Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Βασίλειος Μασδράκης, Αναπληρωτής Καθηγητής , Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Κωνσταντίνος Ψάρρος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Γεώργιος Κωνσταντακόπουλος, Επιστημονικός Συνεργάτης, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Περίληψη:
Σκοπός: Η σχέση ανάμεσα στις εκδηλώσεις άγχους και την ποιότητα ύπνου έχει μελετηθεί και τεκμηριωθεί από διαφορετικές οπτικές γωνίες . Η παρούσα έρευνα στοχεύει στη διερεύνηση των σχέσεων μεταξύ ορισμένων εκδηλώσεων άγχους, των δυσκολιών συναισθηματικής αυτορρύθμισης και της ποιότητας ύπνου αφενός και στην εξέταση του ενδεχόμενου ρόλου των δυσκολιών συναισθηματικής αυτορρύθμισης στη σχέση μεταξύ εκδηλώσεων άγχους και ποιότητας ύπνου, αφετέρου.
Μεθοδολογία: Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκαν οι αυτοσυμπληρούμενες κλίμακες General Anxiety Disorder (Spitzer, Kroenke, Williams & Löwe, 2006) και State - Trait Anxiety Inventory (Spielberger, Gorsuch, Lushene, Vagg & Jacobs, 1983) για την αξιολόγηση των εκδηλώσεων άγχους, η κλίμακα Pittsburgh Sleep Quality Index (Buysse, Reynolds, Monk, Berman & Kupfer, 1989) για την αξιολόγηση της ποιότητας ύπνου και η κλίμακα Difficulties in Emotion Regulation Scale (Gratz & Roemer, 2004), για την αξιολόγηση των επιπέδων συναισθηματικής αυτορρύθμισης 135 ατόμων από τον γενικό πληθυσμό, από τα οποία 80 ήταν γυναίκες και τα 55 άνδρες (Ν = 135), εργαζόμενες και εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. Με τη χρήση του στατιστικού πακέτου SPSS, εξετάστηκαν οι συσχετίσεις μεταξύ των υπό μελέτη μεταβλητών. Στη συνέχεια, εφαρμόζοντας ένα μοντέλο πολλαπλής παλινδρόμησης διερευνήθηκε ο προβλεπτικός ρόλος των ανεξάρτητων μεταβλητών στην εξαρτημένη, καθώς και ο ρόλος των δυσκολιών συναισθηματικής αυτορρύθμισης ως ρυθμιστικού παράγοντα στη σχέση μεταξύ εκδηλώσεων άγχους και ποιότητας ύπνου.
Αποτελέσματα: Συνολικά, οι συμμετέχοντες παρουσίασαν μέτρια επίπεδα καταστασιακού άγχους (Μ.Ο. = 46,46), δομικού άγχους (Μ.Ο. = 43,49) και συμπτωμάτων διαταραχής γενικευμένου άγχους (Μ.Ο. = 9,32) και μέτριου βαθμού δυσκολίες συναισθηματικής αυτορρύθμισης (Μ.Ο. = 2,53). Παράλληλα, διαπιστώθηκε ότι το 63,7% αξιολογούσαν την ποιότητα του ύπνου τους ως κακή βάση του σκορ στην ανάλογη κλίμακα (Μ.Ο. = 7,45).
Αναφορικά με τις συσχετίσεις μεταξύ των υπό μελέτη μεταβλητών, το καταστασιακό άγχος (r = .609, p < .01), το δομικό άγχος (r = .520, p < .01) και τα συμπτώματα διαταραχής γενικευμένου άγχος (r =.661, p < .01) φάνηκε να έχουν μέτρια και στατιστικά σημαντική συσχέτιση με την ποιότητα ύπνου. Μέτρια και στατιστικά σημαντική ήταν και η συσχέτιση των δυσκολιών συναισθηματικής αυτορρύθμισης (r = ,452, p < .01) με την ποιότητα ύπνου.
Επιπλέον, το καταστασιακό άγχος (b = .318, p < .01), το δομικό άγχος (b = .320, p < .01) και τα συμπτώματα διαταραχής γενικευμένου άγχος (b = .397, p < .01) καθώς και οι δυσκολίες συναισθηματικής αυτορρύθμισης (b = .274, p < .01) φάνηκε να έχουν στατιστικά σημαντική προβλεπτική αξία αναφορικά με την διακύμανση της ποιότητας ύπνου, με μικρό ωστόσο μέγεθος επίδρασης. Τέλος, δεν επιβεβαιώθηκε η ρυθμιστική επίδραση των δυσκολιών συναισθηματικής αυτορρύθμισης στη σχέση μεταξύ εκδηλώσεων άγχους και ποιότητας ύπνου.
Συμπεράσματα: Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης -σε συμφωνία με αυτά προηγούμενων διεθνών ερευνών-υποδηλώνουν ότι τόσο οι εκδηλώσεις άγχους, όσο και οι δυσκολίες συναισθηματικής αυτορρύθμισης έχουν σημαντική συσχέτιση με την κακή ποιότητα ύπνου. Επιπλέον, φαίνεται να υπάρχει μια μικρού μεγέθους προβλεπτική επίδραση (R adjusted square = .304) των εκδηλώσεων άγχους και των δυσκολιών συναισθηματικής αυτορρύθμισης στην ποιότητα ύπνου. Συνεπώς ο κλινικός θα πρέπει, σε άτομα με διαταραχές της υπνικής λειτουργίας, να διερευνά προσεκτικά για την παρουσία συμπτωμάτων άγχους, καθώς και για δυσκολίες στη διαχείριση των συναισθημάτων και να παρεμβαίνει θεραπευτικά για την εξάλειψή τους.
Λέξεις-κλειδιά:
Καταστασιακό άγχος, Δομικό άγχος, Συμπτώματα διαταραχής γενικευμένου άγχους, Ποιότητα ύπνου, Δυσκολίες συναισθηματικής αυτορρύθμισης