Μονάδα:
Τμήμα Ιστορίας και ΑρχαιολογίαςΒιβλιοθήκη Φιλοσοφικής Σχολής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2021-11-11
Συγγραφέας:
Διαλούπη Ευγενία
Στοιχεία επταμελούς επιτροπής:
Πλάτων Πετρίδης, Καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ΕΚΠΑ
Σοφία Καλοπίση-Βέρτη, Ομότιμη Καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ΕΚΠΑ
Χριστίνα Τσιγωνάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Μελαχροινή Παϊσίδου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ΑΠΘ
Αναστασία Γιαγκάκη, Διευθύντρια Ερευνών, Τομέας Βυζαντινών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Ευρυδίκη Κεφαλίδου, Επίκουρη Καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ΕΚΠΑ
Αναστασία Δρανδάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος:
Οι πρωτοβυζαντινοί εμπορικοί αμφορείς από την πόλη της κάτω Έδεσσας: H συμβολή τους στην κοινωνική και οικονομική ιστορία της πόλης
Γλώσσες διατριβής:
Αγγλικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
Οι πρωτοβυζαντινοί εμπορικοί αμφορείς από την πόλη της κάτω Έδεσσας: H συμβολή τους στην κοινωνική και οικονομική ιστορία της πόλης
Περίληψη:
Σκοπός της διατριβής αυτής είναι η μελέτη και η παρουσίαση των πρωτοβυζαντινών αμφορέων από την κάτω πόλη της Έδεσσας. Κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο, η πόλη της Έδεσσας, είναι μία ακμάζουσα πόλη στην οποία καταφθάνουν προϊόντα από όλα σχεδόν τα γνωστά κέντρα παραγωγής της Μεσογείου.
Οι εμπορικές σχέσεις της πόλης αποτυπώνονται στους διαφορετικούς τύπους των υστερορωμαϊκών/πρωτοβυζαντινών αμφορέων οι οποίοι προέρχονται από τον ευρύτερο μεσογειακό χώρο, κυρίως όμως από το ανατολικό τμήμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η κομβική γεωγραφική θέση της πόλης, ως διαμετακομιστικού κέντρου της Εγνατίας οδού και ένας από τους σημαντικούς σταθμούς- πέρασμα συνέβαλλαν αναμφίβολα στην κοινωνικοοικονομική εξέλιξη και στις εμπορικές διασυνδέσεις της Έδεσσας. Επίσης το μεγάλο ποσοστό αμφορέων LRA2 καθώς και άλλων υστερορωμαϊκών τύπων όπως LRA1 σε συνδυασμό από επιμέρους αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαιώνουν και την παρουσία στρατιωτικών σωμάτων στη πόλη. Η μεγάλη ποικιλία πηλών στους LRA2 φαίνεται ότι συνδέεται με μία ευρύτερη και διευρυμένη γεωγραφική ζώνη του Αιγαιακού χώρου, που κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο αποτέλεσαν κέντρα παραγωγής των συγκεκριμένων αμφορέων. Τέλος η επιβεβαιωμένη επανάχρηση των υστερορωμαϊκών/πρωτοβυζαντινών αμφορέων LRA1, LRA4, Samian cistern type, «σπαθεία» συνδέθηκε άρρηκτα με τους εγχυτρισμούς βρεφών οι οποίοι έλαβαν χώρα στις τελευταίες φάσεις κατοίκησης της κάτω πόλης της Έδεσσας. Η πόλη δεν παύει να είναι ενεργή και δραστήρια καθ’όλη την πρωτοβυζαντινή περίοδο μέχρι την οριστική εγκατάλειψή της, στις αρχές του 7ου αιώνα, από τους κατοίκους της που πλέον έγινε αναπόφευκτη.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Αρχαιολογία
Λέξεις-κλειδιά:
Έδεσσα, Εγνατία οδός, Υστερορωμαϊκοί/πρωτοβυζαντινοί αμφορείς, Διαμετακομιστικό κέντρο
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
893
Αρχείο:
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.
DialoupiEvgeniaPhD.pdf
5 MB
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο αρχείο. H πρόσβαση επιτρέπεται μόνο εντός του δικτύου του ΕΚΠΑ.