Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Ειρήνη Πέππα-Παπαιωάννου, Ομότιμη Καθηγήτρια
Βασίλειος Λαμπρινουδάκης, Ομότιμος Καθηγητής
Στυλιανός Κατάκης, Αναπληρωτής Καθηγητής
Δημήτριος Πλάντζος, Καθηγητής
Σοφία Ανεζίρη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια
Ιωάννης Λώλος, Αναπληρωτής Καθηγητής
Ευγενία Μακρυγιάννη, Επίκουρη Καθηγήτρια
Περίληψη:
Η ιστορική εξέλιξη της λατρείας του Ασκληπιού είναι ασαφής μέχρι τη μεταφορά της από την Επίδαυρο στην Αθήνα στο τελευταίο τέταρτο του 5ου αι. π.Χ. Βάσει των αρχαιότερων του 5ου αι. π.Χ. στοιχείων από τις φιλολογικές πηγές κυρίως και με τη μελέτη της τοπογραφίας, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία από τη μετέπειτα ανάπτυξη και διασπορά της λατρείας, πρόκειται, ως φαίνεται, για μια ατομική, φυσική λατρεία σε υπαίθρια ιερά, που επινοήθηκε το αργότερο κατά τους 8ο/7ο αι. π.Χ. στη Θεσσαλία. Στην αρχαϊκή περίοδο οι μηχανισμοί της εξάπλωσής της φαίνεται να είναι επιπλέον πολιτικοί, κυρίως, με πρωταγωνιστή τη Δελφική Αμφικτυονία και τα τυραννικά πολιτεύματα, όπως δείχνει ο συσχετισμός των δεδομένων. Στην κλασική περίοδο το φαινόμενο έχει παραμέτρους ιστορικές, κοινωνικές, φιλοσοφικές, οικονομικές, αλλά συνδέεται και με τις τοπικές συνθήκες, καθώς και τη διπλωματία των ιερατείων, ενώ στην ελληνιστική εποχή είναι ένα πεδίο άσκησης πολιτικής. Παρόλα αυτά, η προώθηση της λατρείας αυτής βασιζόταν διαχρονικά σε ένα ατομικό κίνητρο, όπως δείχνουν και περιπτώσεις ιστορικών προσωπικοτήτων που προώθησαν τον Ασκληπιό, αλλά και στην προσωπική ευλάβεια και το αίσθημα χρέους ιδιωτών που μεταλαμπάδευαν τη λατρεία του Ασκληπιού από τον έναν τόπο στον άλλο, για να γίνει αποδεκτός εύκολα και μαζικά.
Εξετάστηκαν εκ νέου οι φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες, καθώς και είκοσι μία θέσεις που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο δίκτυο διάδοσης της λατρείας, η εγκατάσταση της λατρείας σε αυτές και η ίδρυση Ασκληπιείων, προκειμένου να γίνει κατανοητή η διάδοση της λατρείας μέσα στο ιστορικό πλαίσιο. Η μελέτη συμπληρώνει με νέα στοιχεία τη σχετική έρευνα και επιχειρεί να ιχνηλατήσει την κίνηση της λατρείας και να την παρουσιάσει στην ιστορική της πορεία, από την εμφάνιση της μορφής του θεού στα κείμενα και στους χώρους ως και την πρώιμη ελληνιστική περίοδο, που αποδείχθηκε κατά την έρευνα σημείο καμπής για τη διάδοση και την εξέλιξη της λατρείας του Ασκληπιού, η οποία αλλάζει, μέσα σε έναν κόσμο που αλλάζει.
Οι γραπτές πηγές εξετάστηκαν κατά χρονολογική σειρά και επιχειρήθηκε ο συσχετισμός τους με τα αρχαιολογικά δεδομένα από τα ανεσκαμμένα ιερά. Με τον τρόπο αυτό το φαινόμενο της διάδοσης εξετάζεται εξελικτικά. Η χρονολογική κατάταξη διευκολύνει την κατανόηση της ιστορικής εξέλιξης της λατρείας και τη σύγκριση των δεδομένων. Με βάση τα επιγραφικά δεδομένα δημιουργήθηκαν νέοι χάρτες, που δείχνουν καθαρά τα δίκτυα διάδοσης, τόσο ως προς τις θέσεις λατρείας, όσο και ως προς την προέλευση των συρρεόντων στην Επίδαυρο. Προϊόν της εργασίας αυτής είναι και τα δύο παραρτήματά της, στα οποία οι πηγές ταξινομήθηκαν χρονολογικά, με ειδική αρίθμηση. Τα παραρτήματα προσφέρουν σε επόμενους μελετητές μια συλλογή πηγών συνοδευόμενη από το αρχαίο κείμενο, βιβλιογραφία και σχολιασμό, που δεν υπήρχε στην ως τώρα βιβλιογραφία.
Ένα μεγάλο ερώτημα της έρευνας σχετικά με τον Ασκληπιό είναι η ερμηνεία της αρχαίας γραμματείας, η οποία επιμένει πως αυτός γεννήθηκε στην Θεσσαλία, τόσο με την αναφορά του Ομήρου, που τον συνδέει με την Τρίκκη, αλλά κυρίως με τον Ησίοδο, μια παράδοση που διαρκεί μέχρι το τέλος της αρχαιότητας. Αν και η λατρεία προ της κλασικής περιόδου και ελλείψει επιγραφών είναι σκοτεινή, επιχειρείται μια ερμηνεία των διαθέσιμων δεδομένων. Οι συγγραφείς της αρχαϊκής και της κλασικής εποχής αντιμετωπίζουν τον Ασκληπιό ως θεό και αναδεικνύουν το θεσσαλικό νήμα της γενεαλογίας του. Το τέλος των Περσικών Πολέμων συμπίπτει με τη μεγάλη διάδοση της λατρείας του Ασκληπιού εκτός της Θεσσαλίας. Η διάδοση θα ενταθεί μέσα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, καθώς η λατρεία αυτή δίνει μια απάντηση στις ανάγκες των ανθρώπων μετά την απόγνωση του λοιμού και του πολέμου. Η καθιέρωση του Ασκληπιού ως πανελλήνιου θεού κατά την κλασική εποχή είναι ένα φαινόμενο που τελικά ξεφεύγει από το σύστημα της πόλης-κράτους. Η λαϊκή ζήτηση είναι αυτή που θα οδηγήσει στον πολλαπλασιαμό και την εξάπλωση της λατρείας, πράγμα που φαίνεται από το γεγονός ότι στις περισσότερες γνωστές περιπτώσεις ίδρυσης Ασκληπιείων η πρωτοβουλία είναι ιδιωτική. Με υποστήριξη από την αθηναϊκή πολιτική και πάνω στους θαλάσσιους δρόμους της κλασικής εποχής ο Ασκληπιός θα φθάσει σε όλη σχεδόν την ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Κατά την πρώιμη ελληνιστική περίοδο ο Ασκληπιός θα μεταφερθεί στις κατακτήσεις των Μακεδόνων και η διάδοση της λατρείας έχει πολιτική κυρίως αιτιολογία, η οποία συνδυάζεται με την προθυμία των ανθρώπων να υιοθετήσουν τη νέα λατρεία.
Η διάδοση της λατρείας του Ασκληπιού δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα μιας επιμέρους κρίσης, όπως ένας λοιμός ή οι επιπτώσεις των πολέμων, αλλά οφείλεται σε λόγους κοινωνικούς, πολιτικούς, οικονομικούς και φιλοσοφικούς. Οι κινδυνεύοντες από κοινωνικό αποκλεισμό έβρισκαν στα Ασκληπιεία έναν τόπο αποδοχής και φροντίδας. Η φύση του Ασκληπιού, η πραότητα της μορφής, η υποστήριξη από ισχυρά ιερατεία και ηγέτες και κοινωνικές ομάδες, όπως οι γυναίκες, είναι παράγοντες και μηχανισμοί της διάδοσης της λατρείας. Ο πρώιμος Ασκληπιός, ένα καλό πνεύμα της Θεσσαλίας –που θυμάται η αρχαία παράδοση– διαφέρει από τον Ασκληπιό της μεγάλης διάδοσης. Η λατρεία του, λόγω του συντηρητισμού της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, διατηρεί πολλά από τα πρώτα δομικά χαρακτηριστικά της, όπως το ρέον νερό, η φύση και η γη. Ο ἀμύμων ἰητήρ της Ιλιάδας, που επινοήθηκε και λατρεύτηκε ως θεότητα στην Θεσσαλία το αργότερο κατά την αρχαϊκή εποχή, εξελίσσεται στον πανελλήνιο, πλέον, θεό της κλασικής εποχής ως ο εκφραστής της αρχετυπικής ανάγκης του ανθρώπου για ίαση και καλή ζωή.
Λέξεις-κλειδιά:
Ασκληπιός, λατρεία, αρχαία ελληνική θρησκεία, Ασκληπιεία, αρχαία ιατρική, διάδοση αρχαίων λατρειών, Επίδαυρος