Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Μπουντόλος Κ., Καθηγητής, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Αθανασόπουλος Σ. Επίκουρος Καθηγητής, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Μπεργελές Ν., Επίκουρος Καθηγητής, ΤΕΦΑΑ, ΕΚΠΑ
Περίληψη:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το άκρο πόδι αποτελεί το τελικό τμήμα στο κινητικό πρότυπο εκτέλεσης των αλτικών προσπαθειών. H καμάρα έχει χαρακτηριστεί μοχλός δύναμης (Saltzman & Nawoczenski, 1995) ενώ η δυναμική μετατροπή του σχήματός της διευκολύνει το έργο των μυών του άκρου ποδός κατά την εκτέλεση κινητικών δραστηριοτήτων (Ker et al., 1987). Η σχέση μεταξύ του ύψους καμάρας και της απόδοσης του ανθρώπινου κινητικού μηχανισμού έχει μελετηθεί κυρίως σε ενήλικες και σε δρομικές δραστηριότητες, ενώ παρατηρείται απουσία ερευνών αναφορικά με τη μελέτη της σχέσης μεταξύ ύψους καμάρας και αξιολόγησης της αλτικής ικανότητας κατά την παιδική και νεαρή ηλικία. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η αξιολόγηση και σύγκριση της αλτικής ικανότητας μαθητών -τριών 10-12 ετών με διαφορετικό ύψος μεσαίας Επιμήκους Ποδικής Καμάρας (ΕΠΚ).
ΜΕΘΟΔΟΣ
Δείγμα 135 μαθητών -τριών , εκ των οποίων οι μαθητές (Ν=67) με χρονολογική ηλικία 10.4 (1.0) έτη, ανάστημα 142,6 (7.2) εκατ., βάρος 41.4 (9.0) κιλά, και οι μαθήτριες (Ν=68) με χρονολογική ηλικία 10.3 (0.9), ανάστημα 143.5 (8.6) εκατ. και βάρος 41.1 (9.6) κιλά συμμετείχε σε μετρήσεις (α) καταγραφής του αποτυπώματος της γυμνής ποδικής καμάρας με τη μέθοδο της πλαντογραφίας και (β) εκτέλεσης του κατακόρυφου άλματος τύπου CMJ με και χωρίς υπόδημα με τη μέθοδο της ηλεκτρονικής δυναμογράφησης (H/Δ) της Κistler (250 Hz). Η αξιολόγηση του αποτυπώματος έγινε με τους δείκτες Καμάρας, Chippaux Smirak, Κ και τις γωνίες α & α, ενώ η ανάλυση των δυναμογραμμάτων έγινε με το BioWare V.3 για Windows 95. Η στατιστική επεξεργασία περιλάμβανε τριπαραγοντικές αναλύσεις διασποράς για την εξέταση της διαφοροποίησης της ομάδας ύψους καμάρας, του φύλου και της συνθήκης εκτέλεσης του άλματος ως προς την αλτική ικανότητα.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Το δείγμα ταξινομείται σε 4 ομάδες ύψους ΕΠΚ, σε υψηλή (ΥΚ), (Ν=13), φυσιολογική - ενδιάμεση (Φ-ΕΚ), (Ν=84), χαμηλή (ΧΚ), (Ν=23) και πεπλατυσμένη (ΠΚ) (Ν=15) με αντίστοιχα ποσοστά συχνότητας εμφάνισης διαφορετικού ύψους καμάρας 9,63 %, 62,23 %, 17,03 % και 11,11 %.
Σύμφωνα με τα τιθέντα ερευνητικά ερωτήματα βρέθηκε ότι: α) Η αλτική ικανότητα των μαθητών- τριών διαφοροποιείται σημαντικά ως προς τη συνθήκη εκτέλεσης του άλματος σε παραμέτρους, όπως η διάρκεια θετικής ώθησης (p<.05), η σχετική δύναμη (p<.001) και το μέγιστο ύψος άλματος (p=.000) υπέρ της συνθήκης χωρίς υπόδημα. β) Η αλτική ικανότητα διαφοροποιείται μεταξύ μαθητών -τριών ως προς τη συνθήκη εκτέλεσης με τους μαθητές να διαφέρουν σημαντικά από τις μαθήτριες στο άλμα χωρίς και με υπόδημα στη διάρκεια θετικής ώθησης (p=.000) (σχήμα 1) και στη χρονική διαφορά επίτευξης των κορυφώσεων της κατακόρυφης συνιστώσας δύναμης (p=.000). γ) Η αλτική ικανότητα μαθητών -τριών με διαφορετικό ύψος καμάρας διαφέρει σημαντικά μεταξύ των 4 ομάδων καμάρας συγκρινόμενων ως προς τις 2 συνθήκες και ως προς το φύλο στη διάρκεια θετικής ώθησης (p<.05), στη δύναμη ώθησης (p<.05) και στο μέγιστο ύψος άλματος (p<.05 έως .001). Ειδικότερα, οι μαθητές με χαμηλή καμάρα εμφανίζουν μεγαλύτερη διάρκεια θετικής ώθησης για το άλμα χωρίς υπόδημα από τις μαθήτριες με φυσιολογική καμάρα για το ίδιο άλμα, ενώ το ίδιο ισχύει μεταξύ των μαθητών χαμηλής καμάρας για το άλμα με υπόδημα και των μαθητριών με υψηλή καμάρα για το ίδιο άλμα. Μειωμένη δύναμη ώθησης χαρακτηρίζει τους μαθητές με χαμηλή καμάρα για το άλμα χωρίς υπόδημα σε σύγκριση με τις μαθήτριες με φυσιολογική καμάρα για το ίδιο άλμα και η κατάσταση αυτή εμφανίζεται για το άλμα με υπόδημα. Οι μαθήτριες με υψηλή καμάρα για το άλμα χωρίς υπόδημα παρουσιάζουν μεγαλύτερο μέγιστο ύψος άλματος από τους μαθητές και τις μαθήτριες των υπόλοιπων τριών ομάδων για το ίδιο άλμα, ενώ το ίδιο ισχύει όταν το άλμα πραγματοποιείται με υπόδημα.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
α) Η χρήση του υποδήματος εξασφαλίζει μεγαλύτερη διάρκεια θετικής ώθησης, μικρότερη δύναμη ώθησης και μικρότερο μέγιστο ύψος άλματος φανερώνοντας ότι όταν ο άκρος πόδας δρα χωρίς την παρουσία του υποδήματος μπορεί και εκμεταλλεύεται τη μοχλική ιδιότητα της καμάρας (Rodgers, 1993).
β) Οι μαθήτριες εκτελούν την αλτική προσπάθεια με μεγαλύτερη εκρηκτικότητα από τους μαθητές σε αντίθεση με τα αποτελέσματα των Malina και Bouchard (1991), βάσει των οποίων τα αγόρια κατά την παιδική ηλικία υπερέχουν των κοριτσιών σε σκοπούς που απαιτούν ισχύ όπως το άλμα.
γ) Η αλτική ικανότητα των μαθητών και μαθητριών με διαφορετικό ύψος καμάρας διαφοροποιείται σημαντικά σε κρίσιμες παραμέτρους της αλτικής ικανότητας. Οι διαφορές αυτές επιβεβαιώνουν αφενός τα ευρήματα προηγούμενων ερευνών σχετικά με τη συνεισφορά των προαναφερόμενων παραμέτρων στη βελτιστοποίηση αυτής της ικανότητας (Boudolos, 1998; Dowling & Vamos, 1993). Αναδεικνύεται αφετέρου η σημαντική συνεισφορά της καμάρας, καθώς βρέθηκε ότι οι μαθητές –τριες με χαμηλή καμάρα εμφανίζουν μειωμένη αλτική ικανότητα, ενώ οι μαθήτριες με υψηλή καμάρα υπερισχύουν σε αυτήν την ικανότητα ανεξαρτήτως συνθήκης εκτέλεσης του άλματος. Προτείνεται για μελλοντικές έρευνες η συνδυασμένη διερεύνηση μεταξύ αλτικής ικανότητας και μυϊκής αντοχής κάτω άκρων, καρδιοαναπνευστικής αντοχής και δρομικής ταχύτητας για την ανάδειξη της πλήρης εικόνας της κινητικής συμπεριφοράς των μαθητών και μαθητριών με διαφορετικό ύψος καμάρας στο μάθημα της σχολικής Φυσικής Αγωγής, αλλά και η αξιοποίηση αυτών των αποτελεσμάτων για τον αθλητικό προσανατολισμό αυτών σε αντίστοιχες δραστηριότητες που ευνοούνται από την αναπτυγμένη αλτική ικανότητα.