Η σημασία της ανοσοϊστοχημείας στον καρκίνο του παχέος εντέρου

Διπλωματική Εργασία uoadl:2926778 81 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Εφαρμογές της Βιολογίας στην Ιατρική
Βιβλιοθήκη Σχολής Θετικών Επιστημών
Ημερομηνία κατάθεσης:
2020-11-01
Έτος εκπόνησης:
2020
Συγγραφέας:
Σταθακοπούλου Αριστέα
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Ανδρέας Χ. Λάζαρης, Καθηγητής Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών
Πρωτότυπος Τίτλος:
Η σημασία της ανοσοϊστοχημείας στον καρκίνο του παχέος εντέρου
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Η σημασία της ανοσοϊστοχημείας στον καρκίνο του παχέος εντέρου
Περίληψη:
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ένα από τα συχνότερα και πιο κοινά νεοπλάσματα, σε παγκόσμια κλίμακα. Τα ποσοστά επίπτωσης και θνησιμότητας ποικίλουν σημαντικά ανά τον κόσμο και τα περιστατικά βαίνουν διαρκώς αυξανόμενα, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες. Σύμφωνα με στοιχεία από το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο για τον Καρκίνο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), το έτος 2018 ο ορθοκολικός καρκίνος ήταν ο 3ος πιο συχνά διεγνωσμένος και ο 2ος πιο θανατηφόρος καρκίνος στον κόσμο. Διαφορές στη συχνότητα εμφάνισης παρατηρούνται ανάμεσα στα δύο φύλα, ενώ η νόσος είναι σπάνια πριν την ηλικία των 40 ετών. Η αιτιολογική βάση της νόσου είναι πολύπλοκη και όχι σαφώς καθορισμένη. Χαρακτηρίζεται από την αλληλεπίδραση περιβαλλοντικών, ατομικών και γενετικών παραγόντων στα διάφορα στάδια της καρκινογένεσης.
Η πρόληψη του ορθοκολικού καρκίνου, ακολουθώντας χρονική διαδοχή, στοχεύει στην αποτροπή εμφάνισης της νόσου, στη διακοπή της νεοπλασματικής της ανάπτυξης και στην παρεμπόδιση της εξέλιξης ήδη εγκατεστημένης νόσου. Η διαγνωστική διαδικασία συνίσταται στην κλινική εξέταση, σε εργαστηριακές εξετάσεις με βασική την ανίχνευση αιμοσφαιρίνης κοπράνων και σε απεικονιστικές μεθόδους με κυριότερη την κολονοσκόπηση. Η κλινική έκβαση της νόσου και η επιβίωση των ασθενών εξαρτάται σημαντικά από το παθολογοανατομικό στάδιο του όγκου κατά τη διάγνωση. Οι συμπτωματικοί ασθενείς, καθώς έχουν συνήθως προχωρημένη νόσο με λεμφαδενικές διηθήσεις και μεταστατικές εστίες, καταγράφουν ποσοστά πενταετούς επιβίωσης περίπου 50%. Η θεραπευτική αντιμετώπιση του ορθοκολικού καρκίνου βασίζεται στην πρόγνωση και συνίσταται σε χειρουργική και συμπληρωματική θεραπεία. Οι σύγχρονες θεραπείες, στηριζόμενες στο μοριακό προφίλ του όγκου, χρησιμοποιούν βιολογικούς φαρμακευτικούς παράγοντες στόχευσης και προσβλέπουν σε εξατομικευμένη προσέγγιση.
Ο ορθοκολικός καρκίνος είναι κατ’ εξοχήν σποραδική νόσος 65%-85% των περιπτώσεων, η οικογενής μορφή παρατηρείται στο 10%-30% των περιπτώσεων, ενώ ο κληρονομικός τύπος με την εμφάνιση γενετικών συνδρόμων ενοχοποιείται για λιγότερο από το 5% του συνόλου των περιπτώσεων. Η πολυσταδιακή νεοπλασματική εξεργασία βασίζεται σε μοριακές μεταβολές, οι οποίες προσδίδουν ετερογένεια στη νόσο, καθορίζουν το μοριακό της προφίλ και διαμορφώνουν τον ανοσοφαινότυπο.
Ο φαινοτυπικός καθορισμός παραγματοποιείται με την πλέον διαδεδομένη, ευρέως χρησιμοποιούμενη, εργαστηριακή τεχνική της Ανοσοϊστοχημείας. Η ανοσοϊστοχημεία βασίζεται στην ειδική δέσμευση αντισωμάτων (μονοκλωνικών ή πολυκλωνικών) με ενδοκυττάρια ή εξωκυττάρια αντιγόνα, γνωστά και ως βιοδείκτες, που βρίσκονται in situ, στον υπό μελέτη ιστό. Η ανίχνευση των θέσεων δέσμευσης γίνεται, συνηθέστερα, με την χρήση ενζυμικής χρωμογόνου αντίδρασης. Υπάρχει πληθώρα και ποικιλία αντιγονικών μορίων, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην ανοσοϊστοχημική διερεύνηση πρωτοπαθούς και μεταστατικού καρκίνου του παχέος εντέρου. Οι βιοδείκτες αυτοί διακρίνονται με βάση τον ρόλο που επιτελούν σε διαγνωστικούς, προγνωστικούς και προβλεπτικούς βιοδείκτες.
Πρωτεΐνες, όπως οι κερατίνες CK20 και CK7, που ελέγχονται μαζί και σε συνδυασμό με τον μεταγραφικό παράγοντα CDX-2, η GPA33 με έντονη παρουσία σε καλά διαφοροποιημένους όγκους και η CDH17 που εκφράζεται σε όλα τα μεταστατικά αδενοκαρκινώματα του παχέος εντέρου έχουν γνωστή διαγνωστική αξία. Οι ΜΜR πρωτεΐνες ελέγχονται ανοσοϊστοχημικά, προκειμένου να υποδείξουν την ύπαρξη ή όχι συνδρόμου Lynch, ενώ ταυτόχρονα εμπλέκονται στην προγνωστική διαστρωμάτωση των ασθενών με ορθοκολικό καρκίνο αλλά και στη θεραπευτική τους απόκριση. Προγνωστική αξία έχουν αντιγόνα, όπως η SMAD4 πρωτεΐνη και η Villin. Στους προβλεπτικούς δείκτες συγκαταλλέγονται η ενίσχυση του Her-2 γονιδίου και τρεις υποδοχείς των NTRK γονιδίων, που συμμετέχουν σε γεγονότα σύντηξης.
Καθώς δεν υπάρχει απόλυτα ειδικός βιοδείκτης για τον ορθοκολικό καρκίνο, η έρευνα είναι συνεχής. Οι συστημικές μελέτες και οι κλινικές δοκιμές αποσκοπούν στην ανεύρεση νέων αξιόπιστων πρωτεϊνικών μορίων, στην επιβεβαίωση της αξίας τους ως προς την διάγνωση, πρόγνωση και θεραπεία, αλλά και στην επικύρωση των ήδη χρησιμοποιούμενων βιοδεικτών σήμερα.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Θετικές Επιστήμες
Λοιπές θεματικές κατηγορίες:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
καρκίνος παχέος εντέρου, ανοσοϊστοχημικοί βιοδείκτες, διαγνωστικοί, προγνωστικοί, προβλεπτικοί
Ευρετήριο:
Ναι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
2
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
109
Αριθμός σελίδων:
93
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΟΣΟΪΣΤΟΧΗΜΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ.pdf (1 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο