Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Ευδοξία Ντεροπούλου-Ντέρου ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ, ΤΕΑΠΗ-ΕΚΠΑ
Καλλιρρόη Παπαδοπούλου ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ, ΤΕΑΠΗ-ΕΚΠΑ
Κωνσταντίνα Λαμπροπούλου ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ, ΤΕΑΠΗ-ΕΚΠΑ
Περίληψη:
Ερευνητικά δεδομένα από τον ελληνικό και διεθνή χώρο αναφέρουν την συνεχώς αυξανόμενη διαγνωστική αξιολόγηση των παιδιών με Δ.Ε.Π.-Υ., με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Η εκπαιδευτική πολιτική πολλών χωρών έθεσε την ενταξιακή εκπαίδευση ως πρωταρχική προτεραιότητα, εγείροντας έτσι διεθνή ακαδημαϊκή συζήτηση για την έννοια και τους στόχους της ένταξης, καθώς και τον τρόπο προσέγγισης της αναπηρίας.
Μελετώντας τη βιβλιογραφία, βρέθηκε ότι αναδεικνύεται το ζήτημα σύνδεσης της αξιολόγησης με τη συλλογή πληροφοριών από ένα σύνολο συντελεστών και όχι μεμονωμένων παραγόντων (Goldstein, 2004). Πολύ γνωστοί όροι που συνδέονται πλέον με την έννοια της αξιολόγησης αποτελούν η βαθμολόγηση, η δοκιμασία, τα τεστ, η εξέταση, η εκτίμηση του εκπαιδευτικού, ώστε να αποτυπωθεί η επίδοση και η πρόοδος του παιδιού. Μάλιστα, αναφέρεται ότι η ίδια η κοινωνία προσπαθεί να θέσει την αξιολόγηση ως μέσο αναγνώρισης της προόδου των παιδιών και τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Τα αποτελέσματα αυτά αναπαράγουν μία συνθήκη ανταγωνισμού και ταμπελοποίησης, διότι η βάση της κοινωνίας δεν είναι ουδέτερη αλλά είναι συνυφασμένη με την αναπαραγωγή λανθασμένων αντιλήψεων. Ακόμα, από την πλευρά της ενταξιακής εκπαίδευσης, ο Roger Slee (2004) υποστηρίζει ότι κάθε παιδί έχει μοναδικά χαρακτηριστικά, ικανότητες και μαθησιακές ανάγκες, τα οποία πρέπει να λαμβάνουν υπόψιν τα εκπαιδευτικά συστήματα και τα σχολικά πλαίσια. Αν δεν αλλάξει η βάση της κοινωνίας όσον αφορά την εκπαίδευση, τότε δεν θα υπάρξει ενταξιακή κοινωνία για όλους.
Παρατηρήθηκε ότι υπάρχει ένα βιβλιογραφικό κενό, όσον αφορά την εκπαίδευση παιδιών που εμφανίζουν συμπεριφορές υπερκινητικότητας και πως οι εκπαιδευτικοί γενικής προσχολικής αγωγής κρίνουν τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζουν και αξιοποιούν την παιδαγωγική αξιολόγηση. Επιλέγοντας αυτό το θέμα και αξιοποιώντας όσα στοιχεία εντοπίστηκαν στη βιβλιογραφία, τα οποία αφορούν την ενταξιακή εκπαίδευση, την διαφοροποίηση, την υπερκινητικότητα και τις εκπαιδευτικές πρακτικές των εκπαιδευτικών, θα πραγματοποιηθεί μία ποιοτική έρευνα, της οποία η καταγραφή θα γίνει στην παρούσα εργασία.
Η συγκεκριμένη μελέτη διερευνά τις γνώσεις των εκπαιδευτικών όσον αφορά την νοηματοδότηση της ενταξιακής εκπαίδευσης και της υπερκινητικότητας. Γίνεται μία προσπάθεια διερεύνησης των εκπαιδευτικών πρακτικών που επιλέγουν οι εκπαιδευτικοί να χρησιμοποιούν κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς όταν βρίσκεται στο σχολικό τους πλαίσιο ένα παιδί με υπερκινητική συμπεριφορά. Ακόμα, στην έρευνα αυτή, εξετάζεται η γνώση που κατέχουν οι ερωτώμενες εκπαιδευτικοί όσον αφορά την αξιολόγηση και τις παιδαγωγικές αξιολογικές διαδικασίες.
Όλα τα παραπάνω εξετάζονται σε συνδυασμό με τη διερεύνηση των γνώσεων των μορφών, τους στόχους και το ρόλο της παιδαγωγικής αξιολόγησης που χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί προσχολικής αγωγής προκειμένου να διακρίνουν τις δεξιότητες, τις δυνατότητες, τα ενδιαφέροντα, τον τρόπο μάθησης αλλά και τις ανάγκες του κάθε παιδιού.
Πρόκειται για μία ποιοτική έρευνα, με σκοπό να παρουσιαστούν οι απόψεις και οι εμπειρίες των εκπαιδευτικών προσχολικής αγωγής, που είχαν ή έχουν παιδιά με υπερκινητικότητα στο πλαίσιο του τμήματος τους. Το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν η ημιδομημένη συνέντευξη και το δείγμα επιλέχθηκε με τη μέθοδο της βολικής δειγματοληψίας. Η ανάλυση των ευρημάτων έγινε με τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου. Για την μέθοδο ανάλυσης των δεδομένων, έγινε πλήρης απομαγνητοφώνηση της συνέντευξης, σύμφωνα με τον δεοντολογικό κανόνα και χρησιμοποιήθηκαν σημειώσεις από την συνέντευξη. Τα βασικά ερευνητικά ερωτήματα αφορούν τις απόψεις και τις εμπειρίες εκπαιδευτικών προσχολικής εκπαίδευσης αναφορικά με την ενταξιακή εκπαίδευση νήπιων με υπερκινητικότητα.
Από τα συμπεράσματα προέκυψε πως οι εκπαιδευτικοί, είχαν συγκεχυμένες γνώσεις, όσον αφορά την υπερκινητικότητα και την ενταξιακή εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτικοί στη συγκεκριμένη έρευνα φάνηκε να γνωρίζουν τη σημασία της παιδαγωγικής αξιολόγησης την οποία και αξιοποιούν, ενώ παράλληλα αναδεικνύουν τη αναγκαιότητα διαφοροποίησης της διαδικασίας αξιολόγησης ανάλογα με τις δυνατότητες και τις ανάγκες του κάθε παιδιού.
Ένα σημαντικό εύρημα της έρευνας αναφέρεται στη διαδικασία του αναστοχασμού που ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί. Μέσω αυτής της διαδικασίας, αντιλαμβάνονται σημαντικά παιδαγωγικά λάθη που ενδεχομένως έγιναν κατά τη διάρκεια της ημέρας ως προς τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των δραστηριοτήτων, την πρόσβαση και τη συμμετοχή των παιδιών στην εκπαιδευτική διαδικασία. Με τη διαδικασία της έρευνας δράσης, οι εκπαιδευτικοί δοκιμάζουν, αναστοχάζονται, διαφοροποιούν το εκπαιδευτικό τους έργο, δοκιμάζουν και πάλι από την αρχή. Αυτή η συνθήκη δεν σταματά ποτέ. Κατά αυτόν τον τρόπο λαμβάνουν πληροφορίες τόσο από τα παιδιά όσο και από την ίδια την διαδικασία, τις οποίες αξιοποιούν για την κατανόηση των παιδιών και του εκπαιδευτικού πλαισίου γενικότερα.
Ακόμα αναδείχθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί προσχολικής εκπαίδευσης προσεγγίζουν τις περισσότερες φορές, μέσα στην καθημερινότητά τους, επιφανειακά τις έννοιες που σχετίζονται με την ενταξιακή εκπαίδευση, την αναπηρία και τη διαφορετικότητα. Αυτό συμβαίνει λόγω της αποσπασματικής γνώσης τους επί του θέματος της ενταξιακής εκπαίδευσης. Παράλληλα δε, ορισμένοι εκπαιδευτικοί που έλαβαν τον ρόλο του υποκειμένου στην συνέντευξη, φάνηκαν να έχουν ελάχιστη γνώση και επιμόρφωση όσον αφορά το θέμα της υπερκινητικότητας στα παιδιά. Η παρούσα έρευνα φιλοδοξεί να συμβάλει στην εκπαιδευτική έρευνα για την κατανόηση της ενταξιακής εκπαίδευσης, της υπερκινητικότητας και της παιδαγωγικής αξιολόγησης του παιδιού συμφωνά με τις απόψεις και τις εμπειρίες των εκπαιδευτικών μέσα στο εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Λέξεις-κλειδιά:
Λέξεις-κλειδιά: Εκπαιδευτικός, Υπερκινητικότητα, προσχολική εκπαίδευση, ένταξη, ποιοτική έρευνα, εμπειρίες, παιδαγωγική αξιολόγηση, διαφοροποίηση