Απόψεις και εμπειρίες εκπαιδευτικών γενικής τάξης και παράλληλης στήριξης δημοτικής εκπαίδευσης αναφορικά με την ενταξιακή εκπαίδευση μαθητών και μαθητριών με αυτισμό

Πτυχιακή Εργασία uoadl:3402521 7 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία
Βιβλιοθήκη Σχολής Επιστημών της Αγωγής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2024-07-02
Έτος εκπόνησης:
2024
Συγγραφέας:
ΒΑΡΒΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Ντεροπούλου-Ντέρου Ευδοξία
Αναπληρώτρια καθηγήτρια
Τμήμα εκπαίδευσης και αγωγής στη προσχολική ηλικία
Εθνικό και Καποδιστριακό πανεπιστήμιο Αθηνών
Πρωτότυπος Τίτλος:
Απόψεις και εμπειρίες εκπαιδευτικών γενικής τάξης και παράλληλης στήριξης δημοτικής εκπαίδευσης αναφορικά με την ενταξιακή εκπαίδευση μαθητών και μαθητριών με αυτισμό
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Απόψεις και εμπειρίες εκπαιδευτικών γενικής τάξης και παράλληλης στήριξης δημοτικής εκπαίδευσης αναφορικά με την ενταξιακή εκπαίδευση μαθητών και μαθητριών με αυτισμό
Περίληψη:
Ανέκαθεν οι εκπαιδευτικοί αποτελούσαν ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια στη ζωή των παιδιών, αφού είναι για εκείνα «πρόσωπα αναφοράς» και ταυτόχρονα περνάνε ένα μεγάλο μέρος της μέρας τους μαζί τους. Επίσης, οι εκπαιδευτικοί είναι σημαντικό στοιχείο για το ίδιο το σχολείο. Χωρίς αυτούς, δεν μπορεί να νοηθεί εκπαίδευση. Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό, οι εκπαιδευτικοί είναι επίσης σπουδαίο κομμάτι και για την οικογένεια των μαθητών/τριών και ιδιαίτερα για την οικογένεια παιδιού με αναπηρία. Από πολύ νωρίς, πριν ξεκινήσει να φοιτά το παιδί στο σχολείο, οι φροντιστές του, του μαθαίνουν ότι πρέπει να ακούει και να σέβεται την δασκάλα ή τον δάσκαλό του. Αυτό συνεχίζει να υφίσταται διαχρονικά, σε διάφορα σημεία του πλανήτη, διότι ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι καθοριστικής σημασίας, τόσο για το παιδί όσο και για την οικογένεια, όπως επίσης και η γνώμη του, η οποία συνεχίζει να έχει αξία και σημασία.
Με βάση αυτό, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι οι απόψεις και αντιλήψεις που διατηρούν οι εκπαιδευτικοί για την αναπηρία και την ενταξιακή εκπαίδευση είναι θεμελιώδης για την βελτίωση ή όχι της ποιότητας ζωής των ανάπηρων παιδιών, επομένως και των παιδιών με αυτισμό. Ο τρόπος που αντιλαμβάνονται και προσεγγίζουν τον αυτισμό, τα μέσα που χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν με αυτά τα παιδιά, οι παιδαγωγικές πρακτικές που εφαρμόζουν στη τάξη, η προσπάθεια διασφάλισης και προώθησης συνεργατικών και φιλικών σχέσεων ανάμεσα στους/στις συμμαθητές/τριες αλλά και οι προσδοκίες και οι απαιτήσεις που έχουν οι ίδιοι από τους/τις μαθητές/τριες με αυτισμό, επηρεάζουν σίγουρα την εκπαιδευτική τους πορεία αλλά και τα μετέπειτα στάδια της ζωής τους. Για παράδειγμα, εάν κάποιος/α εκπαιδευτικός αντιμετωπίζει τους ανθρώπους με αυτισμό ως υποδεέστερους και ανίκανους να ανελιχθούν, ανάλογα θα τους συμπεριφέρεται και παράλληλα δεν θα κάνει καμία προσπάθεια να υιοθετήσει και να εφαρμόσει διαφοροποιημένες εκπαιδευτικές πρακτικές οι οποίες θα ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες τους. Το σχολείο γενικά, αποτελεί μία μικρογραφία της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει πως μπορεί να προωθήσει την διαφορετικότητα και να ενστερνιστεί την αποδοχή ή να απορρίψει τις προηγούμενες έννοιες και να απομακρυνθεί από αυτές. Ανάλογα τι θα επιλέξει να κάνει θα δημιουργήσει και παιδιά που αργότερα θα εισέλθουν στην κοινωνία ως ενήλικες εφαρμόζοντας ό,τι διδάχθηκαν.
Στη παρούσα ερευνητική μελέτη, συλλέχθηκαν, αναλύθηκαν και παρουσιάστηκαν οι απόψεις και οι εμπειρίες δέκα (10) εκπαιδευτικών αναφορικά με τον αυτισμό. Από το σύνολο του δείγματος, οι πέντε (5) είναι γενικής εκπαίδευσης και οι υπόλοιποι πέντε (5) παράλληλης στήριξης. Προκειμένου να υλοποιηθεί και να ολοκληρωθεί η εργασία, χρησιμοποιήθηκε η ποιοτική μέθοδος έρευνας, με την αξιοποίηση ατομικών ημι-δομημένων συνεντεύξεων. Μέσω αυτού του τρόπου, έγινε προσπάθεια συλλογής και ανάλυσης των δεδομένων. Ο οδηγός συνέντευξης αποτελούταν από τέσσερις (4) βασικούς άξονας/βασικά ερευνητικά ερωτήματα και στο σύνολο έθετε δεκαοκτώ (18) ερωτήσεις στους/στις συνεντευξιαζόμενους/μενες.
Με βάση την ανάλυση και τα πορίσματα που προέκυψαν από την έρευνα, σημειώνεται ότι η πλειοψηφία του δείγματος χρησιμοποιεί κυρίως ιατρικούς όρους, γεγονός που δείχνει ότι οι αντιλήψεις που έχει σχηματίσει το δείγμα κλίνουν περισσότερο προς το ιατρικό/ατομικό μοντέλο. Παρ’ όλ’ αυτά, υπήρξαν δείγματα κοινωνικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων, επιβεβαιώνοντας με αυτό το τρόπο το «διχασμό» ίσως και την «εσωτερική διαμάχη», στην οποία βρίσκονται οι εκπαιδευτικοί, όντας προσκολλημένοι στο παραδοσιακό τρόπο σκέψης και μάθησης και στη ταυτόχρονη προσπάθεια διαφυγής από αυτόν. Είναι σημαντικό να τονιστεί, ότι το δείγμα φάνηκε να έχει σχηματίσει ένα στερεότυπο για τα άτομα με αυτισμό, χαρακτηρίζοντάς τα ως λιγότερο επικοινωνιακά, με χαμηλές κοινωνικές δεξιότητες και εμφάνιση «προβλημάτων» και «ελλειμμάτων» στο συναισθηματικό και διανοητικό κομμάτι. Σχετικά με την ένταξη, φάνηκε να είναι όλοι θετικοί και να επισημαίνουν την αξία και την σημασία της. Παρ’ όλ’ αυτά, φαίνεται να αντιμετωπίζουν αρκετά προβλήματα στη πράξη, τα οποία σχετίζονται κυρίως με την έλλειψη συνεργασίας και την ανεπαρκή ενημέρωση.
Τέλος, σημειώθηκε ότι η πλειοψηφία θεωρεί πως η κοινωνία και ο τρόπος διαμόρφωσής της στερούν από τα άτομα με αυτισμό, αλλά και τα άτομα με αναπηρίες γενικά, τη δυνατότητα να συμμετέχουν στα κοινά. Υπογραμμίζουν πως δεν υπάρχει ουσιαστική μέριμνα από το κράτος, ούτε και υποστήριξη τόσο για τα παιδιά και την οικογένειά τους, όσο και για τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς. Προτείνουν ως προτάσεις βελτίωσης την πιο ουσιαστική και ενεργή εμπλοκή της κοινωνίας και της εξουσίας, με τρόπο ωφέλιμο για τα παιδιά με αυτισμό και τη διαμόρφωση ενός προγράμματος που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες όλων.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Κοινωνικές, Πολιτικές και Οικονομικές επιστήμες
Λέξεις-κλειδιά:
αναπηρία, αυτισμός, ενταξιακή εκπαίδευση, συνδιδασκαλία, εκπαιδευτικοί, παιδιά
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Όχι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
47
Αριθμός σελίδων:
156
Πτυχιακή-Δέσποινα Βαρβία .pdf (1 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο