Περιγεννητικές λοιμώξεις

Διπλωματική Εργασία uoadl:1313412 271 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Παθολογία της Κύησης
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2014-03-11
Έτος εκπόνησης:
2014
Συγγραφέας:
Κελετζιάν Έλενα
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
KΑΣΣΑΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, ΧΡΕΛΙΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ, ΣΑΛΑΜΑΛΕΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Περιγεννητικές λοιμώξεις
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Prenatal infections
Περίληψη:
Οι συγγενείς ή ενδομήτριες λοιμώξεις είναι οι λοιμώξεις που προσβάλλουν το
έμβρυο καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή το νεογνό κατά την περιγεννητική
περίοδο.
Οι λοιμώξεις μπορεί να μολύνουν το έμβρυο είτε μέσω της διαπλουντιακής
μεταφοράς, είτε κατά τον τοκετό (από κολπικές εκκρίσεις ή αίμα), ή μετά τη από
τη γέννηση (από το μητρικό γάλα ή άλλες πηγές). Οι κλινικές εκδηλώσεις των
νεογνικών λοιμώξεων ποικίλουν ανάλογα με το παράγοντα που τις προκάλεσε και την
ηλικία κύησης κατά την έκθεση της μητέρας. Ο κίνδυνος μόλυνσης είναι συνήθως
αντιστρόφως ανάλογος με ηλικία κύησης κατά την έκθεση της μητέρας στον
λοιμογόνο παράγοντα
Οι λοιμώξεις της μήτερας και κατ’επέκταση του εμβρύου είναοι λοιμώξεις που
προκαλούν συγγενείς ανωμαλίες και έχουν περιγραφεί με το ακρωνύμιο TORCH
(Toxoplasma, Others, Rubella, Cytomegalovirus, Herpes). Η κατηγορία ‘others’
περιλαμβάνει αρκετούς ιούς που συνδέονται με νεογνικές νόσους.
Η τοξοπλάσμωση προκαλείται από μόλυνση με το πρωτόζωο Toxoplasma
gondii, ένα υποχρεωτικά ενδοκυτταρικό παράσιτο. Περίπου το 10-20% των εγκύων
γυναικών που έχουν προσβληθεί Toxoplasma gondii χαρακτηρίζονται ως
συμπτωματικές. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα της λοίμωξης είναι η
λεμφαδενοπάθεια και ο πυρετός. Αν η μητέρα έχει μολυνθεί πριν την εγκυμοσύνη,
δεν υπάρχει σχεδόν κανένας κίνδυνος μόλυνσης του εμβρύου, όσο αυτή παραμένει
ανοσοποιημένη. Όταν μια μητέρα μολυνθεί με Toxoplasma gondii κατά τη διάρκεια
της κύησης, το παράσιτο μπορεί να μεταδοθεί αιματογενώς στον πλακούντα.. Ο
κίνδυνος της μόλυνσης στο έμβρυο αυξάνει με την ηλικία κύησης και είναι ήπια ή
δεν είναι εμφανής κατά τη γέννηση.
Η πρωτογενής, η επανενεργοποίηση, ή η υποτροπιάζουσα λοίμωξη από CMV
μπορεί να συμβεί κατά την εγκυμοσύνη και μπορεί να οδηγήσει σε συγγενή CMV
λοίμωξη. Η κάθετη μετάδοση του CMV μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε στάδιο της
εγκυμοσύνης, ωστόσο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος μόλυνσης είναι κατά το τρίτο
τρίμηνο όπου και έχουν αναφερθεί οι σημαντικότερες και σοβαρές επιπτώσεις.
Η ερυθρά ανήκει στην κατηγορία των τερατογόνων ιών.Το συγγενές σύνδρομο
ερυθράς (CRS) εμφανίζεται σε βρέφη που γεννήθηκαν από μητέρες που απέκτησαν τη
λοίμωξη ερυθράς κατά τη διάρκεια των πρώτων 16 εβδομάδων της εγκυμοσύνης.
Ο παρβοϊός B19 προκαλεί ερύθημα λοιμώδες (πέμπτη ασθένεια). Η μόλυνση
εμφανίζεται συχνότερα το χειμώνα και την άνοιξη. Τριάντα έως 40% των εγκύων
γυναικών είναι ορροαρνητικές για το παρβοϊό B19 και έτσι είναι ευαίσθητες σε
πιθανή μόλυνση από τον ιό.Η μόλυνση σε κάθε τρίμηνο μπορεί να οδηγήσει σε
ενδομήτρια απώλεια του εμβρύου.
Περίπου το 10% των μολύνσεωννεογνών από τον ιό HSV είναι εκ γενετής, ως
συνέπεια της απόκτησης πρωτογενούς μόλυνσης κατά την εγκυμοσύνη και τη μεταφορά
είτε μέσω του πλακούντα ή μέσω του τραχήλου της μήτρας. Μια ενδομήτρια μόλυνση
μπορεί να προκαλέσει περιορισμό της ανάπτυξης, πρόωρο τοκετό, και αποβολή.
Η Listeria monocytogenes είναι ιένας βακτηριδιακός παθογόνος
μικροοργανισμός που εκδηλώνεται ως ενδοκυτταρικό παράσιτο συνήθως στα
νεογέννητα, στους ανοσοκατασταλμένους ασθενείς, στα ηλικιωμένα άτομα, σε
εγκύους και περιστασιακά σε υγιή άτομα. Πηγή μόλυνσης είναι ο ζωικές τροφές και
τα υποπροϊόντα τους. Οι κίνδυνοι στην εγκυμοσύνη είναι η αυτόματη αποβολή στο
Α' τρίμηνο, ενδομήτριος θάνατος του εμβρύου και συγγενής νόσηση του νεογέννητου.
Περίπου το 50% των αποικισμένων εγκύων με στρεπτόκοκκο β , θα
αποικιστεί κατά τον τοκετό ή και νωρίτερα , σε περιπτώση πρόωρης ρήξης των
υμενών και 2% από αυτά τα νεογνά θα εμφανίσει λοίμωξη. Ο GBS μπόρει να
προκαλέσει ουρολοίμωξη, βακτηριουρία, χοριοαμνιονίτιδα, ενδομητρίτιδα ή ακόμα
και σηψαιμία .
Η ιογενης ηπατιτιδα ειναι λοιμωξη που αφορα σε νεκρωτικη
φλεγμονη του ηπατος και οφειλεται σε πεντε ιους, Α, Β, C, D, E, πιθανον
και σε εναν εκτο, G. Σε γενικές γραμμές, τόσο η κλινική εικόνα όσο και η
φυσική εξέλιξη της οξείας ιογενούς ηπατίτιδας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
δε διαφέρουν σημαντικά από ότι αναφέρεται στο γενικό πληθυσμό ,με εξαίρεση την
οξεία ηπατίτιδα Ε, ενώ ανάλογες είναι και οι δυνατότητες θεραπευτικής
παρέμβασης η οποία είναι κατά κανόνα συντηρητική.
Οι γυναικες ηλικιας 15-24 ετων ειναι 2,5 φορες πιο πιθανο να
προσβληθουν απο τον ιο HIV απ’ οτι οι ανδρες της ιδιας ηλικιακης
ομαδας. Γι’ αυτο, απο τα 1.700 νεα κρουσματα ΗΙV λοιμωξης σε παιδια που
προκυπτουν καθε μερα παγκοσμιως, τα 2/3 οφειλονται σε μεταδοση απο τη
μητερα στο νεογνο. Η καθετη μεταδοση του ιου HIV-1 απο τη μητερα στο
νεογνο μπορει να συμβει κατα την ενδομητρια, περιγεννητικη η
μεταγεννητικη περιοδο κα ιεχει συσχετισθει κυριως με το ιικο φορτιο στο
μητρικο αιμα, τα επιπεδατων CD4 T-λεμφοκυτταρων, την προωροτητα, τον
τροπο τοκετου, τη διαρκεια ρηξης των εμβρυικων υμενων και το θηλασμο.
Οι λοιμωξεις απο τον ιο των ανθρωπινων θηλωματων (Human Papilloma
Virus - HPV) αποτελουν τις συχνοτερες σεξουαλικα μεταδιδομενες λοιμωξεις
και την αναγκαια προυποθεση για την αναπτυξη δυσπλασιας η καρκινου του
τραχηλου της μητρας. Σημερα εχουν εγκριθει προληπτικα εμβολια εναντι
της HPV λοιμωξης, τα οποια αναμενεται να μειωσουν σημαντικα την επιπτωση
του καρκινου του τραχηλου της μητρας τις επομενες δεκαετιες.
Οι διάφοροι μικροοργανισμοί οπώςτο M. hominis,το U. Urealyticum,
τοπαράσιτο Trichomonas vaginalis, οι μύκητες (Candida albicans) και η
Gardnerella Vaginalis, προκαλούν κολπίτιδα και τραχηλίτιδα.
Η βλεννόρροια ή γονοκοκκική ουρηθρίτιδα οφείλεται σε Gramm(-)
διπλόκοκκο, το γονόκοκκο (Neisseria gonorrhoeae). Η νόσος παρουσιάζεται κατά
την κύηση σε ποσοστό 0,5-7% και το ποσοστό των ασυμπτωματικών μορφών της είναι
75-90%. Η νόσος προκαλεί επιπλοκές στη μητέρα, το έμβρυο και το νεογνό. Είναι
αναγκή να γίνει έγκαιρη διάγνωση, κατάλληλη αντιμετώπιση και κυρίως , πρόληψη
των λοιμώξεων αυτών στην έγκυο και το νεογνό.
Οι ενδεχόμενες επιπτώσεις στο έμβρυο απο αυτές τις λοιμώξεις μπόρει να
είναι η υπολειπόμενη αναπτυξή, οι συγγενείς ανωμαλίες διάπλασεις, η λειτουργική
ανεπάρκεια διαφόρων οργάνων ή αλλές φόρες ο θάνατος.
Λέξεις-κλειδιά:
Περιγεννητικές λοιμώξεις
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
250
Αριθμός σελίδων:
123
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο.

document.pdf
4 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο.