Συγκριτική ιστολογική μελέτη τμημάτων πλευρών οικόσιτων ζώων: Εφαρμογή στην αναγνώριση μικροτεμαχίων οστών δικαστικού ενδιαφέροντος

Διπλωματική Εργασία uoadl:2969365 78 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Εφαρμογές της Βιολογίας στην Ιατρική
Βιβλιοθήκη Σχολής Θετικών Επιστημών
Ημερομηνία κατάθεσης:
2021-12-21
Έτος εκπόνησης:
2021
Συγγραφέας:
Ψαρρά Βασιλεία
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Κωνσταντίνος Μωραΐτης, Αν. Καθηγητής Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ (Επιβλέπων)
Δημήτριος Βλαχοδημητρόπουλος, Αν. Καθηγητής Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ
Χαρά Σπηλιοπούλου, Καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Συγκριτική ιστολογική μελέτη τμημάτων πλευρών οικόσιτων ζώων: Εφαρμογή στην αναγνώριση μικροτεμαχίων οστών δικαστικού ενδιαφέροντος
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Συγκριτική ιστολογική μελέτη τμημάτων πλευρών οικόσιτων ζώων: Εφαρμογή στην αναγνώριση μικροτεμαχίων οστών δικαστικού ενδιαφέροντος
Περίληψη:
Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις ανεύρεσης και αποστολής μικροτεμαχίων οστών άγνωστης προέλευσης στα εργαστήρια Δικαστικής Ανθρωπολογίας. Αρκετές φορές τα οστά εμφανίζονται κατακερματισμένα και δεν διασώζονται τα μακροσκοπικά ανατομικά τους χαρακτηριστικά, ώστε να είναι δυνατή η ταυτοποίηση του είδους εκ του οποίου προέρχονται. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται μέθοδοι ιστολογικής διερεύνησης με σκοπό την επιβεβαίωση ή τον αποκλεισμό της ανθρώπινης προέλευσής τους.
Ο οστίτης ιστός των ανθρώπων και των υπόλοιπων θηλαστικών συγκροτείται από κοινά δομικά στοιχεία, ενώ εμφανίζει ομοιότητες και διαφορές στη μικροαρχιτεκτονική του δομή. Έχουν προηγηθεί συγκριτικές ιστολογικές μελέτες που αφορούν ανθρώπινα και ζωικά οστά αξιοποιώντας τα ποιοτικά, καθώς και τα ιστομορφομετρικά χαρακτηριστικά των ιστών. Ωστόσο, η πλειοψηφία αυτών εφαρμόζεται σε εφαλατωμένους ιστούς μακρών οστών, ενώ οι αναφορές στα οστά των πλευρών και σε αφαλατωμένους ιστούς είναι περιορισμένες.
Για το σκοπό της μελέτης περισυλλέχθηκαν οστά πλευρών σκύλων και γατών από κοιμητήριο ζώων της Αττικής και οστά πλευρών βοοειδών, αιγοπροβάτων και χοίρων από κρεαταγορά της Αττικής, με την προϋπόθεση ότι το κάθε οστό ανήκε σε διαφορετικό άτομο. Από τα ζωικά οστά ελήφθησαν συνολικά 21 ιστοτεμάχια και παρασκευάστηκαν ιστολογικά δείγματα στο παρασκευαστήριο της Μονάδας Ιστοπαθολογίας του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ. Επιπλέον, για λόγους αντιπαραβολής συμπεριλήφθηκαν δύο ιστοτεμάχια ανθρώπινων πλευρών από δείγματα της Μονάδας Δικαστικής Ανθρωπολογίας και Ιστοπαθολογίας του Εργαστηρίου. Από το σύνολο των ιστοτεμαχίων προέκυψαν 142 ιστολογικά παρασκευάσματα.
Για την παρασκευή των δειγμάτων οστίτη ιστού επιλέχθηκε η μέθοδος της αφαλάτωσης των οστέινων ιστοτεμαχίων με τη χρήση διαλυμάτων νιτρικού οξέος διαφορετικών συγκεντρώσεων και τα αποτελέσματα αξιολογήθηκαν.
Για την παρατήρηση των δομικών στοιχείων των ιστών με τη χρήση οπτικού μικροσκοπίου εφαρμόστηκαν στα ιστολογικά παρασκευάσματα οι χρώσεις αιματοξυλίνης-ηωσίνης, καθώς και η τρίχρωμη Masson. Η χρώση αιματοξυλίνης-ηωσίνης απέδωσε ιστολογικές εικόνες ικανοποιητικής ποιότητας, ενώ η τρίχρωμη χρώση Masson αποτύπωσε ευκρινέστερα τα όρια των δευτερογενών οστεώνων στους ιστούς των θηλαστικών που εξετάστηκαν.
Από τα 142 ιστολογικά παρασκευάσματα επιλέχθηκαν τα καταλληλότερα και με τη χρήση οπτικού μικροσκοπίου και ψηφιακής κάμερας του Εργαστηρίου Ιστολογίας-Εμβρυολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ ελήφθησαν συνολικά 511 ψηφιακές μικροφωτογραφίες.
Ακολούθησε η ποιοτική ιστολογική ανάλυση και η σύγκριση των ιστολογικών χαρακτηριστικών μεταξύ των ειδών με σκοπό τη διερεύνηση σημείων ποιοτικής ιστολογικής διαφοροποίησης.
Η πλειονότητα των ιστολογικών δειγμάτων που προέρχονταν από σφάγια ζώων εμφάνισε κυρίως δοκιδώδες οστό, το οποίο καταλάμβανε μικρότερη ή μεγαλύτερη έκταση στον ιστό, ενώ τα ανθρώπινα ιστολογικά δείγματα και εκείνα που προέρχονταν από σκύλους, γάτες και ένα αιγοπρόβατο εμφάνισαν κυρίως δευτερογενή οστίτη ιστό με Αβέρσεια συστήματα. Ωστόσο, στα εσωτερικά στρώματα της φλοιώδους μοίρας των πλευρών των βοοειδών παρατηρήθηκε εκτεταμένη εναπόθεση δευτερογενούς οστίτη ιστού με οστεώνες.
Τα ιστολογικά παρασκευάσματα των τμημάτων πλευρών ζώων και ανθρώπου παρουσίασαν ομοιότητες και διαφορές αναφορικά με τα ποιοτικά ιστολογικά τους χαρακτηριστικά. Για τη διαφοροποίηση τόσο μεταξύ των ζωικών ιστών, όσο και μεταξύ των ζωικών και των ανθρώπινων ιστών ήταν απαραίτητη η συναξιολόγηση των ποιοτικών ιστολογικών χαρακτηριστικών που εμφάνιζε η έσω και η έξω φλοιώδης μοίρα των πλευρών. Τα ποιοτικά ιστολογικά χαρακτηριστικά που οδήγησαν στη διαφοροποίηση των ειδών των θηλαστικών στα ιστολογικά παρασκευάσματα που εξετάστηκαν ήταν οι ιστολογικοί τύποι που παρατηρήθηκαν, τα χαρακτηριστικά των Αβέρσειων συστημάτων, καθώς και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των υπόλοιπων ιστολογικών δομών του ιστού, όπως οι αγγειακοί σωλήνες και οι σωλήνες του Volkmann.
Υψηλή δυσκολία εμφάνισε η διαφοροποίηση μεταξύ των ειδών που παρουσίασαν αποκλειστικά δευτερογενή οστίτη ιστό με Αβέρσεια συστήματα και ιδιαίτερα μεταξύ του ανθρώπου, των σκύλων και των γατών. Ωστόσο, εντοπίστηκαν ιστολογικές δομές ικανές για να οδηγήσουν στην ποιοτική ιστολογική διαφοροποίηση της ανθρώπινης πλευράς από εκείνες των ζώων στα ιστολογικά παρασκευάσματα που εξετάστηκαν. Αντιθέτως, το είδος του θηλαστικού δεν ήταν δυνατόν να ταυτοποιηθεί επιτυχώς στις θέσεις όπου ο ιστός στερούταν αγγείωσης.
Τα αποτελέσματα αυτής της αρχικής συγκριτικής μελέτης είναι ενθαρρυντικά και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως οδηγός για την ποιοτική ιστολογική διερεύνηση αφαλατωμένων μικροτεμαχίων οστών άγνωστης προέλευσης με σκοπό την ταυτοποίηση του είδους. Ωστόσο, είναι απαραίτητη η ποιοτική ιστολογική ανάλυση μεγαλύτερου μεγέθους δείγματος, διαφορετικών οστών του σκελετού, καθώς και οστών που προέρχονται από ανήλικα άτομα για την ασφαλέστερη διεξαγωγή συμπερασμάτων.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Θετικές Επιστήμες
Λοιπές θεματικές κατηγορίες:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Δικαστική Ανθρωπολογία, Οστίτης ιστός, Συγκριτική ιστολογία, Διάκριση ανθρώπινων - ζωικών οστών
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
143
Αριθμός σελίδων:
234
Διπλωματική Βασιλεία Ψαρρά.pdf (72 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο