Η μεταβολή της διαφοράς της PCO2 μεταξύ κεντρικού φλεβικού και αρτηριακού αίματος κατά τη σήψη

Διπλωματική Εργασία uoadl:2975427 52 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Αναπνευστική Ανεπάρκεια και Μηχανικός Αερισμός
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2022-03-08
Έτος εκπόνησης:
2022
Συγγραφέας:
Κανιάρης Ευάγγελος
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Βασιλειάδης Ιωάννης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Iατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Κουτσούκου Αντωνία, Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Κοτανίδου Αναστασία, Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Η μεταβολή της διαφοράς της PCO2 μεταξύ κεντρικού φλεβικού και αρτηριακού αίματος κατά τη σήψη
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Η μεταβολή της διαφοράς της PCO2 μεταξύ κεντρικού φλεβικού και αρτηριακού αίματος κατά τη σήψη
Περίληψη:
Εισαγωγή: Oι ασθενείς με κυκλοφορική καταπληξία χαρακτηρίζονται από ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και κατανάλωσης οξυγόνου στους ιστούς . Η συγκέντρωση του γαλακτικού, η κλινική εξέταση, ο κορεσμός του μικτού φλεβικού( SvO2 ) ή ο κορεσμός του κεντρικού φλεβικού αίματος (ScvO2 ) και τελευταία το χάσμα του PCO2 έχουν προταθεί ως δείκτες παρακολούθησης της υποάρδρευσης των ιστών. Η διαφορά της μερικής πίεσης του διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ του κεντρικού φλεβικού και αρτηριακού αίματος (ΔPCO2 ή Pcv-aCO2 χάσμα) αντικατοπτρίζει την διαφορά μεταξύ φλεβικής και αρτηριακής περιεκτικότητας σε διοξείδιο του άνθρακα και σχετίζεται με την καρδιακή παροχή, την παροχή οξυγόνου στους ιστούς, αλλά και με διαταραχές μικροκυκλοφορίας σε καταστάσεις κυκλοφορικής καταπληξίας, ιδιαίτερα στην σηπτική καταπληξία. Όμως ελάχιστα έχει μελετηθεί σε ποιο βαθμό το ΔPCO2 επηρεάζεται, και ποια είναι η κινητικότητα των τιμών του από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο στάδιο του σηπτικού συνδρόμου.
Στόχος: Η παρακολούθηση και η εκτίμηση της διαφοράς της μερικής πίεσης του διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ του κεντρικού φλεβικού και αρτηριακού δείγματος αίματος, ΔPCO2 χάσμα ή Pcv-aCO2 χάσμα, κατά την διάρκεια της σηπτικής καταπληξίας.
Υλικά και μέθοδοι: Εβδομήντα εννιά (79) ασθενείς με σηπτική καταπληξία, σύμφωνα με τον τελευταίο ορισμό (sepsis-3), μελετήθηκαν και παρακολουθήθηκαν προοπτικά από την χρονική στιγμή της εισαγωγής τους στην MΕΘ μέχρι την χρονική στιγμή της αλλαγής της κλινικής τους εικόνας, δηλαδή είτε μέχρι την κλινική βελτίωσή τους ( ομάδα Α, n=52 ασθενείς) είτε μέχρι την κλινική επιδείνωσή τους (ομάδα Β, n= 27 ασθενείς). Το ΔPCO2 χάσμα υπολογίσθηκε σε τρείς διαφορετικές χρονικές στιγμές, στην εισαγωγή στην MΕΘ, κατά την διάρκεια της κλινικής βελτίωσης, και κατά την διάρκεια της κλινικής επιδείνωσης (όπως είχαν ορισθεί σε προηγούμενη μελέτη).
Αποτελέσματα: Την χρονική στιγμή της εισαγωγής στην MΕΘ, η ομάδα Β είχε μεγαλύτερο ΔPCO2 χάσμα σε σχέση με την ομάδα Α (7.71±3.07 mmHg vs., 6.47±3.03 p=0.088). Το ΔPCO2 χάσμα στην ομάδα Α παρουσίασε αύξηση από τη χρονική στιγμή της εισαγωγής μέχρι την χρονική στιγμή της κλινικής βελτίωσης (6.47±3.03 vs. 7.41±3.24 mmHg, p=0.05 ). Αντίθετα, το ΔPCO2 χάσμα παρουσίασε μείωση μεταξύ εισαγωγής στην MΕΘ και κλινικής επιδείνωσης (7.71±3.07 vs. 6.30±3.23 mmHg, p=0.04). Η επιδείνωση της ομάδας Β χαρακτηρίστηκε επίσης από αύξηση αναγκών σε αγγειοσυσπαστικά (0.258±0.166 vs.
0.532±0.315 μg/kg/min, p<0.001), αυξημένη συγκέντρωση του γαλακτικού (2.4±1.3 vs. 5.2±3.8 mmol/l, p=0.001) και αύξηση της κλίμακας SOFA (10.4±3.0 vs. 13.4±3.0, p<0.001) μεταξύ των χρονικών στιγμών της εισαγωγής στην MΕΘ και της επιδείνωσης . Συμπεράσματα: Kατά την διάρκεια της επιδείνωσης στους ασθενείς με σηπτική καταπληξία, όπως ορίστηκε από την αιμοδυναμική αστάθεια και την αύξηση της συγκέντρωσης του γαλακτικού, η διαφορά της μερικής τάσης του διοξειδίου του άνθρακος μεταξύ του κεντρικού φλεβικού και αρτηριακού αίματος (ΔPCO2 χάσμα ή Pcv-aCO2 χάσμα) μειώθηκε. Σε προηγούμενες μελέτες, το αυξημένο χάσμα είχε θεωρηθεί δείκτης μειωμένης ιστικής άρδευσης, μειωμένης απόδοσης οξυγόνου στους ιστούς και αύξησης του αναερόβιου μεταβολισμού . Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής πιθανόν να αντανακλούν την διακύμανση στον κυτταρικό μεταβολισμό που παρουσιάζεται στα διάφορα στάδια του σηπτικού συνδρόμου .
Η κλινική επιδείνωσης της σηπτικής καταπληξίας πιθανόν να σχετίζεται με την μείωση της κατανάλωσης οξυγόνου και της παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα ( κυτταροπαθητική ανοξία) από τα κύτταρα. Mάλιστα η μείωση της παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα έχει συσχετισθεί με κλινική επιδείνωση και αυξημένη θνητότητα στην σηπτική καταπληξία.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
ΔPCO2, Σήψη, Μεταβολές ΔPCO2, Σήψη και ΔPCO2, Παθοφυσιολογία ΔPCO2
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
138
Αριθμός σελίδων:
88
Kaniaris Evangelos MSc.pdf (2 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο