα σε αυτά προέκυψε το ζήτημα της γυναικείας υποεκπροσώπησης και των ποσοστώσεων. Η κρίση που το γυναικείο-φεμινιστικό κίνημα διήγε από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 σε συνδυασμό με την διεθνή και εγχώρια πολιτική κρίση των τελών της ίδιας δεκαετίας -υπό το βάρος της πτώσης της ΕΣΣΔ και της προϊούσας αποπολιτικοποίησης του κοινωνικού σώματος- προτείνονται ως τομές για την πρόκληση της συζήτησης αλλά και τη σύνδεσή της με την έννοια της «δημοκρατίας».

Στο τελευταίο κεφάλαιο δοκιμάζονται ερμηνείες σχετικά με το έμφυλο περιεχόμενο της δημοκρατίας στην Ελλάδα όπως αυτό προκύπτει από τις τοποθετήσεις των πρωταγωνιστριών της συζήτησης για την γυναικεία υποεκπροσώπηση και τις ποσοστώσεις στον περιοδικό τύπο του κινήματος και στις μετέπειτα συναφείς συνεισφορές φεμινιστριών της περιόδου στην βιβλιογραφία. Με βάση τις νοηματοδοτήσεις εκ μέρους των πρωταγωνιστριών της συζήτησης κεντρικών εννοιών για την δημοκρατία όπως η «συμμετοχή», η «ισότητα» και η «αντιπροσώπευση» επιχειρείται η ανασύσταση των κοινωνικών τους οραμάτων και επομένως των δικών τους αντικρουόμενων νοημάτων για την δημοκρατία.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Ιστορία
Λέξεις-κλειδιά:
Γυναικεία υποεκπροσώπηση, δημοκρατία, θετικά μέτρα, ποσοστώσεις, φεμινισμός, γυναικείο-φεμινιστικό κίνημα, Μεταπολίτευση
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Όχι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
477
Αριθμός σελίδων:
214
Η γυναικεία υποεκπροσώπηση ως διακύβευμα για τη δημοκρατία_Η δημόσια διαμάχη για τις ποσοστώσεις, 1988-2002.pdf (1 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο