Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Θωμάς Μπαμπάλης, Καθηγητής ΠΤΔΕ-ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Απόψεις και Εμπειρίες μελών του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού αναφορικά με τη λειτουργία των Κέντρων Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής & Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.) και τη δυνατότητά τους να συμβάλλουν στην προαγωγή της ένταξης των μαθητών/τριών με αναπηρία.
Μεταφρασμένος τίτλος:
Απόψεις και Εμπειρίες μελών του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού αναφορικά με τη λειτουργία των Κέντρων Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής & Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.) και τη δυνατότητά τους να συμβάλλουν στην προαγωγή της ένταξης των μαθητών/τριών με αναπηρία.
Περίληψη:
Τα τελευταία χρόνια ο θεσμός των Κέντρων Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής & Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ) προάγεται από τη νομοθεσία και την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας μας ως ο πλέον αρμόδιος για την προαγωγή του ενταξιακού στόχου. Αναλυτικότερα, στον Νόμο 4823/2021 (ΦΕΚ Α 136/3.8.2021) αναφέρεται ότι σκοπός των ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ., είναι: «η υποστήριξη των μαθητών, των σχολικών μονάδων και των Ε.Κ. της περιοχής αρμοδιότητάς τους για τη διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης όλων ανεξαιρέτως των μαθητών στην εκπαίδευση και την προάσπιση της αρμονικής ψυχοκοινωνικής τους ανάπτυξης και προόδου». Η ιστορία του φορέα, όμως, καθώς και η εμπλοκή του με ζητήματα προαγωγής συνθηκών ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση ξεκινά το 2000. Τότε, ο Ν.2817/2000 (ΦΕΚ Α'78/14.03.2000), για πρώτη φορά θεσμοθέτησε τα Κέντρα Διάγνωσης Αξιολόγησης και Υποστήριξης σε μία προσπάθεια του κράτους, αφενός, να καλύψει τις υπάρχουσες ελλείψεις σε αξιολογικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες και, αφετέρου, να ανταποκριθεί στα προτάγματα διεθνών διακηρύξεων και ευρωπαϊκών οδηγιών που προήγαγαν την ισότιμη πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στην εκπαίδευση. Έκτοτε, μια σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών επιχείρησαν κατά καιρούς να αλλάξουν το όνομα, τη δικαιοδοσία αλλά και τη φυσιογνωμία του φορέα, οι οποίες είχαν αντίκτυπο στη λειτουργία και το καθηκοντολόγιο του. Παρά το γεγονός, όμως, ότι ως αποτέλεσμα αυτών των πρωτοβουλιών, τα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ απέκτησαν ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο αρμοδιοτήτων και συν τω χρόνω αξιολόγησαν και υποστήριξαν έναν μεγάλο αριθμό μαθητών/τριών, μια σειρά κριτικές φωνές στη βιβλιογραφία εξακολουθούν να αναφέρουν ότι υπάρχει απόκλιση ανάμεσα στον ενταξιακό στόχο του εν λόγω φορέα και πτυχές της λειτουργία του στην πράξη (Νετροπούλου, 2012; Χριστοπούλου & Ζώνιου-Σιδέρη, 2012).
Στόχος της συγκεκριμένης διπλωματικής εργασίας υπήρξε η διερεύνηση εκφάνσεων της λειτουργίας του θεσμού των ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ καθώς και της δυνατότητάς τους να συμβάλλουν στην προαγωγή του ενταξιακού στόχου. Για να προσεγγισθεί ο εν λόγω στόχος, υιοθετείται η ποιοτική ερευνητική μεθοδολογία, με τη χρήση ημιδομημένων συνεντεύξεων σε δείγμα 10 συνεντευξιαζόμενων που ανήκουν στον κλάδο του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού και εργάζονται σε ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ για τουλάχιστον δύο χρόνια. Συμπερασματικά, τα ευρήματα μας έδειξαν πως ενώ υπάρχει <<ενταξιακή σκέψη>> και πολλοί εργαζόμενοι στον χώρο θεωρούν πως πρέπει να προχωρήσουμε σε ένα <<σχολείο για όλους>>, εντοπίζονται φραγμοί και δυσκολίες, τόσο σε νομοθετικό όσο και σε πρακτικό επίπεδό σε σχέση με την προαγωγή του εν λόγω στόχου. Η επικράτηση ενός κλινικού μοντέλου προσέγγισης της αναπηρίας, μια σειρά διαρθρωτικών δυσκολιών των ίδιων των φορέων αλλά και η έλλειψη πλήρους υποστήριξής τους από την πολιτεία είναι κάποιοι από τους εν λόγω φραγμούς. Σε κάθε περίπτωση, το ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ είναι ένας φορέας αναγκαίος για την προαγωγή της ένταξης, όμως χρειάζονται σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία του για την επίτευξή του στόχου της προαγωγής της ενταξιακής εκπαίδευσης.
Λέξεις-κλειδιά:
ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ, ένταξη, ενταξιακή εκπαίδευση, αναπηρία, ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες