Περίληψη:
Εισαγωγή: Η τοξικοεξάρτηση αποτελεί μία σοβαρή, χρόνια, υποτροπιάζουσα πάθηση, που ιδιαίτερα για τις γυναίκες, κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης η χρήση ουσιών προκαλεί μία σειρά σημαντικών κινδύνων τόσο για τις ίδιες όσο και για το παιδί. Οι υγειονομικοί υπάλληλοι που παρέχουν φροντίδα σε γυναίκες με προβλήματα χρήσης ουσιών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους πρέπει να κατανοήσουν την πολυπλοκότητα των κοινωνικοψυχολογικών και φυσικών προβλημάτων της γυναίκας ώστε να παρέχουν την κατάλληλη συμβουλευτική και υποστήριξη κατά την εγκυμοσύνη αλλά και την περίοδο μετά τον τοκετό.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο προσδιορισμός του κοινωνικού και δημογραφικού προφίλ των εγκύων οι οποίες εντάσσονται σε θεραπευτικά προγράμματα με υποκατάστατα οπιοειδών καθώς και των παραγόντων που επιδρούν θετικά στην παραμονή τους στα εν λόγω προγράμματα και μετά την ολοκλήρωση του τοκετού. Επιπλέον μελετήθηκαν οι παράγοντες που επηρεάζουν την παράλληλη χρήση ουσιών κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Μεθοδολογία: Εξετάστηκαν οι φάκελοι (συμπληρωμένο ερωτηματολόγιο-TDI, ψυχιατρική εκτίμηση αν υπήρχε και αποτελέσματα ούρων) από 74 γυναίκες στις οποίες χορηγήθηκε βουπρενορφίνη ή μεθαδόνη τουλάχιστον τρεις μήνες πριν τον τοκετό. Οι μεταβλητές στις οποίες επικεντρώθηκε η παρούσα έρευνα ήταν οι εξής: ηλικία, εθνικότητα, μορφωτικό επίπεδο, στέγαση, οικογενειακή κατάσταση, αριθμός παιδιών, κατάσταση υγείας, ψυχιατρικό ιστορικό, φύλλο αξιολόγησης, φυλάκιση, παράλληλη χρήση, παραμονή στο πρόγραμμα μετά τον τοκετό.
Αποτελέσματα: Oι γυναίκες που χορηγήθηκε βουπρενοφρίνη ήταν ηλικίας κατά μέσο όρο 32 ετών (Μ.Ο.=32,47±4,93) και εισήχθησαν στη θεραπευτική μονάδα κατά μέσο όρο στον 3ο μήνα εγκυμοσύνης (Μ.Ο.=2,87±2,22), ενώ στις γυναίκες που χορηγήθηκε μεθαδόνη, ήταν κατά μέσο όρο 33 ετών (Μ.Ο.=33,33±4,28) και εισήχθησαν στη μονάδα κατά μέσο όρο στον 4ο μήνα εγκυμοσύνης (Μ.Ο.=3,59±3,00). Για τις γυναίκες που πήραν βουπρενοφρίνη, προκύπτει ότι το 59,6% (Ν=28) αυτών δεν αντιμετώπιζε κανένα ψυχιατρικό ζήτημα. Επιπλέον, το 17% (Ν=8) εμφάνιζαν διαταραχή διάθεσης/συμπεριφοράς/προσωπικότητας, το 8,5% (Ν=4) κατάθλιψη, το 6,4% (Ν=3) οριακή διαταραχή και το 4,3% (Ν=2) αγχώδη διαταραχή/διαταραχή πανικού ή σχιζοσυναισθηματική/ψυχωτική διαταραχή. Αναφορικά με τις γυναίκες που πήραν μεθαδόνη, προκύπτει ότι το 63% (Ν=17) αυτών δεν αντιμετώπιζε κανένα ψυχιατρικό ζήτημα. Επιπλέον, το 11,1% (Ν=3) εμφάνιζε κατάθλιψη, το 7,4% (Ν=2) οριακή διαταραχή ή μείζονα καταθλιπτική διαταραχή και το 3,7% (Ν=1) ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή ή ΔΕΠΥ ή διπολική διαταραχή. Σχετικά με τις γυναίκες που πήραν βουπρενοφρίνη, προκύπτει ότι το 25,5% (Ν=12) αυτών δεν είχαν κάνει καμία παράλληλη χρήση στην εγκυμοσύνη, ενώ το υπόλοιπο 74,5% (Ν=35) είχε κάνει. Σχετικά με τις γυναίκες που πήραν μεθαδόνη, προκύπτει ότι το 29,6% (Ν=8) αυτών δεν είχαν κάνει καμία παράλληλη χρήση στην εγκυμοσύνη, ενώ το υπόλοιπο 70,4% (Ν=19) είχε κάνει. Όσον αφορά τις γυναίκες που πήραν βουπρενοφρίνη, προκύπτει ότι οι περισσότερες, για την ακρίβεια το 70,2% (Ν=33) παρέμειναν στο πρόγραμμα για διάστημα 6 μηνών και άνω, ενώ το 14,9% (Ν=7) παρέμειναν για διάστημα λιγότερο των 6 μηνών ή διέκοψαν μετά τον τοκετό. Σχετικά με τις γυναίκες που πήραν μεθαδόνη, προκύπτει ότι η μεγάλη πλειοψηφία τους, δηλαδή το 74,1% (Ν=20) παρέμειναν στο πρόγραμμα για διάστημα 6 μηνών και άνω, το 22,2% (Ν=6) για διάστημα λιγότερο των 6 μηνών και μόλις το 3,7% (Ν=1) διέκοψαν μετά τον τοκετό.
Συμπεράσματα: Σχετικά με τις γυναίκες που πήραν βουπρενορφίνη η πλειοψηφία τους ακολουθεί αγωγή με quetiapine, ενώ για τις γυναίκες που πήραν μεθαδόνη, μισές περίπου ακολουθούν αγωγή με quetiapine. Δεν εντοπίστηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές όσον αφορά την φαρμακευτική αγωγή των εγκύων που πήραν βουπρενορφίνη και μεθαδόνη. Φάνηκε ότι και στις δύο ομάδες γυναικών, η μεγάλη τους πλειοψηφία έχει κάνει παράλληλη χρήση ουσιών στην εγκυμοσύνη, με τις περισσότερες να δηλώνουν ότι έχουν χρησιμοποιήσει βενζοδιαζεπίνες και τις μισές περίπου οπιούχα. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης παλινδρόμησης έδειξαν ότι οι γυναίκες που πήραν βουπρενορφίνη, είχαν μικρότερο μήνα εγκυμοσύνης κατά την εισαγωγή στην μονάδα, δεν κατανάλωσαν οπιούχα, είχαν μεγαλύτερο χρόνο παραμονής στο πρόγραμμα μετά τον τοκετό. Τέλος η μη παράλληλη χρήση ουσιών στην εγκυμοσύνη συνδέθηκε με μεγαλύτερο χρόνο παραμονής στο πρόγραμμα για την ομάδα που πήρε βουπρενορφίνη.