Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
1. Βαρλοκώστα Σπυριδούλα, Καθηγήτρια, Τμήμα Φιλολογίας, ΕΚΠΑ
2. Σκαλιόρα Ειρήνη, Καθηγήτρια, Τμήμα Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Επιστήμης, ΕΚΠΑ
3. Ρούσσος Πέτρος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Τμήμα Ψυχολογίας, ΕΚΠΑ
Περίληψη:
Οι Δοκιμασίες Επανάληψης Προτάσεων (ΔΕΠ) είναι ευρέως αποδεκτό ότι αξιολογούν τις γλωσσικές ικανότητες των παιδιών. Ειδικότερα, οι ΔΕΠ έχει θεωρηθεί ότι αποτελούν κλινικό δείκτη εντοπισμού των παιδιών με Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή (ΑΓΔ), καθώς εμφανίζουν υψηλή διαγνωστική ακρίβεια (βλ. Marinis & Armon-Lotem, 2015). Παρομοίως, έχει παρατηρηθεί υψηλή εξειδίκευση και ευαισθησία της ΔΕΠ στον εντοπισμό των γραμματικών ελλειμμάτων παιδιών με Διαταραχή Αναπτυξιακού Φάσματος (ΔΑΦ) στη Γαλλική (Silleresi et al., 2018). Η συγκεκριμένη μελέτη έχει δύο στόχους. Αρχικά, διερευνά τη διαγνωστική ακρίβεια της ελληνικής εκδοχής της LITMUS-ΔΕΠ, η οποία σχεδιάστηκε στο πλαίσιο του προγράμματος COST ISO 804. Δεύτερον, δεδομένης της ομοιότητας που έχει εντοπιστεί ως προς τα γραμματικά ελλείμματα μεταξύ των παιδιών με ΑΓΔ και των παιδιών με ΔΑΦ, εξετάζει την κατάκτηση μιας σειράς μορφοσυντακτικών δομών από παιδιά με ΔΑΦ στη Νέα Ελληνική. Στη μελέτη έλαβαν μέρος 88 παιδιά ηλικίας 6,3-12 ετών, 44 παιδιά με ΔΑΦ και 44 παιδιά Τυπικής Ανάπτυξης (ΤΑ), αντίστοιχης χρονολογικής ηλικίας. Η δοκιμασία αποτελούταν από 32 προτάσεις, οι οποίες εξέταζαν τις ακόλουθες δομές: Υποκείμενο-Ρήμα-Αντικείμενο (ΥΡΑ), (β) Άρνηση, (γ) Κλιτικά, (δ) Συμπληρωματικές προτάσεις, (ε) Δομές παρατακτικής σύνδεσης, (στ) Επιρρηματικές προτάσεις, (ζ) Ερωτήσεις μερικής αγνοίας και (η) Αναφορικές προτάσεις. Για τη μέτρηση της ορθότητας των επαναλήψεων χρησιμοποιήθηκαν δύο διαφορετικές μέθοδοι, η Μέθοδος Μέτρησης 1 (0-1) και η Μέθοδος Μέτρησης 2 (0-3). Ακόμη, οι απαντήσεις των συμμετεχόντων κωδικοποιήθηκαν με κριτήριο τις υπό εξέταση συντακτικές δομές (0-1). Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε μια ευρεία ανάλυση λαθών. Οι κατηγορίες των λαθών που υπολογίστηκαν ήταν η παράλειψη, η υποκατάσταση, η προσθήκη, η αλλαγή της σειράς των όρων και τα γραμματική λάθη. Για κάθε μία από αυτές τις κατηγορίες λαθών υπολογίστηκε εάν τα γλωσσικά στοιχεία που επηρέασαν ήταν λειτουργικές λέξεις ή λέξεις περιεχόμενου, καθώς και η γραμματική κατηγορία στην οποία ενέπιπταν οι λέξεις. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ΔΕΠ παρουσίασε υψηλή εξειδίκευση και ευαισθησία, καθώς τα παιδιά με ΔΑΦ παρουσίασαν στατιστικώς σημαντικά χαμηλότερες επιδόσεις σε όλες τις μετρήσεις, καθώς και υψηλότερη συχνότητα λαθών σε όλες τις κατηγορίες σε σχέση με τα παιδιά ΤΑ. Η συγκεκριμένη μελέτη έδειξε ότι η συγκεκριμένη ΔΕΠ, που εκμαιεύει σύνθετες συντακτικές δομές, μπορεί να αποτελέσει δείκτη εντοπισμού των γραμματικών ελλειμμάτων παιδιών με ΔΑΦ στη Νέα Ελληνική.
Λέξεις-κλειδιά:
ΔΕΠ, ΔΑΦ, μορφοσυντακτική ικανότητα, διαγνωστική ακρίβεια