Το έθιμο της καύσης των νεκρών στον αιγαιακό κόσμο κατά την πρωϊμη εποχή του σιδήρου. (1200-600 π.χ.)

Διδακτορική Διατριβή uoadl:2961133 346 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας
Βιβλιοθήκη Φιλοσοφικής Σχολής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2021-09-21
Έτος εκπόνησης:
2021
Συγγραφέας:
Κακλαμάνη Όλγα
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Παναγιώτα Μποζάνα-Κούρου, Ομότιμη Καθηγήτρια ΕΚΠΑ (τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας)
Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν, Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας)
John Papadopoulos, Καθηγητής UCLA (ΗΠΑ, Department of Classics)
Irene Lemos, Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Οξφόρδης (Faculty of Classics)
Antonios Kotsonas, Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης (Institute for the Study of the Ancient World)
Ιωάννης Παπαδάτος, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΚΠΑ (τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας)
Γεώργιος Βαβουρανάκης, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΚΠΑ (τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας)
Πρωτότυπος Τίτλος:
Το έθιμο της καύσης των νεκρών στον αιγαιακό κόσμο κατά την πρωϊμη εποχή του σιδήρου. (1200-600 π.χ.)
Γλώσσες διατριβής:
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Το έθιμο της καύσης των νεκρών στον αιγαιακό κόσμο κατά την πρωϊμη εποχή του σιδήρου. (1200-600 π.χ.)
Περίληψη:
Αντικείμενο της μελέτης είναι το έθιμο της καύσης των νεκρών στα νησιά του Αργοσαρωνικού, των Κυκλάδων, των Δωδεκανήσων και του Ανατολικού Αιγαίου κατά την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου και την Πρώιμη Αρχαϊκή περίοδο. Βασικός στόχος είναι η ανίχνευση της κοινωνικής θέσης και ταυτότητας τόσο των νεκρών όσο και των ζωντανών των νησιωτικών κοινωνιών, λαμβάνοντας υπόψιν τις ιδεολογικές και συμβολικές προεκτάσεις που εμπεριέχονται στην πρακτική. Η συλλογή των πληροφοριών βασίστηκε κυρίως σε προκαταρκτικές δημοσιεύσεις, καθώς ένα μεγάλο μέρος των υπό εξέταση καύσεων δεν έχουν μελετηθεί συστηματικά. Οι καύσεις, που ερευνώνται, είναι 522 στο σύνολο τους και παρουσιάζονται αναλυτικά στον κατάλογο, που συνιστά το δεύτερο μέρος της διατριβής (Μέρος Β΄). Λόγω του μεγάλου όγκου των καύσεων και των διάφορων χαρακτηριστικών στοιχείων, που απαντούν σε αυτές, επιχειρήθηκε η ποσοτική ανάλυση των δεδομένων με τη χρήση στατιστικού προγράμματος (SPSS). Η σύνθεση των δεδομένων του καταλόγου πραγματοποιείται στο πρώτο μέρος (Μέρος Α΄) που αποτελείται από μια εισαγωγή, πέντε κεφάλαια και ένα πρόσθετο, τελικό κεφάλαιο, με μια ανακεφαλαίωση των συμπερασμάτων της έρευνας. Η εισαγωγή περιλαμβάνει την ιστορία της έρευνας, τη μεθοδολογία, που ακολουθήθηκε στη συλλογή, την ταξινόμηση και τη μελέτη του υλικού και τέλος τη διάρθρωση της μελέτης. Στο πρώτο κεφάλαιο εντάσσονται οι καύσεις στο υπό εξέταση, χρονολογικό πλαίσιο. Μέσω της παρουσίασης της χρονολογικής διαδοχής προκύπτει η σπανιότητα του εθίμου την Πρωτογεωμετρική περίοδο και η σταδιακή αύξηση της συχνότητας εμφάνισής του από την Πρώιμη Γεωμετρική, με αποκορύφωμα το διάστημα από την Ύστερη Γεωμετρική και μέχρι το τέλος της Πρώιμης Αρχαϊκής περιόδου. Οι καύσεις στην πλειονότητα των νησιών συνυπάρχουν χρονικά με τις άλλες πρακτικές ταφής (ενταφιασμοί και εγχυτρισμοί) εντός του ίδιου νεκροταφείου είτε υπερέχοντας αριθμητικά είτε όχι. Το δεύτερο κεφάλαιο περιλαμβάνει την ανάλυση των ειδών των τάφων και την προσπάθεια ανασύστασης του τελετουργικού των τριών ειδών καύσεων, όπως αυτές κατηγοριοποιήθηκαν στα πλαίσια της έρευνας (πρωτογενής, πρωτογενής με οστεοδόχο, δευτερογενής). Η ανασύσταση του τελετουργικού βασίστηκε στο αρχαιολογικό υλικό, σε ανθρωπολογικές μελέτες, σε διαθέσιμες πληροφορίες από την κατεύθυνση της πειραματικής αρχαιολογίας, σε αρχαία κείμενα και την εικονογραφία αλλά και σε στοιχεία από διεξοδικώς μελετημένα νεκροταφεία άλλων περιοχών. Εντοπίστηκαν ομοιότητες αλλά και διαφορές ανάμεσα στα τρία είδη και κυρίως ανάμεσα στις πρωτογενείς και τις δευτερογενείς, που αφορούν όχι μόνο στη γεωγραφική κατανομή αλλά και σε επιμέρους χαρακτηριστικά των ταφών. Στο τρίτο κεφάλαιο η παρουσίαση των καταλοίπων ενεργειών που πραγματοποιήθηκαν εξωτερικά του τάφου (περίβολοι, είδη σήμανσης, εναγιστικές πυρές, λίθινες κατασκευές) γίνεται συμπληρωματικά με τα στοιχεία του δεύτερου και τέταρτου κεφαλαίου, με στόχο την καλύτερη κατανόηση των πρακτικών που συνδέονται με την πρακτική της καύσης. Το τέταρτο κεφάλαιο πραγματεύεται τα κτερίσματα και διαιρείται σε δύο υποκεφάλαια: το πρώτο αφορά στην κεραμική (αγγεία πόσης, σερβιρίσματος, μεταφοράς/αποθήκευσης, ελαιοδοχεία/αρωματοδοχεία, μικρογραφικά, πινάκια, λεκανίδες, κρατήρες, μαγειρικά, πυξίδες, λύχνοι) και το δεύτερο τα αντικείμενα μικροτεχνίας (κοσμήματα, πόρπες, περόνες, εργαλεία υφαντικής, μεταλλικά αγγεία, αγγεία από φαγεντιανή, όπλα, εργαλεία, ειδώλια, άλλα είδη μικροτεχνίας). Στο κεφάλαιο αυτό σχολιάζονται, μεταξύ άλλων, ζητήματα που αφορούν στην ταυτότητα του νεκρού, στο φύλο, στην ηλικία, στην κοινωνική θέση και τα οποία θ’ αποτελέσουν τη βάση για την ερμηνευτική προσέγγιση του εθίμου της καύσης, που παρουσιάζεται στο τελευταίο κεφάλαιο. Το πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο διαρθρώνεται σε δύο ενότητες. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες από τις γραπτές πηγές (Ομηρικά έπη, μεταγενέστερες μαρτυρίες) οι πρακτικές της καύσης και του ενταφιασμού δε φαίνεται να διαφέρουν ως προς τις μεταθανάτιες αντιλήψεις (υποενότητα 5.1.1). Η καύση εντάσσεται σε ένα ευρύτερο θρησκευτικό πλαίσιο, με βάση το περιεχόμενο των πηγών αλλά και τις ομοιοτήτες ανάμεσα στο τελετουργικό της καύσης του νεκρού και της θυσίας του ζώου στο θεό (υποενότητα 5.1.2). Οι ανθρωπολογικές (ηλικία, φύλο) και κοινωνικές παράμετροι (κοινωνική θέση) διερευνώνται στη δεύτερη ενότητα. Το φύλο και η ηλικία είναι σαφώς προσδιορίσιμα σε ελάχιστες περιπτώσεις, λόγω έλλειψης ανθρωπολογικών μελετών. Λαμβάνοντας όμως υπόψιν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία που προκύπτουν από τα προηγούμενα κεφάλαια, και συνεξετάζοντας πληροφορίες από το σύνολο των ταφικών πρακτικών (ενταφιασμοί και εγχυτρισμοί) των εξεταζόμενων νησιών, δεν παρατηρήθηκε διαφοροποίηση σχετικά με την επιλογή της πρακτικής της καύσης όσον αφορά στο φύλο ή στην κοινωνική θέση του νεκρού. Η ηλικία όμως φαίνεται πως συνιστούσε κριτήριο επιλογής της καύσης έναντι των άλλων ταφικών πρακτικών. Η επιλογή της καύσης ήταν ζήτημα άλλοτε προσωπικής ή οικογενειακής και άλλοτε κοινωνικής επιλογής, ενώ ενδέχεται να συνδέεται και με ευρύτερα γεγονότα (εγκατάλειψη ή επανίδρυση ενός οικισμού, έλευση αποίκων, χρήση θέσης). Μέσα από τη διεξοδική μελέτη του εθίμου προέκυψε ότι η συνδεσιμότητα, που χαρακτηρίζει τις νησιωτικές περιοχές τόσο μεταξύ τους όσο και με γειτονικές ηπειρωτικές περιοχές, δεν οδηγεί συνήθως σε κοινά ταφικά έθιμα. Αναδύθηκαν ιδιαιτερότητες στα επιμέρους γνωρίσματα της πρακτικής σε κάθε νησί, κάτι που προσδίδει ίσως στη διαφορετική πολιτισμική ταυτότητα των νησιωτικών κοινοτήτων. Παράλληλα, στοιχεία, όπως η συνύπαρξη της καύσης και του ενταφιασμού σε κάποιες περιπτώσεις αλλά και η αποκλειστική χρήση του εθίμου της καύσης σε κάποιες άλλες, εντάσσουν τα νησιά του κεντρικού Αιγαίου στο ίδιο πλαίσιο με τις υπόλοιπες περιοχές του ελλαδικού κόσμου.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Αρχαιολογία
Λέξεις-κλειδιά:
ταφικά έθιμα, καύση νεκρών, τελετουργία, κτερίσματα, κοινωνική θέση και ταυτότητα, Πρώιμη Εποχή Σιδήρου, Γεωμετρική Περίοδος, Αρχαϊκή Περίοδος, νησιά Αιγαίου, Αργοσαρωνικός, Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Ανατολικό Αιγαίο
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
1252
Αριθμός σελίδων:
3 τόμοι (264, 331, 67 σελ.), χάρτες, σχέδια, εικόνες, πίνακες
ΕΘΙΜΟ ΚΑΥΣΗΣ-ΚΕΙΜΕΝΟ.pdf (8 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο

 


ΧΑΡΤΕΣ-ΕΙΚΟΝΕΣ-ΠΙΝΑΚΕΣ.pdf.zip
23 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο.