Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Κωνσταντίνος Παπαδημητρίου, Καθηγητής, Τμήμα Νομικής, ΕΚΠΑ
Περίληψη:
H παρούσα εργασία πραγματεύεται το διαχρονικό και μείζονος σημασίας ζήτημα του εργατικού ατυχήματος, όσες προσπάθειες και αν έχουν γίνει, όσα μέτρα και αν έχουν ληφθεί, ο κίνδυνος ενός εργατικού ατυχήματος (είτε αυτό οφείλεται σε ελλιπή τήρηση μέτρων ασφαλείας, είτε στην επικινδυνότητα των μηχανών, είτε σε ανθρώπινο λάθος, είτε ακόμα και σε τυχαίο γεγονός ή ανωτέρα βία) ελλοχεύει πάντοτε σε κάθε είδους εργασιακή σχέση, καθώς είναι σύμφυτος με την ίδιο το γεγονός της παροχής εργασίας. Η υγεία (σωματική αλλά και ψυχική) και η ασφάλεια των εργαζομένων αποτελούν θεμελιώδη έννομα αγαθά και η προστασία τους θεμελιώδες δικαίωμα των εργαζομένων και ταυτόχρονα βασική υποχρέωση του εργοδότη, στο πλαίσιο της ευρύτερης υποχρέωσης πρόνοιας που τον βαρύνει. H υποχρέωση πρόνοιας, αποτελεί εύλογο και αναγκαίο αντιστάθμισμα της άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος, στο περιεχόμενο της εντάσσεται και η υποχρέωση του εργοδότη να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος πρόκλησης ενός εργατικού ατυχήματος. Τη βάση της νομοθεσίας για τα εργατικά ατυχήματα στην Ελλάδα αποτελεί ο νόμος 551/1915, ο οποίος υπηρετώντας των αρχών της κοινωνικής δικαιοσύνης και του ανθρωπισμού καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη. Η συνδρομή, ωστόσο, πταίσματος στο πρόσωπο του εργοδότη δεν είναι άμοιρη συνεπειών, καθότι, αφενός μεν δίνει δικαίωμα διεκδίκησης χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη, αφετέρου δε επιτρέπει την -έναντι του εργοδότη- διεκδίκηση πλήρους αποζημίωσης δυνάμει της ΑΚ 914 ή τη διεκδίκηση της διαφοράς μεταξύ πλήρους αποζημίωσης και παροχών του ΙΚΑ, όταν το πταίσμα συνίσταται σε δόλο ή ειδική αμέλεια στην 1η περίπτωση και σε δόλο αναγνωρισμένο με δικαστική απόφαση στη 2η. Αξίζει να σημειωθεί, ότι όπως αναλύεται στην παρούσα, το πρακτικό πεδίο εφαρμογής του ν. 551/1915, λόγω του ότι οι εργοδότες οι οποίοι απασχολούν εργαζόμενους που είναι ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ απαλλάσσονται της υποχρέωσης καταβολής της προβλεπόμενης στον ως άνω νόμο κατ’ αποκοπή αποζημίωσης έχει συρρικνωθεί με αποτέλεσμα να εφαρμόζεται κατά βάση στα ναυτεργατικά ατυχήματα. Επίσης, στο παρόν πόνημα αναλύονται παραδείγματα αλληλέγγυας ευθύνης (πρόστηση, ευθύνη του ν.π. για πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν, οικοδομικές εργασίες, ΕΠΑ, παραχώρηση/απόσπαση εργαζομένου, outsourcing κ.λ.π), τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, λόγω ιδίως της δυσχέρειας που αντιμετωπίζει ο εργαζόμενος στις περιπτώσεις αυτές ως προς τον προσδιορισμό του υπόχρεου προς αποζημίωση, αλλά και τους κινδύνους κατάχρησης που αυτές ενέχουν. Τέλος, όπως καταδεικνύεται από το σύνολο της παρούσας, σπουδαία είναι η συμβολή της νομολογίας, η οποία έχει συντελέσει έναν καθοριστικό/διαπλαστικό ρόλο στον προσδιορισμό της έννοιας και των προϋποθέσεων του εργατικού ατυχήματος. Η νομολογία δρώντας στο σύμφωνα με τον προστατευτικό σκοπό του εργατικού δικαίου και με σκοπό την αντιμετώπιση των δυσμενών οικονομικών συνεπειών του εργατικού ατυχήματος -σε οικονομικό τουλάχιστόν επίπεδο- έχει τυπολογίσει πληθώρα περιπτώσεων, οι οποίες συνιστούν τον πυρήνα του εργατικού ατυχήματος δηλαδή βίαιο συμβάν, ενώ ταυτόχρονα έχει διευρύνει την έννοια της αιτιώδους συνάφειας (κατά τη διάρκεια ή εξ αφορμής της εργασίας), δεχόμενη ότι αρκεί ακόμα και έμμεση σύνδεση με την εργασία, ώστε να χαρακτηριστεί ένα ατύχημα εργατικό, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται εργατικό, σχεδόν κάθε ατύχημα το οποίο βρίσκεται σε μια χαλαρή έστω σχέση με την εργασία.
Λέξεις-κλειδιά:
εργατικό δίκαιο, εργατικό ατύχημα, εργοδοτική ευθύνη, αλληλέγγυα ευθύνη