Μελέτη ετερόπλευρου ελλείμματος δύναμης κάτω άκρων κατά την αλματική διαδικασία βάθους σε νεαρούς αθλητές διαφορετικών ειδικοτήτων

Διπλωματική Εργασία uoadl:3401355 7 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Άθληση και Υγεία
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2024-06-17
Έτος εκπόνησης:
2024
Συγγραφέας:
Καραγιάννης Κωνσταντίνος
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Τσολάκης Χαρίλαος, Καθηγητής, ΣΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Κουλουβάρης Παναγιώτης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Παπαγιάννης Γιώργος, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Φυσικοθεραπείας, ΠΑΠΕΛ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Μελέτη ετερόπλευρου ελλείμματος δύναμης κάτω άκρων κατά την αλματική διαδικασία βάθους σε νεαρούς αθλητές διαφορετικών ειδικοτήτων
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Μελέτη ετερόπλευρου ελλείμματος δύναμης κάτω άκρων κατά την αλματική διαδικασία βάθους σε νεαρούς αθλητές διαφορετικών ειδικοτήτων
Περίληψη:
Η παρουσία ισορροπίας σε μέγεθος, σχήμα, μορφή ως προς κάποιο δεδομένο άξονα ορίζεται ως συμμετρία. Στο ανθρώπινο σώμα θεωρούμε συμμετρία αυτή του κάθετου άξονα που χωρίζει το σώμα σε δεξί και αριστερό ήμισυ. Έτσι, οποιαδήποτε απόκλιση από τη συμμετρία αυτή ορίζεται ως ετερόπλευρη ασυμμετρία. Οι όροι της ασυμμετρίας και του ετερόπλευρου ελλείματος δεν θα πρέπει να συγχέονται καθώς είναι δύο διαφορετικά φαινόμενα που μπορεί να επηρεάσουν την απόδοση και την υγεία των αθλητών με διαφορετικούς τρόπους. Η έννοια της ασυμμετρίας έχει υπόσταση ενώ, το ετερόπλευρο έλλειμα είναι ένας μαθηματικός τύπος που εξυπηρετεί σκοπούς ερευνητικούς. Οι ασυμμετρίες αναφέρονται στις διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών του σώματος, όπως η διαφορά στη δύναμη, την ευλυγισία ή την κινητικότητα μεταξύ του αριστερού και του δεξιού άκρου και μπορεί να οφείλονται σε πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων τραυματισμών, κληρονομικότητας ή ανακολουθιών στην εκτέλεση ασκήσεων. Αντίθετα, το ετερόπλευρο έλλειμα (bilateral deficit/BLD) αφορά τη μείωση της ικανότητας του σώματος να παράγει δύναμη ή να εκτελέσει κινήσεις όταν χρησιμοποιούνται και τα δύο άκρα ταυτόχρονα σε σχέση με τη χρήση κάθε άκρου χωριστά. Το ετερόπλευρο έλλειμμα καθορίζεται συνήθως από την τιμή του διμερούς δείκτη (BI) που προκύπτει από την παρακάτω εξίσωση: BI [%] = 100 × (bilateral/ right unilateral + left unilateral) − 100, όπου ετερόπλευρο σημαίνει το άθροισμα των δυνάμεων που παράγονται από κάθε άκρο κατά την ετερόπλευρη σύσπαση, ενώ μονομερής σημαίνει το άθροισμα των μέγιστων δυνάμεων που παράγονται κατά τις μονομερείς συσπάσεις με κάθε άκρο ξεχωριστά . Στον αθλητισμό, η σχέση μεταξύ των ασυμμετριών και του ετερόπλευρου ελλείμματος είναι συνήθως διμερής πράγμα που σημαίνει ότι οι ασυμμετρίες μπορούν να επιδεινώσουν το ετερόπλευρο έλλειμα και αντίστροφα. Η ανισορροπία στην ισχύ, για παράδειγμα, μεταξύ των δύο πλευρών του σώματος μπορεί να οδηγήσει σε ανισορροπία στην απόδοση κατά την εκτέλεση ασκήσεων δύναμης ή αντοχής. Για το λόγο αυτό κρίθηκε σκόπιμο για τη συγκεκριμένη μελέτη να αναλυθεί κατά την ανασκόπηση βιβλιογραφίας η σχέση ασυμμετριών και ετερόπλευρου ελλείμματος στους αθλητές διαφορετικών φύλων και ειδικοτήτων.
Στόχος της συγκεκριμένης μελέτης είναι να διερευνήσει την επίδραση α) του φύλου και β) της προπονητικής εξειδίκευσης στα ετερόπλευρα ελλείματα θηλέων και αρρένων αθλητών. Στη μελέτη συμμετείχαν 194 άρρενες αθλητές ηλικίας 18,5±4,08 έτη με σωματικό ανάστημα 180,14±10,22 cm και σωματικού βάρους 73,89±13,8 kg και 106 κορίτσια ηλικίας 16,91±3,52 έτη σωματικού αναστήματος 169,78+-8,10 cm και σωματικού βάρους 62,97±8,46 kg. Θεωρήθηκαν όλοι υγιείς (34) χωρίς κάποια γνωστή κυριαρχία κάποιου εκ των 2 κάτω άκρων.
Η συγκεκριμένη μελέτη από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας φαίνεται ότι είναι η πρώτη που διερευνά σε βάθος το φαινόμενο του διμερούς ελλείματος όσον αφορά το άλμα βάθους συγκρίνοντας επίλεκτους νεαρούς αθλητές εθνικών ομάδων ως προς τα δύο φύλα, την εξειδίκευση 16 διαφορετικών αθλημάτων και τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά (ομαδικά/ατομικά αθλήματα)
Η διαδικασία της μέτρησης περιλάμβανε την αλματική διαδικασία βάθους αθλητών διαφορετικών ειδικοτήτων , φύλου και ηλικίας (μέγιστο ύψος άλματος σε cm από το έδαφος κατακόρυφα από το ειδικό δάπεδο, τον χρόνο επαφής του αθλητή με το ειδικό δάπεδο μετά την πτώση του από σταθερό ύψος 35cm και υπολογίστηκε ο δείκτης αντιδραστικής δύναμης). Επιλέχθηκε το άλμα βάθους επειδή είναι η αλτική διαδικασία η οποία συνδυάζει έντονα έκκεντρα χαρακτηριστικά (πτώση του σώματος), ισομετρική φάση κατά την αλλαγή κατεύθυνσης και σύγκεντρη δύναμη για την εκτέλεση άλματος.
Ελήφθησαν 2-3 μετρήσεις ανά αθλητή και χρησιμοποιήθηκε η βέλτιστη εξ’αυτών. Οι μετρήσεις των ανωτέρων μεταβλητών πραγματοποιήθηκαν ανά αθλητή α) με ταυτόχρονη χρήση και των δύο κάτω άκρων του β) με χρήση μόνο του ενός κάτω άκρου και γ) με χρήση του ετέρου κάτω άκρου(η επιλογή της σειράς χρήσης των κάτω άκρων αφέθηκε στους ίδιους τους αθλητές και συνήθως ξεκινούσαν με το ‘’κυρίαρχο’’ άκρο τους). Έγινε στατιστική ανάλυση των συλλεχθέντων μετρήσεων με το πρόγραμμα SPSS ενώ για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων αλλά και την ερμηνεία των αποτελεσμάτων έγινε ανασκόπηση της διεθνούς σχετικής βιβλιογραφίας.
Συμπερασματικά, παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων ως προς το ετερόπλευρο έλλειμμα στο μονοποδικό αντιδραστικό άλμα βάθους (BDDJ) και στον δείκτη αντιδραστικής δύναμης (BDRSI). Ειδικότερα φαίνεται ότι το ετερόπλευρο έλλειμμα στο BDDJ ήταν μεγαλύτερο στους άρρενες αθλητές (-10,87 ± 14,00 VS -2,78±16,73) από εκείνο των θηλέων (p=0.001) ενώ το ετερόπλευρο έλλειμμα στο BDRSI που είναι παράγωγο μέγεθος του χρόνου πτήσης /χρόνου επαφής φαίνεται ότι και τα δύο φύλα είχαν μικρότερη απόδοση μονοποδικά σε σχέση με τη διποδική εκτέλεση (p=0.001). Ως προς το ετερόπλευρο έλλειμμα της αντιδραστικής δύναμης(p=0.05) φαίνεται ότι το BDRSI των αρρένων αθλητών στα μαχητικά ήταν μεγαλύτερο (23.88±23.82 VS 12.88±20.94) από εκείνο των αθλητών στις αθλοπαιδιές (p=0.005) το οποίο ήταν όμοιο εύρημα και για τις αθλήτριες της μελέτης(43,11± 50,45VS18,62± 23,00) (p=0.02). Παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές ως προς το χρόνο επαφής μεταξύ αρρένων αθλητών ατομικών σε σύγκριση με τα ομαδικά(p=0.032). Ειδικότερα φαίνεται ότι το ετερόπλευρο έλλειμα του BDCTDJ είναι μεγαλύτερο στα ομαδικά σε σύγκριση με τα ατομικά αθλήματα στους άρρενες αθλητές (7,49± 0,91VS7,57± 0,67) ενώ όμοιο ήταν το αποτέλεσμα και για τις αθλήτριες(6,97± 0,88 VS 8,72± 1,31). Παρατηρήθηκε επίσης ότι το ετερόπλευρο έλλειμα του BDRSI ήταν μεγαλύτερο στα ατομικά σε σύγκριση με τα ομαδικά αθλήματα στους άρρενες αθλητές (23,96± 2,92VS20,94± 1,85) με όμοιο αποτέλεσμα να παρατηρείται και στις αθλήτριες (46,66± 5,92 VS 22,95± 3,45).
Καταλήγοντας, το ετερόπλευρο έλλειμα μπορεί να έχει διαφορετικές επιπτώσεις στους αθλητές ανάλογα με τον τύπο του αθλήματος και είναι σημαντικό για τους αθλητές και τους προπονητές να αντιμετωπίζουν αυτές τις επιπτώσεις με κατάλληλο τρόπο προκειμένου να βελτιώσουν την απόδοσή τους και να διατηρήσουν την υγεία τους. Είναι επομένως σημαντικό για τους αθλητές και τους προπονητές να αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται τόσο τις ασυμμετρίες όσο και το ετερόπλευρο έλλειμα προκειμένου να βελτιώσουν την απόδοσή τους και να μειώσουν τον κίνδυνο τραυματισμού.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Αθλητικές επιδόσεις, Διαφορετικές ειδικότητες, Κάτω άκρα, Αθλήματα, Ασυμμετρίες, Ετερόπλευρο έλλειμα
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
245
Αριθμός σελίδων:
69
Καραγιάννης-Μελέτη ετερόπλευρου ελλείμματος δύναμης κάτω άκρων κατά την αλματική διαδικασία βάθους σε νεαρούς αθλητές διαφορετικών ειδικοτήτων.pdf (1 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο