«Το Υπερατλαντικό Δουλεμπόριο και η σχέση του με την οικονομία, την αποικιακή πολιτική και την επέκταση της Αγγλίας/Βρετανίας στην Καραϊβική, 1660 - 1739»

Διπλωματική Εργασία uoadl:2967796 283 Αναγνώσεις

Μονάδα:
Κατεύθυνση Ευρωπαϊκή Ιστορία
Βιβλιοθήκη Φιλοσοφικής Σχολής
Ημερομηνία κατάθεσης:
2021-12-01
Έτος εκπόνησης:
2021
Συγγραφέας:
Γιαννάτος Χρήστος
Στοιχεία επιβλεπόντων καθηγητών:
Παπαθανασίου Μαρία , Αναπλ. Καθηγήτρια, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Γαγανάκης Κωνσταντίνος, Αναπλ. Καθηγητής, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Καρακατσούλη Άννα, Αναπλ. Καθηγήτρια, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πρωτότυπος Τίτλος:
«Το Υπερατλαντικό Δουλεμπόριο και η σχέση του με την οικονομία, την αποικιακή πολιτική και την επέκταση της Αγγλίας/Βρετανίας στην Καραϊβική, 1660 - 1739»
Γλώσσες εργασίας:
Ελληνικά
Αγγλικά
Μεταφρασμένος τίτλος:
«Το Υπερατλαντικό Δουλεμπόριο και η σχέση του με την οικονομία, την αποικιακή πολιτική και την επέκταση της Αγγλίας/Βρετανίας στην Καραϊβική, 1660 - 1739»
Περίληψη:
Κατά τον 18ο αιώνα το Υπερατλαντικό Δουλεμπόριο φθάνει στο απόγειό του, με τα βρετανικά πλοία να μεταφέρουν μεγαλύτερο αριθμό δούλων στο Νέο Κόσμο από τις υπόλοιπες αποικιοκρατικές δυνάμεις. Παράλληλα, η Βρετανία επεκτείνει σημαντικά τις υπερπόντιες κτήσεις της στο δυτικό ημισφαίριο και ιδιαίτερα στην Καραϊβική. Για αυτόν το λόγο, επιλέχθηκε το συγκεκριμένο θέμα, προκειμένου να παρουσιαστεί η σχέση της αγγλο-βρετανικής αποικιακής επέκτασης με την ηγετική θέση που κατείχε το Λονδίνο στον τομέα του δουλεμπορίου.
Το πρώτο κεφάλαιο πραγματεύεται τις απαρχές του Υπερατλαντικού Δουλεμπορίου και του Ατλαντικού οικονομικού συστήματος. Τα ιβηρικά βασίλεια αποτέλεσαν τους πρωτοπόρους στον τομέα του δουλεμπορίου, τόσο ως αγοραστές (η Ισπανία) όσο και ως διακινητές (η Πορτογαλία). Η πρώτη ενασχόληση των Άγγλων με το δουλεμπόριο είχε τη μορφή μεμονωμένων αποστολών που κύριο σκοπό είχαν την παρενόχληση του αποικιακού εμπορίου της Μαδρίτης και όχι τη διάθεση δούλων στις αγγλικές αποικίες της Καραϊβικής, καθώς οι υπάρχουσες παραγωγικές τους δομές καλύπτονταν από Ευρωπαίους εργάτες. Η κατάληψη της Τζαμάικα (1655) και η ψήφιση της πρώτης Πράξης Ναυσιπλοΐας (1651) θα σημάνουν την έναρξη μίας πιο επιθετικής αγγλικής εμπλοκής στην Ατλαντική Οικονομία. Κατά το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα το Λονδίνο θα ασχοληθεί ενεργά με το Υπερατλαντικό Δουλεμπόριο, εντάσσοντάς το στο κυβερνητικό πρόγραμμα εξωτερικής και αποικιακής πολιτικής.
Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύεται ο τρόπος με τον οποίο οι Άγγλοι επιχείρησαν να ελέγξουν και να διεξαγάγουν το δουλεμπόριο, στα πλαίσια μίας μερκαντιλιστικής οικονομικής θεώρησης. Η Βασιλική Αφρικανική Εταιρεία ιδρύεται το 1660 και λαμβάνει το προνόμιο από το Στέμμα ώστε να είναι ο μοναδικός προμηθευτής δούλων στις βρετανικές αποικίες. Οι ευρωπαϊκοί ανταγωνισμοί μεταφέρονται στην αφρικανική ακτή (Γκάνα) και Πορτογάλοι, Άγγλοι, Γάλλοι και Ολλανδοί κατασκευάζουν οχυρά στις ακτές μέσω των οποίων εμπορεύονται με τους τοπικούς ηγεμόνες. Εκείνη την περίοδο παρουσιάζεται άνοδος στη ζήτηση για δούλους λόγω και της δημιουργίας φυτειών ζάχαρης στην Καραϊβική, οι οποίες ζητούν πολλά εργατικά χέρια. Το τέλος του 17ου αιώνα θα βρει τους Άγγλους νικητές στη Δυτική Αφρική, ωστόσο το κρατικό μονοπώλιο στο δουλεμπόριο θα καταργηθεί, καταδεικνύοντας την αλλαγή των συσχετισμών στην αγγλική πολιτική ζωή.
Το τρίτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην ίδια την Καραϊβική και στις αγορές των δούλων. Εξετάζεται η έκταση των βρετανικών αποικιών την αρχή του 18ου αιώνα, αλλά και η σύσταση των τοπικών κοινωνιών με τις ντόπιες ελίτ. Ιδιαίτερη μνεία δίνεται στο νησί της Τζαμάικα και στο ρόλο της ως το κέντρο της βρετανικής Καραϊβικής. Η Τζαμάικα μετά την κατάληψή της γίνεται αρχικά πόλος έλξης περισσότερο τυχοδιωκτών και λιγότερο απεσταλμένων του Στέμματος και λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητα από την αυτοκρατορική γραμμή. Πειρατές και κουρσάροι πραγματοποιούν επιδρομές είτε σε κοντινές ισπανικές αποικίες είτε πλοία άλλων ευρωπαϊκών κρατών, μεταξύ αυτών και δουλεμπορικών και ο πληθυσμός των δούλων στο νησί αυξάνεται ραγδαία το τελευταίο τέταρτο του 17ου αιώνα, λόγω και της αυξημένης ζήτησης.
Το τέταρτο κεφάλαιο καλύπτει τις οικονομικές παραμέτρους του δουλεμπορίου. Εξετάζεται η δομή του τριγωνικού εμπορίου, στη μορφή που βρισκόταν στις αρχές του 18ου αιώνα, η σημασία των αγροτικών προϊόντων της Καραϊβικής για τις ευρωπαϊκές αγορές, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται στις πρώιμες αγορές ομολόγων και μετοχών, στο Λονδίνο κατά τον 17ο και 18 αιώνες. Σημαντική κρίνεται και η δημιουργία την Εταιρείας των Νοτίων Θαλασσών, στην οποία ανατέθηκε η διευρυμένη βρετανική εμπλοκή στο δουλεμπόριο. Η παραπάνω εταιρεία αντλούσε το κεφάλαιό της και μέσω του βρετανικού κοινού και αποτέλεσε το όχημα για την βρετανική επέκταση στο δυτικό ημισφαίριο κατά τις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα.
Στον επίλογο συνοψίζονται τα συμπεράσματα των επιμέρους κεφαλαίων αναδεικνύοντας τους πολιτικούς και οικονομικούς λόγους που ώθησαν το Λονδίνο να αποκτήσει ηγετική θέση στο Υπερατλαντικό Δουλεμπόριο.
Κύρια θεματική κατηγορία:
Ιστορία
Λέξεις-κλειδιά:
Δουλεμπόριο, Καραϊβική, Αποικιοκρατία, Οικονομία, Μονοπώλιο, Αγγλία, Βρετανική Αυτοκρατορία
Ευρετήριο:
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου:
0
Εικονογραφημένη:
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών:
232
Αριθμός σελίδων:
104
Χ. ΓΙΑΝΝΑΤΟΣ-Υπερατλαντικό Δουλεμπόριο και Βρετανική Καραϊβική 1660-1739 ΤΕΛΙΚΟ.pdf (1 MB) Άνοιγμα σε νέο παράθυρο