Προσδιορισμός των επιπέδων ενδοκρινικών αναστολέων στο αμνιακό υγρό και συσχέτισης τους με τις συγκεντρώσεις τους στο αίμα εγκύων γυναικών. Μελέτη της επίδρασης τους στην εμβρυϊκή ανάπτυξη, την έκβαση της κύησης και τη νεογνική νοσηρότητα.

Διδακτορική Διατριβή uoadl:2938641 85 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τμήμα Ιατρικής
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης:
2021-03-18
Έτος εκπόνησης:
2021
Συγγραφέας:
Μπάρμπας Μιχαήλ
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Αντσακλής Αριστείδης, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Τσατσάκης Αριστείδης, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Γρηγοριάδης Θεμιστοκλής, Επίκουρος Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ, Επιβλέπων
Ντόμαλη Αικατερίνη, Επίκουρη Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Θωμάκος Νικόλαος, Επίκουρος Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Δασκαλάκης Γεώργιος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Τζατζαράκης Εμμανουήλ, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Πρωτότυπος Τίτλος:
Προσδιορισμός των επιπέδων ενδοκρινικών αναστολέων στο αμνιακό υγρό και συσχέτισης τους με τις συγκεντρώσεις τους στο αίμα εγκύων γυναικών. Μελέτη της επίδρασης τους στην εμβρυϊκή ανάπτυξη, την έκβαση της κύησης και τη νεογνική νοσηρότητα.
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Προσδιορισμός των επιπέδων ενδοκρινικών αναστολέων στο αμνιακό υγρό και συσχέτισης τους με τις συγκεντρώσεις τους στο αίμα εγκύων γυναικών. Μελέτη της επίδρασης τους στην εμβρυϊκή ανάπτυξη, την έκβαση της κύησης και τη νεογνική νοσηρότητα
Περίληψη:
Στην παρούσα διδακτορική διατριβή μελετήθηκε η εκτίμηση της έκθεσης του εμβρύου σε ξενοβιοτικές ουσίες με ενδοκρινική δράση, δηλαδή σε ουσίες που εμπλέκονται στην σύνθεση, την έκκριση, την χημική δέσμευση των ενδογενών ορμονών που είναι υπεύθυνες και για την αναπαραγωγή και τις αναπτυξιακές διεργασίες.
Στην παρούσα διατριβή, μελετήθηκαν ουσίες με ενδοκρινική δράση που εμπίπτουν στην κατηγορία των οργανοχλωριομένων φυτοπροστευτικών ουσιών ή ρυπαντών, συγκεκριμένα ουσίες της κατηγορίας των DDTs και ειδικότερα τα opDDE, ppDDE, opDDT, ppDDT, opDDD, ppDDD και των πολυχλωριωμένων διφαινυλίων (PCBs) και ειδικότερα τα ισομερή 28, 52, 101, 118, 153, 180 όπως επίσης και το HCB (hexachlorobenzene). Οι ουσίες αυτές χαρακτηρίζονται ως λιπόφιλες, ανθεκτικές στην διάσπαση, με μεγάλο χρόνο παραμονής στον περιβάλλον και μεγάλο χρόνο ημιζωής στον ανθρώπινο οργανισμό. Αποτέλεσμα αυτών ιδιοτήτων είναι η συσσώρευση τους στην τροφική πυραμίδα (παραγωγοί- καταναλωτές) και κατ’ πέκταση στον άνθρωπο παρόλη την απαγόρευση της χρήσης τους εδώ και δεκαετίες.
Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι να μετρήσει και να εκτιμήσει τη συνολική επιβάρυνση εγκύων γυναικών στις παραπάνω ξενοβιοτικές ουσίες και στην συνέχεια να εκτιμήσει την έμμεση επιβάρυνση του εμβρύου ώστε να συσχετίσει την επιβάρυνση αυτή με πιθανές επιπτώσεις όσο αφορά την έκβαση της εγκυμοσύνης αλλά και τις επιδράσεις στην υγεία του νεογνού.
Για να επιτευχθεί αυτό προχωρήσαμε στην συλλογή δειγμάτων τρίχας, αμνιακού υγρού και αίματος εγκύων γυναικών κατά την 16η με 21η εβδομάδα κύησης. Συνολικά στην μελέτη συμμετείχαν 120 γυναίκες οι οποίες ενημερώθηκαν για το σκοπό της δειγματοληψίας, συμπληρώσαν τα απαραίτητα ερωτηματολόγια από τα οποία συλλέχθηκαν πληροφορίες για προσωπικά στοιχεία (φύλο, βάρος και ηλικία) και το ιατρικό ιστορικό.
Αναπτύχθηκαν και εφαρμόστηκαν εξειδικευμένες μεθοδολογίες επεξεργασίας και ανάλυσης των υπό μελέτη ουσιών από τα συλλεχθέντα δείγματα. Οι αναλυτικές αυτές μέθοδοι χαρακτηρίζονταν από την υψηλή ευαισθησία τους, απαραίτητη για τον προσδιορισμό των ξενοβιοτικών σε ιχνοποσότητες. Η ανίχνευση και ο ποσοτικός τους προσδιορισμός έγινε με την τεχνική της αέριας χρωματογραφίας φασματομετρίας μάζας (GC-MS) (Shimadzu QP-2010) εφαρμόζοντας την εξειδικευμένη τεχνική της solid phase microextraction (SPME) και συγκεκριμένα της head space-solid phase microextraction (HS-SPME). Η αυτοματοποιημένη αυτή επεξεργασία-εκχύλιση πραγματοποιήθηκε με ίνα εξαγωγής τύπου PDMS/DVB 65μm στους 90oC για 30 λεπτά με ταχύτητα ανάδευσης στις 250 rpm σε ρομποτικό αυτόματο δειγματολήπτη τύπου AOC-5000. Ο διαχωρισμός των ενώσεων επετεύχθη σε τριχοειδούς στήλης τύπου SLBtm-5ms 30 m. Ο προσδιορισμός των ενώσεων-στόχων έγινε με παρακολούθηση ιόντων (SIM, selected ion monitoring) χρησιμοποιώντας δύο ή τρία ιόντα m/z για την ανίχνευση και ένα ιόν m/z για τον ποσοτικό προσδιορισμό κάθε ένωσης.
Η απόκριση του αναλυτικού συστήματος διαπιστώθηκε ότι ήταν γραμμική ενώ επετεύχθησαν χαμηλά όρια ανίχνευσης που κυμαίνονταν από 0,104 έως 6,093 pg/mg για τα DDTs και HCB στην τρίχα, από 0,008 έως 0,268 ng/ml στον ορό και από 0,001 έως 0,011 ng/ml στο αμνιακό υγρό. Τα αντίστοιχα όρια ανίχνευσης για τα PCBs ήταν από 0,098 έως 1,792 pg/mg στη τρίχα , 0,005 έως 0,086 ng/ml στον ορό και από <0,001 έως 0,011 ng/ml στο αμνιακό υγρό.
Ο εξεταζόμενος πληθυσμός είχε μέση ηλικία τα 37,7 έτη ενώ οι περισσότερες γυναίκες ήταν ελληνικής καταγωγής (85,8%). Η πλειοψηφία των γυναικών ήταν μη-καπνίστριες (69,2%) ενώ από τις καπνίστριες ένα ποσοστό 37,1% (13/35 έγκυες) συνέχισε το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Οι παθήσεις του θυρεοειδούς και ο διαβήτης αναφέρθηκαν στο 24,2% και 5,8% του πληθυσμού αντίστοιχα ενώ μικρός αριθμός γυναικών ανέφερε γαστρεντερικές παθήσεις, αρτηριακή πίεση και καρδιοαναπνευστικές ασθένειες. Για την πλειοψηφία των γυναικών (53,3%) ήταν η πρώτη τους εγκυμοσύνη ενώ ο συνολικών αριθμός των γυναικών που γέννησαν με καισαρική τομή ήταν 36 ποσοστό 30,0% των περιπτώσεων.
Τα αποτελέσματα της βιοπαρακολούθησης έδειξαν ότι από τα PCBs το PCB101 ήταν το πιο συχνά εμφανιζόμενο σε σχέση με τα υπόλοιπα τόσο στην τρίχα όσο και στον ορό και στο αμνιακό υγρό. Για τα υπόλοιπα PCBs τα ποσοστά ανίχνευσης ήταν μικρότερα του 10%.
Από τα ισομερή του DDT το p, p'-DDE ανιχνεύεται στο 77,9%, 94,9% και 85,5% στα δείγματα μαλλιών, αμνιακού υγρού και ορού, αντίστοιχα σε ποσοστό μεγαλύτερο από όλα τα υπόλοιπα ισομερή. Το δεύτερο ισομερές σε συχνότητα εμφάνισης ήταν το o, p’-DDE με συχνότητες εμφάνισης από 4.8% στον ορό μέχρι 23.7 % στην τρίχα, ενώ το p, p’-DDT δεν ανιχνεύθηκε σε κανένα υπόστρωμα. Όσο αφορά το HCB η συχνότητα εμφάνισης στο αμνιακό υγρό ήταν η μικρότερη (5.1%) και ακολουθεί η τρίχα (18.3%) και τέλος ο ορός (22.9%).
Τα ισομερή DDEs ανιχνεύθηκαν σε επίπεδα 8,2 pg/mg, τα DDDs σε 28,6 pg/mg, ενώ όλα τα DDTs (DDEs, DDDs και DDTs) συνολικά είχαν μέση συγκέντρωση 36,5 pg/mg στα δείγματα τριχών. Αντίθετα η μεγαλύτερη επιβάρυνση στα δείγματα ορού παρατηρείται για τα συνολικά PCBs (0,429 ng /ml) και ακολουθούν τα ισομερή DDEs (0,092 ng/ml) και τέλος το HCB (0,029 ng/ml).
Είναι χαρακτηριστικό ότι για το HCB και το PCB101 ανάλογα επίπεδα καταγράφηκαν στο αμνιακό υγρό και στα δείγματα τρίχας. Μάλιστα για το PCB101 θετική συσχέτιση ανιχνευόμενων επιπέδων παρατηρήθηκε σε όλα τα ζεύγη υποστρωμάτων που μελετήθηκαν τρίχα-αμνιακό υγρό, τρίχα-ορός και ορός-αμνιακό υγρό.
Η υψηλότερη επιβάρυνση σε ισομερή του DDT παρατηρήθηκε στις έγκυες καπνίστριες και πιο συγκεκριμένα, τα ανιχνευόμενα επίπεδα στις μη καπνίστριες ήταν 28,4 pg/mg σε σχέση με τις καπνίστριες 55,9 pg/mg στα δείγματα τριχών, συσχέτιση που δεν παρατηρήθηκε για τα PCBs και το HCB. Διαφορές στα ανιχνευόμενα επίπεδα του PCB101 όμως παρατηρήθηκε μεταξύ των γυναικών της ομάδας της πρόωρης κύησης σε σχέση με αυτή της πλήρης κύησης. Οι έγκυες γυναίκες με πρόωρη κύηση είχαν στατιστικά υψηλότερα επίπεδα PCB101 τόσο στα δείγματα τρίχας όσο και σε αυτά του ορού και του αμνιακού υγρού.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά:
Ενδοκρινικών αναστολέων, Αμνιακό υγρό, Εμβρυϊκή ανάπτυξη, Έκβαση της κύησης, Νεογνική νοσηρότητα
Ευρετήριο:
Ναι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
2
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
64
Αριθμός σελίδων:
101
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.

Barmpas Michael PhD .pdf
1 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.